Εθνικές επέτειοι: Αποδομώντας τις σχολικές εθνικές γιορτές
Το παρακάτω κείμενο αποτελεί εισήγηση στην τρίτη συνάντηση του κύκλου εργαστηρίων της δικτύωσης εγχειρημάτων ελεύθερων μαθημάτων και αλληλέγγυας εκπαίδευσης που πραγματοποιήθηκε παλιότερα στον Ελεύθερο Κοινωνικό Χώρο "Σχολείο για τη μάθηση της ελευθερίας" (Θεσσαλονίκη).
ΕΘΝΙΚΕΣ ΕΠΕΤΕΙΟΙ: ΣΧΟΛΙΚΕΣ ΓΙΟΡΤΕΣ ΚΑΙ ΣΧΟΛΙΚΑ ΒΙΒΛΙΑ
Η καθιέρωση των σχολικών γιορτών κατά τις ημέρες των εθνικών επετείων εντάσσεται στο ευρύτερο πλαίσιο της εθνικής παιδαγωγικής, όπως διαμορφώθηκε κατά τον 19ο αιώνα, για να συνοδεύσει την ανάπτυξη των σύγχρονων εθνικών κρατών. Η δημιουργία εθνικιστικών αισθημάτων στους μαθητές, μέσα από μια σειρά δρώμενων σαν αυτά που λαμβάνουν χώρα κατά τη διάρκεια των σχολικών εορτασμών [που θα δούμε πιο συγκεκριμένα παρακάτω], θα μπορούσε να συμβάλλει, όπως διέκριναν κάποιοι παιδαγωγοί, στη διαμόρφωση εκείνου του χαρακτήρα των πολιτών που είναι ο καταλληλότερος για την εξουσιαστική δομή του εθνικού κράτους. Πρόκειται για τον ανθρωπολογικό τύπο του πατριώτη-εθνικιστή που αντιλαμβάνεται την εθνική του ταυτότητα ως το κεντρικό στοιχείο του εαυτού του (παραμερίζοντας άλλα στοιχεία όπως η τάξη ή το φύλο για παράδειγμα), αυτού που είναι έτοιμος για αυτοθυσία υπέρ της πατρίδας του.
Ας δούμε για λίγο τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά μιας τυπικής σχολικής γιορτής. Σύμφωνα με τα επίσημα κείμενα, ο εορτασμός των εθνικών επετείων στα σχολεία ακολουθεί το εξής εθιμοτυπικό:
· Στους χώρους του σχολείου διοργανώνονται συγκεντρώσεις και γίνονται ομιλίες. Μια τυπική γιορτή περιλαμβάνει συνήθως στολισμό των χώρων με εθνικά και θρησκευτικά σύμβολα (σημαίες, σταυρούς), απαγγελία ποιητικών έργων από τους μαθητές, θεατρικές παραστάσεις εθνικού ή θρησκευτικού περιεχομένου, τραγούδια.
· Ο σημαιοφόρος και αντιπροσωπεία (ή το σύνολο) των μαθητών εκκλησιάζονται.
· Οι μαθητές αποτίουν φόρο τιμής καταθέτοντας στεφάνια στα μνημεία των ηρώων.
· Την επομένη πραγματοποιείται η μαθητική παρέλαση.
Πολύ εύστοχα δραστηριότητες όπως η παράδοση της σημαίας στο σημαιοφόρο, η κατάθεση στεφάνων και η παρέλαση έχουν χαρακτηριστεί από ορισμένους παιδαγωγούς ως τελετουργικά μύησης στην εθνική ομάδα, ως πρακτικές δηλαδή που έχουν ως στόχο να μεταβιβάσουν τις εθνικές αξίες μέσω μιας οργανωμένης διαδοχής συμβολικών πράξεων. Οι πρακτικές αυτές φέρουν μεγάλο συγκινησιακό φορτίο, ώστε να εγγράφονται στο ασυνείδητο σύστημα των νέων μελών της κοινότητας.
Και οι εορταστικές εκδηλώσεις μέσα στον χώρο του σχολείου χαρακτηρίζονται από έντονη συγκινησιακή φόρτιση. Τα παρουσιαζόμενα κείμενα, ποιήματα, πανηγυρικοί λόγοι ή θεατρικές παραστάσεις, αναπαριστούν την ιδέα του έθνους μέσα από μία ρομαντική και πλήρη μεταφορών αφήγηση. Η πατρίδα για παράδειγμα γίνεται συνώνυμο της μητέρας, οι συνανήκοντες στην εθνική ομάδα είναι τα «αδέρφια» μας. Το έθνος αποκτά βιολογική υπόσταση και τα μέλη του διαθέτουν όμοια, θετικά προσδιορισμένα, φυσικά χαρακτηριστικά: οι Έλληνες χριστιανοί παρουσιάζονται ως γενναίοι και ενάρετοι ήρωες που αγαπούν την πατρίδα τους μέχρι αυτοθυσίας, σε αντίθεση με τους υποτιμητικά αναπαριστώμενους Τούρκους. [έτσι συμβαίνει τουλάχιστον στις τυπικές γιορτές της 25ης Μαρτίου]. Όταν δραματοποιούνται ή περιγράφονται σκηνές μαχητικότητας ή ηρωισμού των Ελλήνων, τα γεγονότα παρίστανται ρεαλιστικά και με έντονο συναισθηματισμό, προβάλλοντας εμφατικά μία εθνικά καθαγιασμένη, επομένως δικαιολογημένη, έως και ιερή βία. Κατά τη συμμετοχή τους στις αναπαραστάσεις και δραματοποιήσεις οι μαθητές μεταμφιέζονται σε «τσολιάδες» και «Αμαλίες» ή σε πρόσωπα συνδεδεμένα με την ορθοδοξία [όπως ο παπάς του κρυφού σχολειού στην αφίσα], ταυτιζόμενοι ενεργά με τα πρότυπα που υποδύονται ή με τον εθνικό εαυτό ως σύμβολο.
Μέσα λοιπόν από έναν έντονα συγκινησιακό λόγο, σε ένα περιβάλλον που βρίθει συμβολισμών, αναπαράγεται κάθε χρόνο μέχρι και σήμερα, επετειακά, η εικόνα ενός ελληνικού έθνους όπως το φαντάστηκε και το κατασκεύασε η ρομαντική ιστοριογραφία του 19ου αιώνα. Ένα έθνος με βιολογική υπόσταση, το οποίο παρουσιάζει γραμμική συνέχεια στο χρόνο και στο χώρο.
Το παράδοξο είναι πως, ενώ η σύγχρονη ιστορική επιστήμη έχει απορρίψει αυτή την οπτική, και τα σχολικά βιβλία ακολουθούν την εξέλιξή της [όπως θα δούμε], οι σχολικές γιορτές παραμένουν προσκολλημένες στην αναπαραγωγή αυτής της ξεπερασμένης ιδέας για το έθνος και τον εθνικό εαυτό, με πιθανά πολύ εντονότερο αντίκτυπο στην αντίληψη των παιδιών, σε σχέση με τα βιβλία, λόγω του έντονα συγκινησιακού τους χαρακτήρα. Παράλληλα, οι εθνικοί μύθοι που συνόδευσαν την κατασκευή της ρομαντικής ιδέας του έθνους, όπως είναι η ταύτιση του ελληνισμού με την ορθοδοξία, εθνικές αφηγήσεις όπως το όχι του Μεταξά στην επέτειο της 28ης Οκτωβρίου, ή αυτή των «κρυφών σχολειών» στην επέτειο της 25ης Μαρτίου (ακόμα και η ίδια η ημερομηνία της επετείου!) αν και δεν διδάσκονται, καθώς δεν θεωρούνται ιστορικά γεγονότα, εξακολουθούν να αποτελούν μέρος του εθιμοτυπικού των σχολικών γιορτών.
Το ερώτημα που θέτουμε σήμερα είναι: εφόσον οι σχολικές γιορτές παραμένουν κομμάτι του ετήσιου σχολικού προγράμματος, μπορεί να υπάρξει από την πλευρά των εκπαιδευτικών μια διαφορετική προσέγγιση σε αυτές, που να τις απαλλάσσει από την αναπαραγωγή της εθνικιστικής ιδεολογίας και να τις φέρνει σε ισορροπία με τη σύγχρονη παιδαγωγική και ιστορική επιστήμη;
Ας ρίξουμε μια ματιά στα σημερινά σχολικά βιβλία για να εμπεδώσουμε την αντίφαση που υπάρχει μεταξύ του διδακτικού υλικού και του περιεχομένου των τυπικών σχολικών γιορτών.
{Τί λένε τα σχολικά βιβλία.}
Πριν αναφερθούμε στο πώς προσεγγίζονται τα γεγονότα που αντιστοιχούν στις δύο εθνικές επετείους από τα σχολικά βιβλία της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, θα πρέπει να σημειώσουμε ότι και αυτά υπηρετούν αρκούντως, αν και λιγότερο κραυγαλέα και -μερικές φορές- με πιο επιστημονικοφανή τρόπο την καλλιέργεια της εθνικής συνείδησης και της εθνικής περηφάνειας. Και σε αυτά διακρίνει κανείς την αντίληψη περί της συνέχειας, ομοιογένειας και ενότητας του έθνους, καθώς και την ανάδειξη από τη μια του ηρωισμού και από την άλλη του κατατρεγμού του ελληνικού έθνους. Βέβαια, έχουν απαλλαγεί σε μεγάλο βαθμό από τους πιο τρανταχτούς και εξόφθαλμα ανιστόρητους επιμέρους εθνικούς μύθους και σε κάποια σημεία εμφανίζονται ρωγμές και χαραμάδες από τις οποίες περνά και μια άλλη άποψη που υπαινίσσεται λιγότερο ηρωικές και εθνικά υπερήφανες στιγμές.
Η παρουσίαση των σχολικών βιβλίων της ιστορίας θα μπορούσε να αποτελεί λοιπόν το κεντρικό θέμα ενός αντίστοιχου εργαστηρίου στο μέλλον. Σήμερα θα ασχοληθούμε κατά βάση -χωρίς πάντως να εξαντλήσουμε το θέμα- με το πώς διαχειρίζονται τους σημαντικότερους εθνικούς μύθους που αναπαράγονται ακόμη και σήμερα στις περισσότερες από τις σχολικές εκδηλώσεις για τις επετείους της 25ης Μαρτίου και 28ης Οκτωβρίου τα σχολικά εγχειρίδια της ΣΤ΄ Δημοτικού -το οποίο σημειωτέον είναι σαφώς πατριωτικότερον και πιο παραδοσιακό καίτοι πιο πρόσφατα γραμμένο- και της Γ΄ Γυμνασίου.
1. Ελληνική Επανάσταση
α) “Κρυφό σχολειό”: Στο βιβλίο της ΣΤ΄ Δημοτικού υπάρχει εκτός ιστορικής αφήγησης, δίπλα στον ομώνυμο πίνακα του Γύζη το εξής κείμενο εντός πλαισίου:
Το «Κρυφό Σχολειό»
Την πρώτη περίοδο μετά την Άλωση, τα γράμματα και οι τέχνες οπισθοδρόμησαν. Επίσης, μειώθηκαν δραστικά αυτοί που αποκτούσαν σχολική μόρφωση και περιορίστηκαν ουσιαστικά σε όσους θα γίνονταν κληρικοί. Για τον λόγο αυτό, τα ελληνικά γράμματα διδάσκονταν κυρίως στις εκκλησίες ή στα μοναστήρια, από δασκάλους ιερωμένους. Αυτές οι δύσκολες συνθήκες αποτυπώθηκαν στην εθνική συλλογική μνήμη*, κατά τον 19ο αιώνα, με τη μορφή της δραματικής εικόνας του Νικολάου Γύζη «το Κρυφό Σχολειό» και το ομότιτλο ποίημα του Ιωάννη Πολέμη (1899). Αργότερα, από τον 17ο αιώνα και έπειτα, η ακμή του εμπορίου έδωσε ώθηση και στο ζήτημα τηςεκπαίδευσης. Έτσι αυξήθηκε ο αριθμός των σχολείων, ιδιαίτερα μάλιστα των κοσμικών σχολείων, τα οποία λειτουργούσαν πλέον στο πλαίσιο του κοινοτικού θεσμού, υπό την εποπτεία των προεστών κάθε τόπου* εθνική συλλογική μνήμη: η άποψη που έχει διαμορφώσει ένας λαός για ένα γεγονός μέσω κυρίως της παιδείας και της παράδοσής του.
Ούτε απαγόρευση της εκπαίδευσης λοιπόν κατά την Οθωμανοκρατία ούτε αποκλειστικότητα της Εκκλησίας στο θέμα αυτό ούτε λυρισμοί του στυλ “κάτω από τη φλόγα ενός τρεμάμενου κεριού σε κάποια κόγχη εκκλησίας έμενε άσβεστη η φλόγα του ελληνισμού.”
Στο βιβλίο της Γ΄ Γυμνασίου δεν γίνεται καμία αναφορά στο “Κρυφό Σχολειό.” Αντίθετα, συναντάμε το παρακάτω αφοπλιστικό απόσπασμα: “Η ορθόδοξη εκκλησία, που αναγνωριζόταν από την οθωμανική διοίκηση ως η ηγεσία όλων των υπόδουλων χριστιανών, εναντιωνόταν στη διάδοση των διαφωτιστικών ιδεών επειδή θεωρούσε ότι μια επανάσταση θα έθετε σε κίνδυνο την ίδια αλλά και τον ελληνισμό.”
β) Έναρξη Επανάστασης
Και στα δύο εγχειρίδια ντεφάκτο έναρξη θεωρείται η κήρυξη της επανάστασης στη Μολδοβλαχία στις 24 Φεβρουαρίου του 1821 με πανομοιότυπη σχεδόν διατύπωση (“Τελικά αποφασίστηκε να ξεκινήσει η Επανάσταση από τις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες” ΣΤ΄ Δημοτικού, “Η επανάσταση αποφασίστηκε να ξεκινήσει από τις παραδουνάβιες ηγεμονίες”, Γ΄ Γυμνασίου), ενώ για την έναρξη στον ελλαδικό χώρο σε κανένα από τα δύο δεν δίνεται ως ημερομηνία έναρξής της η 25η Μαρτίου (“Η Επανάσταση ξεκίνησε τον Μάρτιο του 1821 στην Πελοπόννησο, με επιθέσεις εναντίον οχυρωμένων Τούρκων στα Καλάβρυτα και στη Βοστίτσα (Αίγιο). Στις 23 Μαρτίου παραδόθηκε στους Έλληνες η Καλαμάτα...“, “Επαναστάσεις ξέσπασαν τον Μάρτιο του 1821 σε διάφορα σημεία της Πελοποννήσου...”). Πολύ δε περισσότερο δεν γίνεται καμιά αναφορά στην φαντασιοπληξία περί υψώσεως του λαβάρου της επανάστασης στην Αγία Λαύρα από τον Παλαιών Πατρών Γερμανό και ευλογίας των όπλων των αγωνιστών -πέρα από την ύπαρξη ενός πίνακα του Βρυζάκη στο βιβλίο του γυμνασίου με την εξής λεζάντα: “Θ. Βρυζάκης, Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός ευλογεί τη σημαία της επανάστασης (φανταστική σύνθεση). Αν και ο Αγώνας είχε ξεκινήσει λίγες μέρες νωρίτερα, η 25η Μαρτίου ορίσθηκε το 1838 ως εθνική επέτειος για να συνδεθεί η κήρυξη της Επανάστασης με τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου.” Με άλλα λόγια, το ίδιο το σχολικό βιβλίο υποβάλει στο μαθητή/τρια την ιδέα ότι πίσω από την ημερομηνία εορτασμού της επετείου υποκρύπτονται σκοπιμότητες και όχι ιστορική αλήθεια.
γ) Υπερτόνιση πολεμικών γεγονότων-ηρωισμού Ελλήνων
Από τις έξι ενότητες που αναφέρονται στην ελληνική επανάσταση στο βιβλίο του γυμνασίου μόνο η μία (και άλλη μισή από δω κι από κει) αφιερώνεται στις πολεμικές συγκρούσεις, σχεδόν τηλεγραφικά και χωρίς ηρωοποιήσεις των Ελλήνων ή δαιμονοποίηση των Τούρκων. Το δεύτερο μπορεί να ειπωθεί και για το βιβλίο του δημοτικού το οποίο βέβαια είναι πολύ πιο διεξοδικό σε ό,τι αφορά την εξιστόρηση των στρατιωτικών γεγονότων και φροντίζει να περιβάλει με μια σχετική αίγλη τα κατορθώματα των Ελλήνων αγωνιστών, αλλά φροντίζει να κρατά και μια αντικειμενική και ψύχραιμη στάση απέναντι στους Οθωμανούς. Σε ένα σημείο του μάλιστα γίνεται και αναφορά στη μελανότερη ίσως στιγμή της επανάστασης από τη μεριά των Ελλήνων, τη σφαγή της Τριπολιτσάς (“Η Τριπολιτσά έπεσε στα χέρια των επαναστατών στις 23 Σεπτεμβρίου του 1821. Ακολούθησαν σφαγές και λεηλασίες”).
δ) Εθνική ομοψυχία-ομόνοια
Στο βιβλίο του δημοτικού η αναφορά στις εμφύλιες συγκρούσεις κατά τη διάρκεια της επανάστασης είναι μάλλον σύντομη (“οι Έλληνες επαναστάτες είχαν διχαστεί από τις εμφύλιες διαμάχες για την εξουσία, με αποκορύφωμα τη φυλάκιση του Κολοκοτρώνη και άλλων γνωστών οπλαρχηγών“). Παρ' ολ' αυτά, δεν υπάρχουν κορόνες περί εθνικής ενότητας και αγώνα όλων των Ελλήνων. Το ίδιο ισχύει ακόμη πιο πολύ για το βιβλίο του γυμνασίου που αναφέρεται διεξοδικά και στους δύο εμφύλιους πολέμους κατά την επανάσταση και στα -ταξικά ή ταπεινά- αίτιά τους (“Οι αντιθέσεις ανάμεσα στους Έλληνες που προεπαναστατικά διέθεταν εξουσία και τώρα επιδίωκαν να τη διατηρήσουν (πρόκριτοι, ιεράρχες, Φαναριώτες) και σ’ εκείνους που αναδείχτηκαν στα πεδία των μαχών και θεωρούσαν αυτονόητο δικαίωμά τους την πρωταγωνιστική συμμετοχή τους στα κοινά (οπλαρχηγοί, Φιλικοί), οι τοπικιστικές αντιθέσεις, οι διαφωνίες για τη διαχείριση των χρημάτων του δανείου που είχε συναφθεί στην Αγγλία και οι καθαρά προσωπικές αντιπαλότητες και φιλοδοξίες γέννησαν την εμφύλια διαμάχη.”). Ιδιαίτερη αίσθηση προκαλεί και η απόλυτα αντιηρωική επιστολή (μάλλον του Ι. Κωλέττη) που παρατίθεται δίπλα στο παραπάνω απόσπασμα, με την οποία ο συντάκτης της προτρέπει τους Στερεοελλαδίτες οπλαρχηγούς να επιτεθούν στους Μοραΐτες ομόλογούς τους για να τους πάρουν τα πλούτη!
Κλείνοντας την αναφορά στο '21, δεν θα μπορούσα να παραλείψω το παρακάτω παράθεμα από το βιβλίο του γυμνασίου:
Μόνο μία από τις επαναστάσεις του 1820-1822 κατόρθωσε να επιβληθεί, και αυτό αποδίδεται εν μέρει στην επιτυχία της να πάρει μορφή γνήσιας λαϊκής επανάστασης και στην ευνοϊκή διπλωματική κατάσταση: ο ελληνικός ξεσηκωμός του 1821. Η Ελλάδα, συνεπώς, έγινε πηγή έμπνευσης του διεθνούς φιλελευθερισμού [...].
E.J. Hobsbawm, Η εποχή των επαναστάσεων
2. Η Ελλάδα στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο
Το απόσπασμα του σχολικού εγχειριδίου του δημοτικού που αναφέρεται στο καθαυτό “αλβανικό έπος” (έτσι ονομάζεται το σχετικό κεφάλαιο) είναι περίπου μισή σελίδα και αφήνει μάλλον αμφίθυμα συναισθήματα. Από τη μια έχουμε άρνηση του Μεταξά (ο οποίος έχει ήδη περιγραφεί ως ένας μάλλον μετριοπαθής δικτάτορας με στρατιωτική διορατικότητα) εξ ονόματος όλων των Ελλήνων και από την άλλη έχουμε το ελληνικό “ΟΧΙ”, την άρνηση ενός ολόκληρου λαού κτλ. Αφενός ο πόλεμος παρουσιάζεται ουδέτερα σαν ένας πόλεμος μεταξύ δύο κρατών και αφετέρου λείπει ο πανηγυρικός τόνος που χαρακτηρίζει τις επετειακές εκδηλώσεις:
“Η Ελλάδα μπήκε στον πόλεμο τον Οκτώβριο του 1940. Είχαν προηγηθεί εχθρικές ιταλικές ενέργειες, με σοβαρότερη τον τορπιλισμό του καταδρομικού «Έλλη» από ιταλικό υποβρύχιο, τον Δεκαπενταύγουστο του 1940, στο λιμάνι της Τήνου. Δυόμισι μήνες αργότερα, χαράματα της 28ης Οκτωβρίου, ο Ιταλός πρέσβης στην Αθήνα Γκράτσι επέδωσε στον Μεταξά τελεσίγραφο ζητώντας την παράδοση της χώρας. Η άρνηση του Μεταξά εξ ονόματος όλων των Ελλήνων σήμανε την αρχή του πολέμου.
Λίγο αργότερα ιταλικά στρατεύματα εισέβαλαν από τα ελληνοαλβανικά σύνορα, με σκοπό να καταλάβουν αρχικά την Ήπειρο. Ταυτόχρονα μία ομάδα Αλπινιστών διείσδυσε στη Βόρεια Πίνδο για να χτυπήσει στα νώτα τους οχυρωμένους Έλληνες και να εμποδίσει την άφιξη ενισχύσεων από τη Θεσσαλία.
Όμως ο ελληνικός στρατός αμύνθηκε με επιτυχία, ενώ οι Ιταλοί Αλπινιστές εξουδετερώθηκαν στις χιονισμένες χαράδρες του Σμόλικα. Στα μέσα Νοεμβρίου του 1940 οι Έλληνες στρατιώτες αντεπιτέθηκαν, αναγκάζοντας τους Ιταλούς να αποσυρθούν στο εσωτερικό της Αλβανίας και πετυχαίνοντας σημαντικές νίκες, μπήκαν στη Βόρεια Ήπειρο, αλλά η περαιτέρω προώθησή τους ήταν πολύ δύσκολη. Λόγω του ορεινού εδάφους και του βαρύτατου χειμώνα, τα κρυοπαγήματα ήταν περισσότερα από τις απώλειες της μάχης, ενώ η μεταφορά τροφίμων και πυρομαχικών δυσκόλευε όσο τα στρατεύματα απομακρύνονταν απο τα ελληνικά σύνορα.
Η επιχείρηση της Ιταλίας στο μέτωπο της Αλβανίας είχε αποτύχει χάρη στο ελληνικό «ΟΧΙ», την άρνηση ενός ολόκληρου λαού να υποταγεί στις επιθυμίες των ισχυρών και να χάσει τη λευτεριά του.
Το σαφώς καλύτερο εγχειρίδιο του γυμνασίου που νωρίτερα έχει σκιαγραφήσει πολύ μελανότερα τον δικτάτορα, γράφει για το “ΟΧΙ”: “Η άρνηση του Μεταξά καταγράφηκε στη συνείδηση του ελληνικού λαού ως ΟΧΙ.” και στη συνέχεια αφιερώνει δυο-τρεις μικρές παραγράφους στις συγκρούσεις στην Πίνδο. Η ιστορική αφήγηση συνοδεύεται από δυο λογοτεχνικά αποσπάσματα μάλλον αντιηρωικά (αυτό του Μπεράτη μιλάει για το κρύο και του Ελύτη για την ψείρα). Με άλλα λόγια, από κανένα από τα δύο βιβλία δεν προκύπτουν οι ύμνοι στον απαράμιλλο ηρωισμό των Ελλήνων και οι παραλληλισμοί με τις Θερμοπύλες και τους Μαραθώνες που γεμίζουν συχνά τις σχολικές γιορτές.
Άξιες αναφοράς είναι και οι περικοπές για τον Τσολάκογλου (“ο αντιστράτηγος Τσολάκογλου υπέγραψε, με δική του πρωτοβουλία, συνθηκολόγηση”, “Οι κατακτητές διόρισαν κυβέρνηση από Έλληνες συνεργάτες τους (δωσίλογοι) με πρωθυπουργό τον Γ. Τσολάκογλου, η οποία βασίστηκε, όσον αφορά τα πρόσωπα, στο καθεστώς Μεταξά.”)
Στη συνέχεια και τα δύο βιβλία αναφέρονται διεξοδικά στην Κατοχή και την Αντίσταση, αλλά δεν τονίζεται -ιδίως σε αυτό του δημοτικού- ο αντιφασιστικός της χαρακτήρας. Μολαταύτα, δίνουν πολύ μεγαλύτερο βάρος σε αυτή από ότι πολλές σχολικές γιορτές.
Αυτό που προκύπτει από όλα τα παραπάνω είναι ότι η αναπαραγωγή των εθνικών μύθων στις σχολικές γιορτές δεν οφείλεται κατά βάση στα σχολικά εγχειρίδια και πρέπει να αναζητηθεί είτε στο “κρυφό” αναλυτικό πρόγραμμα, δηλαδή σε όσα σχετικά προωθούνται από το υπουργείο παιδείας στα σχολεία ρητά και υπόρρητα, είτε στην “πατριωτική” πρωτοβουλία εκπαιδευτικών που βρίσκουν έτσι τον τρόπο να περάσουν τις απόψεις τους περί έθνους και ιστορίας. Δεν πρέπει να παραβλέπουμε βέβαια τη βαρεμάρα και τον διεκπεραιωτισμό πολλών που απλώς αναπαράγουν προκατασκευασμένες σχολικές γιορτές από το παρελθόν που βρίσκονται στα χέρια τους. Το γεγονός όμως ότι η μεγάλη πλειονότητα των μαθητών, αλλά και των ενηλίκων, αντιλαμβάνονται τα δύο ιστορικά γεγονότα στα οποία αναφέρονται οι δύο επέτειοι κυρίως με τον τρόπο που τα παρουσιάζουν οι σχολικές γιορτές δείχνει και κάτι άλλο: ότι το χτίσιμο της εθνικής ταυτότητας στο σχολείο δεν επιτυγχάνεται ούτε μόνο ούτε κυρίως μέσα από το μάθημα της ιστορίας, αλλά και μέσα από τις σχολικές εκδηλώσεις. Γι' αυτό και τέτοιες εκδηλώσεις πρέπει να θεωρούνται μεγάλη ευκαιρία για όσους εκπαιδευτικούς αντιλαμβάνονται αυτά τα θέματα με ένα διαφορετικό βλέμμα.
(δικτύωση εγχειρημάτων ελεύθερων μαθημάτων και αλληλέγγυας εκπαίδευσης:
-ΌμΜΙΚΡΟ (ομάδα μαθημάτων Μικρόπολις)
- Σχολείο Αλληλεγγύης "Οδυσσέας"
-Εκτός Τάξης (ομάδα μαθημάτων Κοινωνικού Κέντρου / Στεκιού Μεταναστών
-Κύκλος Αυτομόρφωσης για τη Μάθηση και την Ελευθερία (ΕΚΧ Σχολείο))
"Πώς να πεθάνουμε το μάθαμε καλά απ' των σχολειών τις γιορτές": Αποδομώντας τις σχολικές εθνικές γιορτές.
Την εκδήλωση συνδιοργάνωσαν οι συλλογικότητες της δικτύωσης, δηλαδή οι:
-ΌμΜΙΚΡΟ (ομάδα μαθημάτων Μικρόπολις)
- Σχολείο Αλληλεγγύης "Οδυσσέας"
-Εκτός Τάξης (ομάδα μαθημάτων Κοινωνικού Κέντρου / Στεκιού Μεταναστών
-Κύκλος Αυτομόρφωσης για τη Μάθηση και την Ελευθερία (ΕΚΧ Σχολείο)
και οι Kaius Sparilus (ομάδα για την άρνηση στράτευσης στη Θεσσαλονίκη)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου