Τρίτη 3 Αυγούστου 2021

 

Η ΕΛΜΕ Κέρκυρας αναλύει τους τρεις άξονες του πολυνομοσχεδίου του υπουργείου Παιδείας για την εκπαίδευση και κρίνει ότι είναι «Εφιάλτης για τη νέα γενιά, τους εκπαιδευτικούς και τους γονείς»

Η ΕΛΜΕ Κέρκυρας καταγγέλλει ότι στις 238 σελίδες του πολυνομοσχεδίου, το οποίο ψήφισε η κυβέρνηση της Ν.Δ, περιγράφεται ένα σκοτεινό τοπίο για την εκπαίδευση με δομικές αλλαγές στην παιδαγωγική λειτουργία, στο περιεχόμενο της γνώσης και στους όρους εργασίας. Οι εκπαιδευτικοί τονίζουν πως την αρχή γι’ αυτές τις αλλαγές το υπουργείο Παιδείας την είχε κάνει κατά την διάρκεια της προηγούμενης σχολικής χρονιάς. Τηλεκπαίδευση άνευ όρων, παρέμβαση στον τρόπο κατάθεσης βαθμολογίας, στις απουσίες, εγκύκλιοι στο και πέντε ( πανελλαδικές εξετάσεις) προοικονομούσαν την σφοδρή επιθυμία  της κυβέρνησης να αναστρέψουν το Δημόσιο Σχολείο με όρους ταξικούς.

Το νομοσχέδιο δεν αποτελεί απλά μια αντιδραστική στροφή, σημειώνει η ΕΛΜΕ Κέρκυρας. Εμπεριέχει όλο το αντιεκπαιδευτικό πλαίσιο των ανεπιτυχών προσπαθειών των προηγούμενων κυβερνήσεων να υποτάξουν το σχολείο στις κατευθύνσεις ΕΕ -ΟΟΣΑ - και κεφαλαίου. Επιδιώκει να απορρυθμίσει στον πυρήνα τους όλες τις διαστάσεις του δημόσιου σχολείου. Αξιακά, παιδαγωγικά, μορφωτικά, λειτουργικά, εργασιακά. 

Το συγκεκριμένο νομοσχέδιο και η ταυτόχρονη εφαρμογή όλων των νομοθετικών διατάξεων που ψηφίστηκαν τα προηγούμενα χρόνια συνιστούν αντιδραστική παρέμβαση στον πυρήνα της εκπαιδευτικής διαδικασίας «στο τι και πώς μαθαίνουν οι μαθητές μας, στο τι και πως διδάσκει ο εκπαιδευτικός και σε τι εργασιακό περιβάλλον θα δουλεύει από εδώ και εμπρός».

Βάση του νομοσχεδίου αποτελούν οι κατευθύνσεις της Ε.Ε. και του Ο.Ο.Σ.Α, οι απαιτήσεις του ΣΕΒ και των εργοδοτικών ενώσεων για έναν μελλοντικό εργαζόμενο φθηνό, ευέλικτο και προσαρμοσμένο στις δικές τους ανάγκες για κερδοφορία, για ένα σχολείο πιο φθηνό για το κράτος και πιο «φιλικό» για τις επιχειρήσεις.

Τρεις βασικοί πυλώνες οι οποίοι αλληλοδιαπλέκονται, στηρίζουν το οικοδόμημα αυτού του νομοσχεδίου:

1. Ένας αυστηρά ιεραρχικός και πολυπρόσωπος μηχανισμός ελέγχου και πειθάρχησης με ρυθμίσεις που αφορούν τις δομές και τα στελέχη της εκπαίδευσης.

Δίπλα στην ήδη υπάρχουσα διοικητική πυραμίδα, δημιουργούνται νέες διοικητικές  αξιολογικές δομές σε άμεση σχέση αλληλεξάρτησης μεταξύ τους,  με τους Περιφερειακούς Επόπτες Ποιότητας της Εκπαίδευσης, το Περιφερειακό Συμβούλιο Εποπτών, τους Επόπτες Ποιότητας της Εκπαίδευσης ανά Διεύθυνση Εκπαίδευσης, τους εκατοντάδες Συμβούλους Εκπαίδευσης που αντικαθιστούν τους Συντονιστές. Η στελεχοποίηση διευρύνεται και στο εσωτερικό του σχολείου με τους συντονιστές τάξεων/ γνωστικού αντικειμένου, τους μέντορες, τους υπεύθυνους εκπαιδευτικών ομίλων δημιουργώντας και εσωτερική ιεραρχία και ελεγκτικούς μηχανισμούς από τους ίδιους τους εκπαιδευτικούς μέσα στο σώμα του συλλόγου διδασκόντων, που θα αποτελούν εντός της σχολικής μονάδας τους άμεσους κρίκους υλοποίησης της κυβερνητικής πολιτικής.

Βασική δουλειά αυτών των στελεχών ουσιαστικά και πρακτικά δε θα είναι η ενίσχυση της δουλειάς των εκπαιδευτικών στην τάξη (κάτι τέτοιο είναι και πρακτικά αδύνατο με βάση τον αριθμό σχολείων και των εκπαιδευτικών) αλλά ο ρόλος τους θα είναι, όπως άλλωστε και των συντονιστών (επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ) να προωθούν την αξιολόγηση και την αντιεκπαιδευτική πολιτική.

Η επιλογή να βγουν έξω από τις επιλογές στελεχών οι αιρετοί φανερώνει την πρόθεση της κυβέρνησης να καταργήσει πλήρως το θεσμό. Επιδιώκει (όπως άλλωστε και όλες οι προηγούμενες κυβερνήσεις) τον απόλυτο έλεγχο του μηχανισμού της διοίκησης με Συμβούλια Επιλογής 100% ελεγχόμενα.

Η αναβάθμιση του ρόλου του Διευθυντή/Προϊσταμένου της σχολικής μονάδας,  με την απόδοση σε αυτών αρμοδιοτήτων και εξουσιών διαμόρφωσης ενός ενδοσχολικού δικτύου καθοδήγησης, ελέγχου και εποπτείας, από τους «αρίστους», των υπολοίπων εκπαιδευτικών (άρθρα 84, 87, 88), σχεδιασμού και υλοποίησης της ενδοσχολικής επιμόρφωσης εκτός διδακτικού ωραρίου με θεματολογία και φορέα –γιατί όχι και ιδιωτικό – της επιλογής του (άρθρο 90), πειθαρχικού ελέγχου των εκπαιδευτικών με αρμοδιότητα έγγραφης επίπληξης ( άρθρο 91) που του αποδίδονται, στοχεύει στην εγκαθίδρυση ενός τοπικού, σε κάθε σχολείο, επιτηρητή της εκπαιδευτικής πολιτικής αλλά και υπόχρεου που λογοδοτεί  για την εφαρμογή της, από τον ίδιο και τους υφισταμένους του. Η εξουσία δίνει το μήνυμα ότι είναι παντού και καθημερινά.

Οι θέσεις ευθύνης των εκπαιδευτικών στο σχολείο είναι άμισθες αλλά ανταποδοτικές (μόρια για θέση στελέχους, κριτήριο αξιολόγησης)  επιδιώκοντας να δημιουργήσει με αυτόν τον τρόπο ένα εσωτερικό και σταθερό κέντρο αξιολόγησης στο σχολείο, το οποίο προωθεί την ενσωμάτωση και αναγκαστική , εκ των πραγμάτων και χωρίς εναλλακτική, οικειοποίηση της κουλτούρας αξιολόγησης από τους εκπαιδευτικούς, μετασχηματίζοντας  τις σχέσεις των εργαζόμενων στο σχολείο και την ίδια τη λειτουργία του. Βάλλει κατά της συνοχής του συλλόγου διδασκόντων και κατά του πνεύματος αλληλεγγύης μεταξύ των συναδέλφων, διαμορφώνει κλίμα συνεχούς ελέγχου, φόβου και υποταγής, ανταγωνισμού και αντιπαραθετικής λειτουργίας,  εξατομίκευσης της στάσης του καθενός ώστε να αποτρέψει την οποιαδήποτε επιχείρηση συλλογικής αντίδρασης και αντίστασης απέναντι στην εφαρμογή αυτών των μέτρων.  

Με τις αρμοδιότητες που ανατίθενται στον Διευθυντή επιχειρείται να καταργηθεί ολοκληρωτικά ο ρόλος του συλλόγου διδασκόντων, του κυρίαρχου  δημοκρατικού θεσμικού οργάνου της σχολικής μονάδας, με την πλήρη λειτουργική αφάιμαξή του ( άρθρα 82, 83, 86,95) ενώ ακόμη και εκεί που αποδίδεται ρόλος στον Σ.Δ., αυτός δεν είναι αποκλειστικού χαρακτήρα καθώς εάν δεν τελεσφορήσει κάποια απόφαση, αυτήν την παίρνει και πάλι ο Διευθυντής ( άρθρα 85, 94, 96). Απαξιώνεται  πλήρως μπροστά στην παντοδυναμία ενός διευθυντή που  καθορίζει ποιος θα είναι ο υποδιευθυντής, ποιοι θα είναι οι ενδοσχολικοί  συντονιστές, ποιοι θα είναι οι μέντορες, που  αποφασίζει ποια προγράμματα θα κάνει το σχολείο, που αποφασίζει ποια τεκμήρια θα ανεβάσει στον ηλεκτρονικό φάκελο ενός εκπαιδευτικού, που αποφασίζει εν τέλει πώς θα λειτουργήσει το σχολείο. Μάλιστα ο Διευθυντής ή ο Προϊστάμενος της σχολικής μονάδας μπορεί να αναθέσει έως και 5 ώρες υπερωριακή διδασκαλία για την κάλυψη διδακτικών αναγκών! Δηλαδή στην πράξη ακόμα μεγαλύτερη συρρίκνωση του αριθμού των αναπληρωτών και φυσικά το «θάνατο» των ειδικοτήτων! Είναι σαφές ότι επιχειρείται η αντικατάσταση του συλλογικού θεσμικού αποφασιστικού οργάνου από τη δημιουργία ενός  προσωποπαγούς μηχανισμού από στελέχη και ημιστελέχη που θα λειτουργούν εξατομικευμένα και στο πλαίσιο μιας ιδιότυπης ιεραρχίας για τη διάχυση του ελέγχου και της λογοδοσίας, ως  άμεσοι κρίκοι υλοποίησης της κυβερνητικής πολιτικής.

2. Ατομική αξιολόγηση στελεχών και εκπαιδευτικών

Η  «σκληρή» αριθμητική αξιολόγηση των στελεχών της εκπαίδευσης  με βάση την κλίμακα του 100 (άρθρο 58) και μάλιστα με ποινές αντικατάστασης ή και αποκλεισμού από τις διαδικασίες επιλογής δημιουργεί τις προϋποθέσεις για άκαμπτη  αυταρχική επιβολή της κυβερνητικής πολιτικής στη βάση των εκπαιδευτικών, εφόσον η επιβίωση των στελεχών θα εξαρτάται από την αποτελεσματικότητα εφαρμογής αυτής της πολιτικής από τους υφισταμένους τους.

Οι εκπαιδευτικοί θα αξιολογούνται (άρθρα 63 έως 78)  σε τετράβαθμη κλίμακα στην οποία το έργο τους διαβαθμίζεται από μη ικανοποιητικό, σε ικανοποιητικό, πολύ καλό ή εξαιρετικό, σε τρία πεδία  που καλύπτουν κάθε  πλευρά της παιδαγωγικής και υπηρεσιακής τους δραστηριότητας.

Αναλυτικότερα αξιολογείται: Α1) το διδακτικό και παιδαγωγικό έργο του εκπαιδευτικού, στο πλαίσιο της γενικής και ειδικής διδακτικής του γνωστικού αντικειμένου: Προετοιμασία διδασκαλίας, Ετοιμότητα ως προς το γνωστικό αντικείμενο, Διδακτική μεθοδολογία και πρακτικές, από τον Σύμβουλο Εκπαίδευσης Α2) Παιδαγωγικό κλίμα και διαχείριση της τάξης, Αναστοχασμός – Αυτοαξιολόγηση του εκπαιδευτικού, από τον Διευθυντή/Προϊστάμενο  της σχολικής μονάδας και Β) η υπηρεσιακή συνέπεια και η επάρκεια του εκπαιδευτικού:  Συνέπεια και ενδιαφέρον κατά την εκτέλεση των υπαλληλικών υποχρεώσεών του, ενεργός συμμετοχή στη λειτουργία της σχολικής μονάδας και στην αυτοαξιολόγησή της, συνεργασία με τον Διευθυντή και τους συναδέλφους,  επικοινωνία και συνεργασία με γονείς και φορείς, από τον Διευθυντή της σχολικής μονάδας και τον Σύμβουλο Εκπαίδευσης.

Το πεδίο «Α. Διδακτικό – παιδαγωγικό έργο (Α1 Διδακτική γνωστικού αντικειμένου, και Α2 Παιδαγωγικό κλίμα και διαχείριση τάξης)» αξιολογείται με βάση: α) τις συζητήσεις προετοιμασίας της παρατήρησης διδασκαλιών του εκπαιδευτικού, β) την παρατήρηση δύο διδασκαλιών από κάθε αξιολογητή, γ) την έκθεση αυτοαξιολόγησης και τα στοιχεία ή τεκμήρια στα οποία ο αξιολογούμενος αναφέρεται ή παραπέμπει, δ) τις συζητήσεις και τον αναστοχασμό μετά την παρατήρηση, και ε) τα τεκμήρια που έχει συγκεντρώσει ο αξιολογητής, συνεκτιμωμένων των τεκμηρίων που έχει συγκεντρώσει ο εκπαιδευτικός στον ηλεκτρονικό φάκελό του. Το πεδίο «Β. Υπηρεσιακή συνέπεια και επάρκεια του εκπαιδευτικού» αξιολογείται με βάση: α) τα τεκμήρια που έχουν συγκεντρώσει οι αξιολογητές από τη συνεργασία και την αλληλεπίδρασή τους στο πλαίσιο της καθημερινής πρακτικής του εκπαιδευτικού στη σχολική μονάδα και β) την έκθεση αυτοαξιολόγησης και τα στοιχεία ή τεκμήρια στα οποία ο αξιολογούμενος αναφέρεται ή παραπέμπει, συνεκτιμωμένων των τεκμηρίων που έχει συγκεντρώσει ο εκπαιδευτικός στον ηλεκτρονικό φάκελό του.

Δεν είναι τυχαία η επιλογή του όρου «διαμορφωτική» αξιολόγηση (formative) καθώς   διαμορφώνει τους εκπαιδευτικούς σε πειθήνια όργανα εφαρμογής  μιας  απόλυτα ελεγχόμενης παιδαγωγικής πράξης και ενός δημόσιου σχολείου με απόλυτα χειραγωγημένο το εκπαιδευτικό περιεχόμενό του. Οι επιμορφώσεις «ενδυνάμωσης» που θα ακολουθούν οι  αξιολογηθέντες ως «μη ικανοποιητικοί» αποσκοπούν ακριβώς σε αυτήν την διαπαιδαγώγησή τους και την εξάσκησή τους να ανταποκριθούν αποτελεσματικά σε αυτούς τους στόχους ώστε να επιβιώσουν εργασιακά και να ανελιχθούν επαγγελματικά, πάντα εντός πλαισίου.

Αυτή μάλιστα η «διαμορφωτική» αξιολόγηση  της δήθεν ενδυνάμωσης του εκπαιδευτικού, σε αντίθεση με όσα δηλώνει η Κεραμέως και τιμωρητική είναι και ποσοτικά μετρήσιμη. Χαρακτηριστικά, το έργο των δόκιμων εκπαιδευτικών και μελών του Ε.Ε.Π. και Ε.Β.Π. αξιολογείται ανά έτος, και στην περίπτωση που αξιολογηθεί ως «μη ικανοποιητικό» στη λήξη της δοκιμαστικής περιόδου, ο εκπαιδευτικός δεν μονιμοποιείται ενώ σύμφωνα με τον Δημοσιοϋπαλληλικό  Κώδικα προβλέπονται  διαδικασίες απόλυσης όταν ένας εκπαιδευτικός καταταχθεί για δυο συνεχόμενες φορές στην τελευταία κλίμακα!

Με το άρθρο 56, το ΥΠΑΙΘ ρίχνει κάθε φύλλο συκής σε σχέση με τους σκοπούς και τον ρόλο της αξιολόγησης. Η μη συμμετοχή στις διαδικασίες της αξιολόγησης χαρακτηρίζεται ως πειθαρχικό παράπτωμα, το οποίο θα τιμωρείται με πειθαρχικές ποινές. Αποκαλύπτεται ο βαθιά τιμωρητικός χαρακτήρας της αξιολόγησης. Η μη συμμετοχή στην αξιολόγηση, ατομικά ή συλλογικά, επισείει την ποινή της στέρησης μισθού (ενός μήνα), αλλά και αναστολή της μισθολογικής εξέλιξης. Όλο το διάστημα της διαβούλευσης αποκαλύφθηκε ο βαθιά αντιπαιδαγωγικός – αντιεκπαιδευτικός χαρακτήρας της αξιολόγησης. Αφού το ΥΠΑΙΘ δεν κατάφερε να εξαπατήσει, τώρα σηκώνει τη ράβδο της τιμωρίας. Έτσι καταλαβαίνουν, κυβέρνηση και ΥΠΑΙΘ, την ενίσχυση των εκπαιδευτικών, που δίνουν την ψυχή τους στην προσπάθεια να μορφώσουν τα παιδιά. Απλώς ενημερώνουμε την ηγεσία του ΥΠΑΙΘ, ότι το 97% των συναδέλφων, που άφησε στα χαρτιά την λεγόμενη αυτοαξιολόγηση, δε διέπραξε κανένα πειθαρχικό παράπτωμα, αλλά συμμετείχε στην συλλογική απόφαση του κλάδου. Αυτές οι αποφάσεις είναι που ενοχλούν την κυβέρνηση και με τέτοιες διατάξεις επιχειρεί να καταργήσει κατοχυρωμένα δικαιώματα και ελευθερίες. Επιπλέον με το άρθρο 97, ο Διευθυντής της σχολικής μονάδας, στα πλαίσια της εφαρμογής της λεγόμενης αυτοαξιολόγησης της σχολικής μονάδας, μπορεί να προχωρήσει μόνος του στη συγκρότηση ομάδων, στόχων και παραμέτρων, δηλαδή να υπερβεί τη συλλογική απόφαση των συναδέλφων! Το επόμενο βήμα είναι να συμπληρώνει το Υπουργείο από μόνο του τις αξιολογήσεις κάθε σχολικής μονάδας!

Για πρώτη φορά, μετά το 1982, διαπλέκονται ο παιδαγωγικός και ο υπηρεσιακός έλεγχος – αξιολόγηση στο πρόσωπο του διευθυντή/της διευθύντριας. 

Όλα αναρτώνται και δημοσιοποιούνται σε ηλεκτρονική πλατφόρμα [ηλεκτρονικός φάκελος εκπαιδευτικού με όλα τα τεκμήρια των δράσεών του,  αξιολογική έκθεση όλων των αξιολογητών,  έκθεση αυτοαξιολόγησης του εκπαιδευτικού]  (άρθρο 76) . Αυτό εκθέτει με άμεσο τρόπο σε κατηγοριοποίηση τόσο τους εκπαιδευτικούς όσο και τις σχολικές μονάδες με προφανές και το γεγονός ότι το φακέλωμα των εκπαιδευτικών θα τους ακολουθεί και θα παίζει ρόλο ασχέτως αν μετακινούνται από σχολική μονάδα σε άλλη και θα συνοδεύει τις υπηρεσιακές μεταβολές τους.

3. Αυτονομία της σχολικής μονάδας

Το αφήγημα της ΝΔ για την απεξάρτηση του κράτους από την υποχρέωση να στηρίζει βασικά κοινωνικά αγαθά και παροχές όπως η υγεία και η παιδεία διαπνέει ολόκληρο το νομοσχέδιο μέσα από τη λεγόμενη  «αυτονομία» της σχολικής μονάδας. Πρόκειται ωστόσο για έναν όρο που προβάλλεται εδώ και τρεις δεκαετίες και έχει συμπεριληφθεί στα  πορίσματα του Εθνικού Διαλόγου για την Παιδεία του ΣΥΡΙΖΑ.

Αφορά αφενός την παιδαγωγική διάσταση της λειτουργίας του σχολείου, την επιχείρηση βαθιάς τομής στο περιεχόμενο και τις στοχεύσεις του, με τη μεγαλόστομη προσχηματική διακήρυξη περί «Εμπιστοσύνης στους Εκπαιδευτικούς με Μεγαλύτερη Ελευθερία στην Οργάνωση της Διδασκαλίας» :

Οδηγούμαστε σε μεγαλύτερη διαφοροποίηση των σχολείων σε όλα τα επίπεδα, στην ακόμα μεγαλύτερη ταξική κατηγοριοποίηση, στην ένταση των φραγμών στη μόρφωση, ιδιαίτερα των παιδιών των πιο φτωχών οικογενειών. Η κάλυψη ακόμα και στοιχειωδών αναγκών των σχολείων, των μαθητών και των εκπαιδευτικών γίνεται επιχειρηματική και «ατομική» υπόθεση. Ανοίγει ο δρόμος για την οριστική απαλλαγή του κράτους ακόμα και από τις προσλήψεις εκπαιδευτικών, κάτι που άλλωστε το επιδιώκουν διακαώς (βλ. έκθεση Πισσαρίδη). Έχουμε πείρα από την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στους ήδη «αυτονομημένους» τομείς της λειτουργίας του σχολείου (π.χ. καθαρίστριες κ.α.). 

Η εισαγωγή της δυνατότητας επιλογής διδακτικών βιβλίων (πολλαπλό βιβλίο) αποτελεί  ψευδεπίγραφη επίκληση σε αυτήν καθώς το πλαίσιο και οι στόχοι της διδασκαλίας  είναι ενιαίοι και κεντρικά καθορισμένοι,  στο βαθμό ωστόσο που μπορεί να οδηγεί στην κατηγοριοποίηση της παρεχόμενης γνώσης ανάλογα και με το «επίπεδο» της τάξης.  Παράλληλα ανοίγεται δρόμος εμπορευματοποίησης του σχολικού βιβλίου, πεδίο μεγάλων κερδών για τους εκδοτικούς οίκους.

Γενικεύεται ο προσανατολισμός στις λεγόμενες δεξιότητες μέσα από την γενίκευση των Εργαστηρίων Δεξιοτήτων αλλά και μέσα από τα νέα Αναλυτικά Προγράμματα που ετοιμάζει το Υπουργείο. Με την επιλογή του διαφορετικού βιβλίου, ακόμα και ανάμεσα στα τμήματα της ίδιας τάξης ενός σχολείου, διογκώνονται οι ανισότητες, διαφοροποιείται ακόμα περισσότερο το τι μαθαίνει ο κάθε μαθητής (άρθρα 79 & 80). Ανοίγει ο δρόμος, τελικά, για το βιβλίο των «πολλών επιπέδων» για «καλούς», «μέτριους» και «κακούς» μαθητές, αφού κατά τη λογική του Υπουργείου «δεν παίρνουν όλα τα παιδιά τα γράμματα»!!! Οι ταξικές και μορφωτικές ανισότητες θεσμοθετούνται και με τη βούλα!

Η «αυτονομία» της σχολικής μονάδας επεκτείνεται και σε πλευρές του σχολικού προγράμματος, της αξιολόγησης των μαθητών ανάλογα με το επίπεδο τους και με σκοπό την κατάταξη και την εξώθηση σε «πολλαπλές εκπαιδευτικές διαδρομές» βλ. ανήλικη εργασία από τα 15!

Στο πλαίσιο του ψηφιακού μετασχηματισμού  της εκπαίδευσης, οραματικής διακήρυξης της κυβέρνησης στο πλαίσιο του προγράμματος ανάκαμψης «Ελλάδα 2.0»,  εισάγεται το  μικτό σύστημα χρήσης σχολικού βιβλίου (πολλαπλού) και ηλεκτρονικού υλικού για τη διδασκαλία και η μέθοδος της ανεστραμμένης τάξης σύμφωνα με την οποία  η βασική διδασκαλία θα πραγματοποιείται στο σπίτι με την παρακολούθηση  βίντεο, ψηφιακές προβολές από πλατφόρμες, χρήση ψηφιακού υλικού για ανάγνωση  ενώ στο σχολείο ο χρόνος θα αφιερώνεται στην εμπέδωση και πρακτική εφαρμογή των όσων οι μαθητές έχουν διδαχτεί δια της ηλεκτρονικής οδού. Πρόκειται για ένα υβριδικό μοντέλο – σύστημα εκπαίδευσης που ευνοεί την «αριστεία» των λίγων και υπονομεύει τη μόρφωση για τους πολλούς, αποδίδοντας ταυτόχρονα ατομικά στον μαθητή και την οικογένειά του την ευθύνη για την πρόοδό του, προβάλλοντας το δόγμα του ΟΟΣΑ « δεν μπορούν και δεν χρειάζεται όλοι να μορφωθούν»

Κομβικό στοιχείο στην επιχείρηση «αυτονομία» αποτελεί η αξιολόγηση των μαθητών (άρθρο 81)που συνδέεται άμεσα με το παραπάνω δόγμα, του οποίου η εφαρμογή απαιτεί σαφέστατα μηχανισμούς διαχωρισμού και απόρριψης ενώ ταυτόχρονα αποτελεί βασικό στοιχείο-κριτήριο  για την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών και του εκπαιδευτικού έργου.

Επανέρχονται οι εξετάσεις παντού. Με το άρθρο 97 θεσπίζεται η ελληνική PISA, δηλαδή, πανελλαδικές εξετάσεις στην Στ΄ Δημοτικού και στην Γ΄ Γυμνασίου στη Γλώσσα και στα Μαθηματικά. Οι εξετάσεις αυτές, κοπής ΟΟΣΑ, θα είναι μεν ανώνυμες, αλλά θα δίνουν αποτελέσματα αποτελώντας αξιολογικό εργαλείο για  την πορεία υλοποίησης των προγραμμάτων σπουδών και τον βαθμό επίτευξης των προσδοκώμενων μαθησιακών αποτελεσμάτων σε πανεθνικό επίπεδο, σε επίπεδο περιφέρειας και σε επίπεδο σχολείου, τροφοδοτώντας έτσι την ενοχοποίηση των εκπαιδευτικών, των μαθητών, των γονιών για την αποτυχία του σχολείου και απενοχοποιώντας τις κοινωνικές ανισότητες και τις πολιτικές που τις παράγουν.

Έρχεται να προστεθεί στην τράπεζα θεμάτων, στην ελάχιστη βάση εισαγωγής, στο επιλεκτικό σχολείο, στο σχολείο κατάταξης,  το σχολείο των συνεχών εξετάσεων και των «χρηστικών» μαθημάτων. Θα αξιοποιηθεί και για την εφαρμογή για την κατάταξη των εκπαιδευτικών και για πιο σκληρά αντιεκπαιδευτικά μέτρα. Τα αποτελέσματα των διαγνωστικών εξετάσεων – η «Ελληνική PISA» - θα αξιοποιούνται για την εφαρμογή ακόμα πιο σκληρών αντιεκπαιδευτικών μέτρων (άρθρο 97) για την κατάταξη των σχολείων σε λίστα, για την αξιολόγηση – κατηγοριοποίηση των σχολείων.

Εκπαιδευτικά προγράμματα  στο πλαίσιο συνεργασιών  με τρίτους φορείς, από επιχειρήσεις, ΜΚΟ και ό,τι άλλο,  με απόφαση του Διευθυντή και με όποιον φορέα αυτός κρίνει σκόπιμο αποτελούν ένα ακόμη εργαλείο αυτονομίας.

Η εκπαιδευτική αυτονομία σχετίζεται με την εγκαθίδρυση των αρχών του επιχειρηματικού μάνατζμεντ στη λειτουργία του  δημόσιου σχολείου, την ανταγωνιστική, εμπορευματοποιημένη  και ανταποδοτική  του λειτουργία και την ολοένα και μεγαλύτερη αποποίηση των δημόσιων ευθυνών για τη χρηματοδότηση του σχολείου. Το νομοσχέδιο Κεραμέως φροντίζει να εγκαινιάσει την  εμπορική εκμετάλλευση των δομών του δημόσιου σχολείου, την εκμίσθωση χώρων για να διασφαλίζεται η χρηματοδότηση, την εξασφάλιση χορηγιών και δωρεών και ποικίλλων παροχών από τρίτους, ιδιώτες και φορείς,  με τη νομιμοποίηση της «επαιτείας» των σχολείων στην αναζήτηση χορηγών για να επιβιώσουν και με προφανή  τη δυνατότητα ανταποδοτικής παρέμβασης στο περιεχόμενο και τη λειτουργία του σχολείου. Οι σημερινές, υπαρκτές, διαφοροποιήσεις ανάμεσα σε σχολεία διαφορετικών περιοχών (λαϊκές συνοικίες/πιο πλούσιες περιοχές) ή ακόμα και εντός το ίδιου Δήμου (σχολείο σε κοντέινερ/σχολείο με καλύτερες υποδομές) θα ενταθούν. Σχολικές μονάδες που οι υποδομές τους είναι πιο ελκυστικές, θα βρίσκουν πιο εύκολα χορηγό, θα μπορούν να υλοποιούν εμπορικές δράσεις ενώ άλλα, μη ελκυστικά σχολεία, θα απαξιώνονται και θα καταρρέουν. Τα σχολεία όμως δεν είναι επιχειρήσεις, η μόρφωση δεν είναι επιχειρηματικό ρίσκο. Η παιδεία δεν είναι κέρδη και ζημιές είναι ανθρώπινες ζωές!

Στο νομοσχέδιο προβλέπονται ρυθμίσεις που νομιμοποιούν  και επιβραβεύουν την  απλήρωτη εργασία με τη μορφή του εθελοντισμού.  Εκπαιδευτικοί όμιλοι (άρθρο 84) που θα λειτουργούν πέραν του εργασιακού ωραρίου χωρίς υπερωριακή αμοιβή  , αλλά με bonus πόντους στην αξιολόγηση του κάθε εκπαιδευτικού και στα προσόντα των υποψηφίων στελεχών.  Αυτό το bonus στην ουσία λειτουργεί στην κατεύθυνση της επιβολής του χαρακτήρα της υποχρεωτικότητάς του καθώς όποιος δεν το επιλέξει «εθελοντικά» θα υπολείπεται σε μόρια για την αξιολόγησή του έναντι των άλλων που θα έχουν επιλέξει να συμμετάσχουν.  

Αυτό είναι το πνεύμα του πολυνομοσχεδίου: Εξετάσεις παντού, γνώση πουθενά. Ατομικός ανταγωνισμός παντού, συνεργασία πουθενά. Φόβος και υποταγή παντού, δημοκρατία πουθενά. Επιχειρηματικότητα και επιχειρηματικά συμφέροντα παντού, δημόσιο δωρεάν σχολείο πουθενά.

Η   εφαρμογή των σχεδιασμών,  που προωθούνται από το εν λόγω νομοσχέδιο, το οποίο με διαδικασίες fast-track έφερε προς ψήφιση στη Βουλή , αποτελούν κεντρικές επιλογές της ΕΕ και του ΟΟΣΑ για τα θέματα εκπαίδευσης, και βήματα υλοποίησής τους έχουν γίνει από όλες τις τελευταίες κυβερνήσεις. Αποτελούν μια βαθιά αντιεκπαιδευτική τομή, διαμορφώνουν ένα ακόμα πιο ταξικό, κατηγοριοποιημένο σχολείο πολλών ταχυτήτων με εκπαιδευτικούς φοβισμένους,  πειθαρχημένους και υποταγμένους. Συνιστούν πλήγμα στα μορφωτικά δικαιώματα των μαθητών και στα εργασιακά των εκπαιδευτικών, όπως αποδεικνύεται περίτρανα από τα αποτελέσματα που έχει  η εφαρμογή τέτοιων μεταρρυθμίσεων σε άλλες χώρες: διάλυση της δημόσιας εκπαίδευσης και «διαρροή» εκπαιδευτικών σε άλλα επαγγέλματα. Συρρίκνωση του μορφωτικού υπόβαθρου, προσαρμοστικότητα και μερικές βασικές δεξιότητες για τους πολλούς στην υπηρεσία των απαιτήσεων της αγοράς και με την ατομική ευθύνη του μαθητή και του εκπαιδευτικού.

Ξεκαθαρίζουμε ότι αυτό ΤΟ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ ΔΕΝ ΑΠΟΤΕΛΕΙ ΒΑΣΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ, ΔΕΝ ΠΑΙΡΝΕΙ ΒΕΛΤΙΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΠΙΜΕΡΟΥΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΑΛΛΑ ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΤΑΙ ΣΥΝΟΛΙΚΑ.

Υπουργείο Παιδείας και η κυβέρνηση αντί να ασχοληθούν με τα οξυμένα προβλήματα που δημιούργησε εδώ και 2 χρόνια η πανδημία και η κυβερνητική διαχείριση, αντί να πάρουν μέτρα για να αντιμετωπίσουν τα τεράστια γνωστικά κενά, τα κοινωνικό-συναισθηματικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι μαθητές μας, να αντιμετωπίσουν τα πραγματικά προβλήματα που υπάρχουν στα σχολεία, ψηφίζουν το ένα αντιεκπαιδευτικό νομοσχέδιο μετά το άλλο, επιτίθεται με σφοδρότητα σε εκπαιδευτικούς και μαθητές.

Είμαστε σε θέση μάχης για μια ακόμη φορά!

Έχουμε τη δύναμη να τους χαλάσουμε τα σχέδια! Το έχουμε κάνει πολλές φορές μέσα στη χρονιά (ηλεκτρονικές εκλογές, αξιολόγηση σχολείων, κάμερες στην τάξη, τηλεαπουσίες), το ίδιο θα κάνουμε και τώρα.

Απαιτούμε από την κυβέρνηση να αποσυρθεί το νομοσχέδιο και να παρθούν τώρα μέτρα για την προετοιμασία της επόμενης σχολικής χρονιάς με βάση τις διεκδικήσεις μας:

  • Εδώ και τώρα μείωση του αριθμού μαθητών ανά τάξη. Κατάργηση – μη εφαρμογή του ν. 4692/2020 που αυξάνει τον μέγιστο αριθμό μαθητών για Νηπιαγωγεία και Δημοτικά στο 25. Κανένα τμήμα πάνω από 20 μαθητές. 15 μαθητές το ανώτερο για Νηπιαγωγεία, Α’ & Β΄ Δημοτικού, κατευθύνσεις και εργαστήρια στη Β/θμια.
  • Μαζικοί μόνιμοι διορισμοί εκπαιδευτικών. Τα 60.000 κενά δεν καλύπτονται με 11.700 μόνιμους διορισμούς. Μονιμοποίηση των χιλιάδων αναπληρωτών που δουλεύουν τα τελευταία χρόνια στα σχολεία. Κατάργηση το ν. 4589/2019 του ΣΥΡΙΖΑ.
  • Αναπροσαρμογή των αναλυτικών προγραμμάτων και της σχολική ύλης. Εντοπισμός των μαθησιακών κενών που έχουν προκύψει τα δύο τελευταία χρόνια και επιστημονικός – παιδαγωγικός σχεδιασμός για την αντιμετώπισή τους.
  • Κατάργηση της Τράπεζας Θεμάτων και της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής. Όχι στο σχολείο εξεταστική αρένα, επαναφορά των επιστημονικών αντικειμένων και των ωρών που καταργήθηκαν από τη κυβέρνηση της Ν.Δ. (Κοινωνιολογία, Καλλιτεχνική Παιδεία) και την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ (ωρολόγιο πρόγραμμα Γυμνασίου, Θεατρική Αγωγή σε 5η και 6η Δημοτικού κ.α.). Κάθε εκπαιδευτικός να διδάσκει το επιστημονικό του αντικείμενο και να έχει οργανική θέση.
  • Να λειτουργήσουν από την αρχή της χρονιάς τα προγράμματα ενισχυτικής διδασκαλίας και ΠΔΣ με προσλήψεις εκπαιδευτικών. Να λειτουργήσουν σε όλα τα Δημοτικά τμήματα ενισχυτικής διδασκαλίας με βάση τις ανάγκες κάλυψης και αναπλήρωσης των κενών. Να επανέλθει ο υπεύθυνος στο Ολοήμερο.
  • Κρατικό σχέδιο ανάπτυξης των σχολικών υποδομών, σχεδιασμός για ανέγερση νέων σχολικών μονάδων με βάση τις ανάγκες. Να γίνουν άμεσα (μέσα στο καλοκαίρι) όλα τα απαραίτητα έργα συντήρησης και επισκευής στα σχολεία.
  • Αυξημένη κρατική χρηματοδότηση των σχολικών επιτροπών, ώστε να καλυφθούν οι τεράστιες ανάγκες που έχουν δημιουργηθεί όλο αυτό το διάστημα.
  • Προσλήψεις ψυχολόγων και κοινωνικών λειτουργών σε όλα τα σχολεία. Ενίσχυση των δομών Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης. Στελέχωση των ΚΕΣΥ με όλο το αναγκαίο μόνιμο προσωπικό, ώστε να προχωρήσουν γρήγορα οι διαδικασίες της αξιολόγησης και των διαγνώσεων των μαθητών με μαθησιακές δυσκολίες.
  • Να αναβαθμιστούν εδώ και τώρα οι τεχνολογικές υποδομές των σχολείων με ενίσχυση σε πόρους και υλικό όλων των ψηφιακών λειτουργιών των σχολείων, που θα υποστηρίζουν την εκπαιδευτική διαδικασία και δε θα την υποκαθιστούν. Απεμπλοκή των ιδιωτών από τις διάφορες λειτουργίες του σχολείου που τους έχει παραχωρήσει το Υπουργείο Παιδείας.
  • Κατάργηση όλων των νομοθετικών διατάξεων που γενικεύουν τη λεγόμενη εξ αποστάσεως εκπαίδευση και εκτός πανδημίας, των διατάξεων για τις κάμερες στις τάξεις. Καμία αξιοποίηση της εξ αποστάσεως διδασκαλίας για την κάλυψη εκπαιδευτικών κενών.
  • Να μην εφαρμοστούν τα Εργαστήρια Δεξιοτήτων της ημιμάθειας και της αποσπασματικότητας σε Νηπιαγωγείο – Δημοτικό και Γυμνάσιο. Σύγχρονα αναλυτικά προγράμματα, επιστημονικά και παιδαγωγικά δομημένα με στόχο την ενίσχυση της σύγχρονης γενικής παιδείας και πράξης για όλα τα παιδιά χωρίς διαχωρισμούς και κατηγοριοποιήσεις.
  • Κατάργηση όλου του νομοθετικού πλαισίου για τη λεγόμενη αξιολόγηση στα σχολεία (ν. 4692/2020, Υ.Α για εσωτερική και εξωτερική αξιολόγηση, διατάξεις για εσωτερικό κανονισμό), που θα οδηγήσει στην υποβάθμιση των σχολείων και στην παραπέρα κατηγοριοποίηση. Πρόγραμμα δημόσιας και δωρεάν επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών, επιστημονικά καταρτισμένο με βάση τις σύγχρονες εκπαιδευτικές ανάγκες.

Σαφές και εφαρμόσιμο σχέδιο με βάση τις διεκδικήσεις του κινήματος ώστε να αντιμετωπιστεί το 4ο κύμα της πανδημίας στα σχολεία από Σεπτέμβρη.

  • Ενημερώνουμε τους συναδέλφους με οποιοδήποτε τρόπο για τις αλλαγές που θέλει να επιβάλλει η κυβέρνηση. Πραγματοποιούμε συσκέψεις με γονείς και δράσεις ενημέρωσης για το τι θα αντιμετωπίσουμε μαζί με τα παιδιά τους την επόμενη σχολική χρονιά, που στις πλάτες και στις τσέπες τους θα πέσει το βάρος της μεγαλύτερης «αυτονόμησης» των σχολείων. 
  • Έκτακτες Γενικές Συνελεύσεις από αρχές Σεπτέμβρη και οργάνωση πανελλαδικής σύσκεψης των εκπαιδευτικών σωματείων για τον άμεσο συντονισμό του αγωνιστικού σχεδιασμού.

Δεν υπάρχουν σχόλια: