Μικρά παιδιά κοιτάχτηκαν,
Είπαν το ένα στ’ άλλο
στη γλώσσα του θανάτου, τη σιωπηλή και βουερή.
Δεν μπόρεσα να καταλάβω τίποτα
-παιδιά τρυφερά στη ζωή
και ακόμα πιο τρυφερά στο θάνατο.
Έτσι είπε ο ποιητής
όχι στην εβραϊκή, όχι στην αραβική ή σε άλλη γλώσσα,
παιδιά σφαγιασμένα δεν έχουν χείλη,
το λένε κι οι ουρανοί ,
και νομίζω ότι το είπαν
και δεν μπόρεσα να καταλάβω,
παιδιά τρυφερά στη ζωή
κι ακόμα πιο τρυφερά στο θάνατο.
Έτσι είπε ο ποιητής,
Θεέ μου, ο εν τοις ουρανοίς,
που καταλαβαίνεις πιο πολλά,
τα πάντα με σοφία εποίησες,
θαυμαστή η σοφία σου,
δεν σε επικρίνω.
(β)
Και προς στιγμήν ξεχνιούνται τα αξέχαστα πράγματα,
ο άνθρωπος έχει μυαλό,
το ζώο έχει εγκέφαλο
και δεν ξέρω ποιανού ο πόνος θα απαλύνει
όταν ο ποιητής φανερώσει
το σκληρό μυστικό του θανάτου.
Θάνατος εδώ, θάνατος εκεί,
παιδί εδώ, παιδί εκεί,
κόρη εδώ, κόρη εκεί,
σπαράζουν στη ζωή και στο θάνατο:
είναι το κλάμα που ακόμα δεν άρχισε,
είναι το κλάμα που ακόμα δεν τέλειωσε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου