Δευτέρα 24 Οκτωβρίου 2022

 


«...οι δάσκαλοι και οι οργανώσεις τους οφείλουν να προασπιστούν το λειτούργημα και επάγγελμα τους, όχι μόνο αμυντικά, αλλά με μια πειστική απάντηση στο πρόβλημα της ποιότητας του δασκάλου»

Μέσα στο σύγχρονο πολιτικό, κοινωνικό και οικονομικό περιβάλλον, όπως αυτό διαμορφώνεται, η διδασκαλία βρίσκεται στην κορυφή του παγκόσμιου ενδιαφέροντος. Ενώ όμως είναι ευρέως πλέον αποδεκτό ότι ο βασικός παράγοντας που επηρεάζει τη μάθηση και την πρόοδο των παιδιών είναι ο ίδιος ο εκπαιδευτικός, οι αναλύσεις και οι επιλογές που γίνονται, προβλέπονται δυσοίωνες για την εκπαίδευση.

Η μια επιλογή είναι μια ολομέτωπη επίθεση στις κάθε είδους οικονομικές αποδοχές των εκπαιδευτικών. Έρχεται από την παγκόσμια οικονομική κατάρρευση και την προσδοκία ότι ο δημόσιος τομέας και το μεγάλο εκπαιδευτικό δυναμικό του θα πρέπει να πληρώσουν το τίμημα. Στην Αγγλία, ένας υπουργός της κυβέρνησης έχει διακηρύξει ότι η αριστεία θα συμβεί στον δημόσιο τομέα μόνο όταν υπάρχει «κάποια πραγματική πειθαρχία και κάποιος φόβος» από τις απώλειες θέσεων εργασίας. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, άλλοι σχολιαστές έχουν στραφεί ενάντια στους μισθούς των εκπαιδευτικών γιατί «επιβαρύνουν σε μεγάλο βαθμό τις συνταξιοδοτικές παροχές», υποστηρίζοντας (χωρίς πραγματικά δεδομένα) ότι οι νεότεροι εκπαιδευτικοί θέλουν περισσότερα χρήματα νωρίτερα σε βάρος της ασφάλειας αργότερα. Φυσικά από πουθενά δεν προκύπτει ότι με μικρότερους μισθούς και ασφαλιστικές παροχές θα αυξηθεί η ποιότητα των εκπαιδευτικών.

Η δεύτερη επιλογή (και συναφής) είναι η νομισματική, όπου οι εκπαιδευτικοί πληρώνονται σύμφωνα με την επιτυχία στην ατομική τους αξιολόγηση. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, κρατικές υπηρεσίες εκπαίδευσης και οι επιτροπές τους συμπαρατάσσονται με οικονομολόγους, οι οποίοι έρχονται με τύπους για να πληρώσουν τους εκπαιδευτικούς σύμφωνα με τις ατομικές επιδόσεις τους, ιδιαίτερα σε σχέση με τις βαθμολογίες των εξεταστικών δοκιμασιών των μαθητών τους. Οι εκπαιδευτικοί θα πρέπει να κάνουν συγκεκριμένα πράγματα για να συμμορφωθούν με τον  αδυσώπητο αυτό αγώνα, που οδηγεί στις επιχορηγήσεις της ομοσπονδιακής κυβέρνησης  Η στρατηγική αυτή, χωρίς προηγούμενο ιστορικό επιτυχίας, επαναφέρει τις πριν ένα αιώνα θεωρίες του Taylor. Αγνοεί τις ψυχολογικές έρευνες που δείχνουν ότι η οικονομική ανταμοιβή βελτιώνει μόνο τις επιδόσεις σε τομείς δεξιοτήτων χαμηλού επιπέδου, ​​όχι σε πολύπλοκες εργασίες, όπως τη διδασκαλία. Συγχρόνως εκπαιδευτικοί υψηλών προσόντων αποφεύγουν να αναλάβουν δύσκολες τάξεις και μαθήματα για να μην μειώσουν τη βαθμολογία τους. Βλ. σχετικά και τις δηλώσεις του πρωθυπουργού κ. Σαμαρά στην Καθημερινή στις 16/11/2014*

Η τρίτη επιλογή (επίσης σχετική) είναι να κάνει τη διδασκαλία απλουστευτική, να μειώσει την κρίση και τον επαγγελματισμό των εκπαιδευτικών, έτσι ώστε άνθρωποι με λιγότερα προσόντα να μπορούν να διδάσκουν. Περιορισμός του αναλυτικού προγράμματος,  στροφή στην τεχνική εκπαίδευση, σαφείς οδηγίες και τυποποίηση της διδασκαλίας με κατεύθυνση τα τεστ, υποβάθμιση της παιδείας σε μικρές κατανοήσεις αποσπασμάτων κειμένων, αγνόηση της πολιτιστικής και γλωσσικής πολυμορφίας, αντιμετώπιση των εκπαιδευτικών ως απλών εκπροσώπων παράδοσης των κυβερνητικών πολιτικών, και μείωση της ανταπόκρισης στις ποικίλες εκπαιδευτικές ανάγκες των μαθητών τους. Αν αυτό είναι το είδος της διδασκαλίας που χρειάζεται,  προφανώς δε χρειάζεται και πολύ χρόνος για να προετοιμασθούν οι «δάσκαλοι» να το κάνουν και βέβαια δεν χρειάζονται και πολλά χρήματα. Δεν θα χρειαστούν  λοιπόν μεγάλου χρονικού διαστήματος προετοιμασίες και μεταπτυχιακά, αλλά (φθηνότεροι) εναλλακτικοί δρόμοι  πιστοποίησης και συμπιεσμένα προγράμματα κατάρτισης. Δεν είναι βέβαια δύσκολο να φανταστούμε τι θα συμβεί στους πολιτισμούς, αλλά και στην οικονομία των χωρών που θα επιλέξουν αυτήν την κατεύθυνση.

Προφανώς υπάρχουν καλύτεροι τρόποι από αυτούς για να προχωρήσουμε προς τα εμπρός. Ο  Woody Allen αστειευόμενος συμβούλευε: «Περισσότερο από κάθε άλλη στιγμή στην ιστορία, το ανθρώπινο είδος βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι. Ο ένας δρόμος οδηγεί στην απόλυτη απελπισία και ο άλλος στην απόλυτη εξαφάνιση. Ας προσευχηθούμε, να μας δοθεί η σοφία, να επιλέξουμε κατάλληλα.» Οι παγκόσμια τρέχουσες  προσπάθειες για την αναθεώρηση του επαγγέλματος του δασκάλου θέτουν σε κίνδυνο να μετατρέψουν αυτό το αστείο σε πραγματικότητα!

Εν όψει όλων αυτών των απειλών οι δάσκαλοι και οι οργανώσεις τους οφείλουν να προασπιστούν το λειτούργημα και επάγγελμα τους, όχι μόνο αμυντικά, αλλά με μια πειστική απάντηση στο πρόβλημα της ποιότητας του δασκάλου. Μια τέτοια απάντηση θα πρέπει να εκμεταλλεύεται όλο το υπάρχον δυναμικό του εκπαιδευτικού συστήματος και να γίνει η δύναμη για συνεχή αλλαγή που θα ωφελεί όλους ατομικά και την κοινωνία συνολικά. Για να γίνει αυτό όμως απαιτούνται ευρύτερες συνεργασίες. Καθώς όμως οι κουλτούρες συνεργασίας δεν νομοθετούνται, η λύση αυτή για αλλαγή πρέπει να έρθει από κάτω. Η πιο πειστική απάντηση που φαίνεται να υπάρχει σήμερα και όπου εφαρμόστηκε σωστά είχε επιτυχία, σε αντίθεση με τις προαναφερόμενες τρεις επιλογές, είναι οι επαγγελματικές κοινότητες μάθησης (ΕΚΜ) (Fullan, Hill & Crevola, 2006: Hargreaves & Fullan, 2012)


Σε μια συνοπτική εικόνα για τις Επαγγελματικές Κοινότητες Μάθησης μπορούμε να πούμε ότι:

  1. Ο θεμελιώδης σκοπός του σχολείου είναι να εξασφαλίζει υψηλά επίπεδα μάθησης για όλους τους μαθητές, και ο βαθμός που το σχολείο το επιτυγχάνει αυτό, πρέπει να έχει φανερό αποτέλεσμα στη βραχυπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη επιτυχία του μαθητή. Η σχετική ερώτηση στην PLC δεν είναι «Αυτό διδάχθηκε;», αλλά «Αυτό το μάθανε;». Η μεταστροφή από την εστίαση στη διδασκαλία, στην εστίαση στη μάθηση, είναι η βάση της εργασίας της PLC.

  2. Οι εκπαιδευτικοί δεν μπορούν να εκπληρώσουν το θεμελιώδη της μάθησης για όλους, εάν εργάζονται μόνοι τους. Γι αυτό, πρέπει να εργάζονται μαζί, συνεργατικά, για να αποδώσουν αυτά τα στοιχεία που έχουν το μεγαλύτερο αντίκτυπο στη μάθηση του μαθητή και συγχρόνως να αναλάβουν συλλογική υπευθυνότητα να επιβεβαιώσουν ότι αυτή η μάθηση λαμβάνει χώρα.

  3. Οι εκπαιδευτικοί δεν γνωρίζουν το βαθμό στον οποίο οι μαθητές μαθαίνουν, εκτός και εάν αυτοί έχουν ένα προσανατολισμό στο αποτέλεσμα, ψάχνοντας συνεχώς αποδείξεις και ενδείξεις της μάθησης του μαθητή. Τότε θα χρησιμοποιήσουν αυτές τις ενδείξεις για να αναγνωρίσουν τους μαθητές που χρειάζονται πρόσθετο χρόνο και στήριξη για μάθηση και να τροφοδοτήσουν με πληροφορίες και να βελτιώσουν την ίδια την πρακτική διδασκαλίας τους μέσα στην τάξη.

Fullan, M., Hill, P., & Crevola, C. (2006). Breakthrough. Thousand Oaks, CA: Corwin Press.

Hargreaves, Α & Fullan, Μ. (2012). Professional Capital:  Transformng Teaching in Every School . New York: Teachers College Press.

*…Αναβάθμιση της δημόσιας Παιδείας, ώστε να κρίνεται το έργο των εκπαιδευτικών από τα αποτελέσματά τους, δηλαδή από τις επιδόσεις των μαθητών στο γυμνάσιο και στο λύκειο. Κι όχι να υποκαθίσταται από τη φροντιστηριακή παραπαιδεία. Ωστε να επιστρέψει η μάθηση μέσα στο σχολείο, να ανακουφιστούν οι οικογενειακοί προϋπολογισμοί από τα «ιδιαίτερα»…

Χαράλαμπος Παμπουκίδης

Διευθυντής στο 8ο Γυμνάσιο Καλαμαριάς

Δεν υπάρχουν σχόλια: