Τα τελευταία χρόνια φαίνεται να «ανασυγκροτείται» ένας πρώιμος αναλφαβητισμός, μέσα σε μια γενιά που σύμφωνα με το υπουργείο Παιδείας «κολυμπάει» στα ψηφιακά εργαλεία, στο διαδραστικό, ψηφιακό περιβάλλον, στην τηλεκπαίδευση και στις δυνατότητες και τις ευκαιρίες των «υπερλεωφόρων» της πληροφορίας.
Επίσης τα τελευταία χρόνια, έχει αναζωπυρωθεί η συζήτηση για την «αγραμματοσύνη» των μαθητών, λόγω των χαμηλών επιδόσεων και όλες οι σειρήνες της εκπαιδευτικής τρομολαγνείας μιλάνε για μακροβούτια αποτυχίας.
Να ξεκαθαρίσουμε ευθύς εξαρχής την θέση μας : η «εκπαίδευση της αμάθειας» δεν εντάσσεται στην παθολογία της καπιταλιστικής εκπαίδευσης, δεν είναι σε καμιά περίπτωση δυσλειτουργία του αστικού σχολείου, μια «άτυχη στιγμή του συστήματος» η οποία μπορεί να επιδιορθωθεί ή να θεραπευθεί μέσα από εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις. Η «εκπαίδευση της αμάθειας» ανήκει στη φυσιολογία του αστικού σχολείου, αποτελεί δομικό χαρακτηριστικό του, το οποίο δεν μπορεί να το αποβάλλει όσες μεταρρυθμίσεις και αν κάνει. Αν το αποβάλλει δεν θα μπορεί να λειτουργήσει καθώς δεν θα μπορεί να πραγματοποιήσει το σκοπό της στα πλαίσια του καπιταλισμού: να εκπαιδεύσει αφενός κατάλληλα τη δική της νέα γενιά, ως «συνέχεια του εαυτού της», εξοπλίζοντάς την με την ιδεολογία της και με γνώσεις και ικανότητες οι οποίες απαιτούνται για τον έλεγχο των μέσων παραγωγής και του κράτους και αφετέρου να «εκπαιδεύσει» τη νέα γενιά της εργατικής τάξης, έτσι ώστε αυτή να γίνει ικανή και πρόθυμη για εκμετάλλευση. Είναι «ζήτημα ζωής και θανάτου» του ίδιου του συστήματος η «παραγωγή» παθητικών, συναινετικών, δογματικών, υπομονετικών, εξουσιαζόμενων, άκαμπτων, συντηρητικών προσωπικοτήτων που αντιστέκονται στην αλλαγή της κοινωνίας προκειμένου να κρατήσουν ανέπαφες τις παραδοχές τους για τον κόσμο που ζουν.
Ωστόσο, όπως γίνεται κατανοητό, η συζήτηση οργανώνεται από τις κυρίαρχες κοινωνικές δυνάμεις οι οποίες, γνωρίζοντας καλά τα οχυρά των νοημάτων, ξαναμοιράζουν την τράπουλα. Με την «γραμματική της Νέας Ομιλίας», με τη γνωστή «μαγειρική του λόγου», απομονώνεται το σχολείο από τον οικονομικό και κοινωνικό του περίγυρο και με ταχυδακτυλουργική επιδεξιότητα μεταμφιέζονται πολιτικά και κοινωνικά πρόβλημα σε αμιγή σχολικά ζητήματα. Έτσι, οι προβολείς της ερμηνείας του προβλήματος, ρετουσαρισμένοι κατάλληλα, δεν πέφτουν πάνω στη «Νέα Οικονομία» που θέλει το σχολείο να δημιουργεί ευέλικτους εργαζόμενους, με ένα μίνιμουμ μορφωτικών εφοδίων που είναι αναγκαία για την αγορά εργασίας, και πειθήνιους πολίτες, οι οποίοι παρά τους σχολικούς τίτλους κοιτάνε μόνο το τυρί και χάνουν τη φάκα καθώς βλέπουν μόνο τόσο όσο μπορούν να καταλάβουν. Η «Νέα Οικονομία» του καπιταλισμού, μέσα από τις διάφορες ενδοσκοπικές σχολικές θεωρήσεις, μένει στο απυρόβλητο.
Από την στιγμή που οι κυρίαρχες τάξεις και οι ευαγγελιστές της αγοράς έχουν μεταμφιέσει το πρόβλημα ώστε να φαίνεται σχολικό, αρχίζει το «κυνήγι των μαγισσών». Έτσι το ένα γρανάζι πιάνει το άλλο και υφαίνεται σιωπηλά η κατασκευή του κατηγορητηρίου. Για τις χαμηλές επιδόσεις φταίνε οι καθηγητές που δεν εργάζονται εντατικά, οι μαθητές που δεν διαβάζουν και οι γονείς που δεν ενδιαφέρονται.
Οπότε, οι λύσεις αναγκαστικά πρέπει να είναι «εντάσεως εργασίας», δηλαδή αυστηρές εξετάσεις και αξιολόγηση, πρακτικές που παραπέμπουν σε ένα εκπαιδευτικό Πανοπτικό (Φουκώ).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου