Εκτύπωση

του Λάζαρου Ασμή,

«Κι εσύ τι έδωσες, κυρ Παντελή;

Πες μας τι έκανες σ’ αυτή τη γη.

Πες μας τι άφησες κληρονομιά

που να εμπνέει τη νέα γενιά.»

Καλούμαστε εμείς οι εκπαιδευτικοί αυτές τις ημέρες να βάλουμε μπροστά τις διαδικασίες αξιολόγησης των σχολικών μονάδων για τη δήθεν «βελτίωση της ποιότητας του παρεχόμενου εκπαιδευτικού έργου» σε μια δύσκολη χρονιά, ένεκα πανδημίας αλλά και ανικανότητας του υπουργείου να ανταπεξέλθει σε αυτή την κατάσταση (ασφάλεια σχολείων, τηλεκπαίδευση κλπ). Είναι μία διαδικασία copypaste από άλλες χώρες (αγγλοσαξωνικό σύστημα), δοκιμασμένη με εμφανή τα αποτελέσματα της αποτυχίας τους.

Σε αυτή τη φάση λοιπόν που ο εκπαιδευτικός κλάδος αντιδρά σε αυτήν την αξιολόγηση-χειραφέτηση, ανασύρθηκαν όλα τα συστημικά σλόγκαν-επιχειρήματα από την κυβερνητική φαρέτρα:

«Χρειάζεται βελτίωση της λειτουργίας των σχολείων». Σίγουρα! Αλλά τι ακριβώς χρειάζεται; Ας δούμε δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα:

  • Σίγουρα καλύτερη υλικοτεχνική υποδομή. Στο σημείο αυτό η εκάστοτε κυβέρνηση έχει ρίξει το μπαλάκι στους δήμους δίνοντας κάποια πενιχρά ποσά και αυτοί μετά προσπαθούν να κάνουν διαμοιρασμό της φτώχειας στα σχολεία της περιφέρειάς τους.

  • Μήπως από την άλλη μεριά δεν χρειάζονται καλύτερες παιδαγωγικές συνθήκες μέσα στις τάξεις και να μην συνωστίζονται οι μαθητές σε 25άρια και 27άρια τμήματα ακόμα και σε περίοδο πανδημίας;

Πώς το υπουργείο θα βάλει τα σχολεία να αξιολογηθούν-λογοδοτήσουν σε τομείς που είναι εμφανείς οι συνέπειες της αποτυχημένης πολιτικής του;

«Εσείς που αξιολογείτε τους μαθητές δεν θέλετε να αξιολογηθείτε». Σαφώς! Ο καθένας έχει τον κοινωνικό του ρόλο με σαφείς υποχρεώσεις. Μέσα στο έργο μας είναι και να δίνουμε σε κάθε μαθητή την αποτύπωση της επίδοσής του ώστε να καθοριστούν τα όρια των δυνατοτήτων βελτίωσής τους. Αυτό και μόνο! Όχι για να τους κατατάσσουμε σε καλούς και κακούς ή για να αναδεικνύουμε απλά τους άριστους. Η αξιολόγηση δεν έχει ανταλλακτικό χαρακτήρα αλλά ούτε εκβιαστικό, όπως προφανώς θέλουν να την μετατρέψουν οι ιθύνοντες του συστήματος με την τράπεζα θεμάτων κλπ.

«Ο κλάδος τόσο καιρό δεν έχει να αντιπροτείνει μία άλλη αξιολόγηση για να προλάβει την κυβέρνηση». Ευτυχώς! Όχι όμως γιατί δεν μπορεί να το κάνει. Η όποια ανεπάρκεια του κλάδου, πρωτίστως των συνδικαλιστικών ηγεσιών, έχει να κάνει με το ότι δεν έχει αναδείξει τη διαφορά αντιλήψεων μεταξύ υπουργείου και εκπαιδευτικών, για τους βασικούς στόχους της όλης εκπαιδευτικής διαδικασίας. Το υπουργείο είναι ξεκάθαρο ότι, ακολουθώντας τα προστάγματα του ΟΟΣΑ, αντί να επιδιώκει μια ολόπλευρη αγωγή των μαθητών, δηλαδή μία βασική γενική παιδεία για όλους, προσπαθεί να στήσει ένα σύστημα κατηγοριοποίησης, στο οποίο θα ξεχωρίζουν οι άριστοι και οι υπόλοιποι θα οδεύουν στην κατάρτιση, δηλαδή στη φθηνή απόκτηση δεξιοτήτων που έχει ανάγκη η αγορά. Καμία μέριμνα για τις πνευματικές ανάγκες των παιδιών. Συμφωνούμε εμείς σ΄ αυτό; Όχι βέβαια! Αφού δεν συμφωνούμε στο τι εκπαίδευση θέλουμε πώς μπορεί να περιμένει κάποιος πρόταση αξιολόγησης; Τι ακριβώς θα αξιολογούμε; Αλλά, ακόμα και αν αποδεχόμαστε την ύπαρξη έλλειψης αντιπροτάσεων, αυτό δεν θα δικαιολογούσε την όποια υποταγή σε οτιδήποτε μας «πασάρει» το υπουργείο.

«Είναι νόμος του κράτους όποτε δεν μπορούμε να μην τον εφαρμόσουμε». Αχ ρε «Κυρ Παντελή μου»! Μπορούμε εμείς οι εκπαιδευτικοί να γίνουμε απλοί διεκπεραιωτές των νόμων παρακάμπτοντας την παιδαγωγική μας ιδιότητα; Όχι! Αυτό δεν είναι φυσιολογικό. Ειδικά αυτή η κυβέρνηση που έχει δώσει πολλά δείγματα «παράνομης» και ανήθικης νομοθέτησης και πρακτικής: από το μη σεβασμό των προσωπικών δεδομένων (τηλεκπαίδευση, κάμερες στην τάξη), από την άνιση κατανομή των θέσεων στα πανεπιστήμια, από την προσπάθεια να στήσει υπηρεσιακά συμβούλια από δοτούς αιρετούς (ψηφισμένους από το 6%) κλπ μέχρι την επιδεικτική αθέτηση απαγορευτικών διατάξεων από τον ίδιο των πρωθυπουργό (βλέπε Ικαρία). Εμείς λοιπόν θα γίνουμε «Γραμματείς και Φαρισαίοι» σε ένα τέτοιο πολιτικό σύστημα;

Μήπως λοιπόν, εκτός από το να αναπαράγουμε όλα αυτά τα συστημικά σλόγκαν και να υιοθετούμε ανερυθρίαστα τον κοινωνικό αυτοματισμό, πρέπει να πούμε στους μαθητές μας και τους γονείς τους τι σχολείο προσπαθούν να μας επιβάλλουν;

Λοιπόν καλέ μας γονέα αν όλα πάνε κατ’ ευχήν του υπουργείου σε λίγα χρόνια:

  • Θα έχεις ένα «μενού» με τα καλά και τα κακά σχολεία και να εύχεσαι το δικό σου το παιδί να μπορεί να πάει σε ένα καλό από αυτά. Γιατί δεν θα υπάρχουν ισότιμα σχολεία για όλα τα παιδιά, μόνο λίγα καλά τα οποία, άκουσον-άκουσον, θα χρηματοδοτούνται περισσότερο από τα κακά. Έτσι! Γιατί πρέπει να αναπαράγεται η ανισότητα!

  • Από τώρα όμως θα δεις κάποιες αλλαγές. Τα σχολεία θα αναπτύσσουν πολλές εξωδιδακτικές δραστηριότητες. Θα βλέπουν τα παιδιά συχνά την κάμερα στο σχολείο, τις δράσεις στο διαδίκτυο κλπ. Πολλά «ουάου!» για το τίποτα. Τι να κάνουμε; Αυτό «πουλάει»! Έτσι θα γίνουν τα παιδιά μας ανταγωνιστικά. «Το αν δεν αναπτύξουν όλες τις πνευματικές στους δεξιότητες, δεν πειράζει!» λένε οι νόμοι της αγοράς.

  • Θα δεις το παιδί σου, καθ’ όλη τη διάρκεια της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, να τρέχει «σαν τα άλογα στον ιππόδρομο» (όπως σήμερα κάνουν οι μαθητές της Γ΄ Λυκείου) αν θέλει να έχει τύχη σε ένα σύστημα ανταγωνιστικό που θα το πιέζουν και οι καθηγητές περισσότερο, γιατί θα αξιολογείται το σχολείο και αυτοί οι ίδιοι από τις επιδόσεις των μαθητών. Δεν θα τους επιτρέψουμε να ζουν την εφηβεία τους.

Η επίθεση που δεχόμαστε είναι τέτοια που δεν χωρούν μεσοβέζικες τακτικές. Οι «Κυρ Παντελίδες» χρεώνονται αυτόχρημα στην κυβερνητική πολιτική. Δεν το λέμε εμείς. Το επιβάλλει η «Θατσερική» πολιτική του υπουργείου. Ο διευθυντής πρέπει να πάρει το ρόλο του επιστάτη ενός σχολείου-φάμπρικα, ο εκπαιδευτικός να γίνει απλά ένας σκληρός εκπαιδευτής μαθητών-λαγωνικών που θα αριστεύσουν. Θα αφήσουμε το σχολείο τελικά να γίνει μία Οργουελικού τύπου «Φάρμα ζώων»;

Δεν πρέπει να δείξουμε άλλη ανοχή γονείς, εκπαιδευτικοί και μαθητές. Δεν μπορούμε να παραμένουμε άλλο τα πειραματόζωα του αυταρχισμού. Ας απαρνηθούμε τον «Κυρ Παντελή» που ελλοχεύει μέσα μας.

Υ.Γ: Το παρόν άρθρο δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση υποστηρικτή της προηγούμενης κυβερνητικής πολιτικής που αποτελεί τον άλλο πόλο του ίδιου συστήματος. Δεν θέλουμε να αναδείξουμε την σκληρότητα του «μαστιγίου» για να φανεί πιο γλυκό το «καρότο». Και τα δύο στον ίδιο γκρεμό μας οδηγούν, απλά με διαφορετική αίσθηση.