Πέμπτη 27 Δεκεμβρίου 2018


Βήματα εκπαιδευτικής σχεδίασης και διαδικασίας
Ο Νίκος Ηλιάδης έστειλε στο alfavita.gr σειρά κειμένων σχετικά με τη σύγχρονη εκπαίδευση τα οποία, όπως ο ίδιος σημειώνει είναι "σημειώσεις  στα «παιδαγωγικά» για χρήση τόσο στην εκπαιδευτική διαδικασία , όσο και στην εκπαίδευση ενηλίκων στα πλαίσια της δια βίου εκπαίδευσης ( continuing education  )  , που ήδη αποτελεί τη μεγαλύτερη βιομηχανία της σύγχρονης κοινωνίας."
Νίκος Ηλιάδης, Πολ/κός Μηχ/κός Ε.Μ.Π., M.Sc.,
Ph.D. Industrial Education, Organization and Management,
Επίτιμος Σύμβουλος του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου
Διάφορες θεωρίες (υποστηριζόμενες από πειραματικά ευρήματα) έχουν διαμορφωθεί με στόχο να ερμηνεύσουν τη διαδικασία της μάθησης.
Οι ψυχολόγοι χρησιμοποιούν τον όρο «μάθηση» με μεγαλύτερη ευρύ­τητα συγκριτικά με αυτό που εννοούμε στην καθημερινή μας ζωή. Κατά τους ψυχολόγους, αυτό που μαθαίνει κάποιος δεν είναι απαραίτητα σω­στό ή «προσαρμόσιμο» στην καθημερινή ζωή (μαθαίνουμε κακές και κα­λές συνήθειες) ούτε απαιτεί απαραίτητα κάποια προσπάθεια. Επιπλέον η μάθηση μπορεί να πραγματοποιείται ασυνείδητα. Οι αντανακλαστικές κινήσεις κατά την οδήγηση ενός αυτοκινήτου, οι αναμνήσεις από ευχά­ριστες διακοπές, η πίστη στη δημοκρατία, η αρνητική στάση ως προς ένα ανεπιθύμητο «αφεντικό», είναι παραδείγματα μάθησης αυτού του είδους.
Πώς λοιπόν πραγματοποιείται η μάθηση; Ποιες μεταβλητές καθορί­ζουν τι θα μάθει κάποιος και πόσο γρήγορα θα το μάθει; Πολλοί άν­θρωποι αντιμετωπίζουν καθημερινά καταστάσεις, στις οποίες θα τους ήταν χρήσιμο να έχουν απαντήσεις στις ερωτήσεις αυτές. Οι μαθητές αναζητούν καλύτερες μεθόδους μελέτης, οι καθηγητές επιδιώκουν να βελτιώσουν την τεχνική που χρησιμοποιούν στην τάξη, οι υπεύθυνοι στις βιομηχανίες ψάχνουν για καλύτερους τρόπους εκπαίδευσης νέων εργαζομένων, οι μητέρες αναζητούν νέους καλύτερους τρόπους να μεγα­λώσουν τα παιδιά τους, οι διαφημιστές προσπαθούν να καλλιεργήσουν προτιμήσεις των καταναλωτών για το προϊόν του πελάτη τους. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις η γνώση σχετικά με το πώς πραγματοποιείται η μάθηση σημαίνει δύναμη και υπεροχή.
Οι άνθρωποι όμως έχουν κίνητρο να μάθουν το πώς πραγματοποι­είται η μάθηση όχι μόνο επειδή θα έχουν πρακτικά οφέλη, αλλά και από φυσιολογική περιέργεια για τον εαυτό τους και για το πώς διαμορφώ­θηκε όπως είναι σήμερα η προσωπικότητά τους.
Στο σχολείο η μάθηση είναι από τους πρωταρχικούς στόχους. Οι μα­θητές στο σχολείο αντιμετωπίζουν μια πολύπλοκη διαδικασία μάθησης. Επηρεάζονται από αμέτρητες μεταβλητές που υπεισέρχονται στη διαδι­κασία της μάθησης μέσα σε μια τάξη. Μαθαίνουν από τον καθηγητή αντικείμενα που δεν περιέχονται στο πρόγραμμα, με μια διαδικασία που πολλές φορές δε γίνεται αντιληπτή ούτε από τους μαθητές ούτε από τον καθηγητή. Οι μαθητές μαθαίνουν επίσης από τα βιβλία, από τους συμμα­θητές τους και από το φυσικό περιβάλλον του σχολείου.
Ένα μέρος της μάθησης αποτελείται από μετρήσιμα στοιχεία, όπως η συγκεκριμένη γνώ­ση και οι δεξιότητες. Ένα άλλο μέρος όμως της μάθησης, ιδιαίτερα ση­μαντικό, αναφέρεται στις μεταβολές στα πιστεύω, στα συναισθήματα, στην κοινωνική συμπεριφορά και σε μια ποικιλία άλλων αντιδράσεων. Το έργο του ειδικού είναι να αναλύει την πολύπλοκη διαδικασία της μά­θησης στα στοιχεία από τα οποία αποτελείται και να προσπαθεί να ανα­λύει τις αρχές μάθησης που διέπουν τη συγκεκριμένη μαθησιακή κατά­σταση και τα κίνητρα που υπάρχουν στην κάθε περίπτωση.
Η έρευνα στον τομέα της μάθησης, προκειμένου να καταλήξει σε συ­μπεράσματα προσπαθεί να απομονώσει απλά στοιχεία της και να τα με­λετήσει. Συχνά χρησιμοποιούνται ζώα για τη μελέτη της διαδικασίας της μάθησης, επειδή με τον τρόπο αυτό απαλείφεται η πολυπλοκότητα που δημιουργείται, κατά τη μελέτη που χρησιμοποιεί ανθρώπους, ως αποτέ­λεσμα επιδράσεων επικοινωνίας, πολιτιστικών παραδόσεων, εμπειριών από το παρελθόν κτλ. Στα ζώα οι τιμές των μεταβλητών αυτών είναι λιγότερο διαφορετικές συγκριτικά με τους ανθρώπους, και η κληρονομι­κότητα και ο τρόπος ανάπτυξής τους μπορεί να είναι σε μεγαλύτερο βαθμό μεταβλητές ελεγχόμενες.
Οι βασικοί νόμοι της μάθησης είναι οι ίδιοι στα κουνέλια, τα σκυλιά, τα περιστέρια, τις μαϊμούδες, και τους ανθρώπους. Οι ψυχολόγοι που έχουν διατυπώσει θεωρίες μάθησης έχουν κάνει αυτή την υπόθεση. Το λεπτό σημείο είναι η λέξη «βασικοί». Κανείς δεν αμφιβάλλει ότι υπάρχουν διαφορές ως προς τον τρόπο με τον οποίο τα διάφορα είδη όντων μαθαίνουν, αλλά συχνά γίνεται η υπόθεση ότι υπάρχουν βασικοί νόμοι, από τους οποίους μπορούμε να βγάλουμε συ­μπεράσματα σχετικά με τις λεπτομέρειες που αφορούν το κάθε είδος.
 Σύνολο Συμπεριφοράς
                 !----------------------------------------------------------------------------------------- !
                 !   Κληρονομημένο στοιχείο                                     *                                      !
                 !  συμπεριφοράς                                         *                                                    !
                 !                                                     *                                                                  !
                 !                                          *                                                                            !
                 !                              *                                                                                        !   
                 !                 *                                                Στοιχείο συμπεριφοράς                !
                 !        *                                                         που είναι αποτέλεσμα μάθησης   !
        !-------------------------------------------------------------------------------
Τύποι ζωής Χαμηλής Στάθμης                    Τύποι ζωής Υψηλότερης  Στάθμης
 Η συμπεριφορά ως συνάρτηση του επιπέδου ενός οργανισμού.
Στο παραπάνω  σχήμα απεικονίζεται το γεγονός ότι η συμπεριφορά ε­νός οργανισμού είναι τόσο περισσότερο αποτέλεσμα μάθησης (και λιγότερο κληρονομημένων χαρακτηριστικών) όσο περισσότερο ο οργανισμός αυτός πλησιάζει την ανώτερη μορφή ζωής στην οποία ανήκει ο άνθρωπος.
Μια απλή περίπτωση που έχει μελετηθεί διεξοδικά είναι οι αντιδρά­σεις σχετικά με το ράμφισμα περιστεριών. Αν ένα πεινασμένο περιστέρι αμείβεται ευκαιριακά με τροφή για να ραμφίζει ένα φωτεινό κουμπί ( βγαίνει ένα συρταράκι με τροφή σε κάθε πετυχημένο ράμφισμα για κάποιο μικρό χρονικό διάστημα )  που βρίσκεται σε μια πλευρά του κλουβιού του, τότε το περιστέρι αυτό θα ραμφίζει το κουμπί με μεγαλύτερη ταχύτητα. Ο ρυθμός με τον οποίο ραμφίζει επηρεάζεται πολύ από επιδράσεις όπως το επίπεδο πείνας στο οποίο βρίσκεται το περιστέρι, η συχνότητα με την οποία αμείβεται κτλ. Μπορεί λοιπόν να χρησιμοποιηθεί η περίπτωση αυτή για να μελετηθούν πολλά φαινόμενα μάθησης.
Ο χαμηλός ρυθμός με τον οποίο το περιστέρι ραμφίζει το κουμπί, πριν εισαχθεί η διαδικασία αμοιβής με τροφή, λέγεται «ρυθμός λειτουρ­γίας» (operant rate). Η τροφή που αυξάνει το ρυθμό των ραμφισμάτων λέγεται «ενίσχυση» (reinforcement). Αν ορισμένα μόνο ραμφίσματα ακο­λουθούνται από τροφή, το συγκεκριμένο πρόγραμμα τροφοδοσίας (π.χ. τροφή μετά το δέκατο πετυχημένο ράμφισμα, ή τροφή κάθε λεπτό) είναι γνωστό ως«πρόγραμμα ενίσχυσης» (schedule of reinforcement). Αν το ράμφισμα δεν ακολουθείται από τροφή, ο ρυθμός ραμφίσματος μειώνεται. Η μείω­ση αυτή, που είναι αποτέλεσμα της έλλειψης του «ενισχυτή» (reinforcer), είναι γνωστή ως «απόσβεση» (extinction). Αν μετά την «απόσβεση» υπάρξει μια χρονική περίοδος, κατά την οποία το περιστέρι δεν έχει πρόσβαση στο κουμπί, και κατόπιν το κουμπί του παρουσιαστεί και πάλι, ο ρυθμός των ραμφισμάτων τείνει να είναι λίγο μεγαλύτερος συγκριτικά με αυτόν που ήταν στο τέλος της χρονικής περιόδου που συνέβη η «α­πόσβεση». Η αναμενόμενη αυτή αύξηση ονομάζεται «αυθόρμητη ανάκτη­ση» (spontaneous recovery). Αν το κουμπί, για το οποίο το περιστέρι ενισχύθηκε ώστε να το ραμφίζει, αντικατασταθεί από ένα άλλο διαφορε­τικού χρώματος, το περιστέρι θα ραμφίζει και το δεύτερο αυτό κουμπί, μολονότι ο ρυθμός θα είναι χαμηλότερος συγκριτικά με τον αρχικό, Η τάση να ανταποκρίνεται σε ερέθισμα άλλο, πλην όμως όμοιο με αυτό το ερέθισμα που προϋπήρξε, λέγεται γενίκευση (generalization). Αν όμως τα δύο κουμπιά παρουσιαστούν μαζί εναλλακτικά και το ράμφισμα στο ένα ενισχύεται με τροφή, ενώ στο άλλο δεν ενισχύεται, το περιστέρι μα­θαίνει να ραμφίζει το ενισχυόμενο κουμπί με αυξημένο ρυθμό, και πολύ λίγο αυτό που δεν ενισχύεται. Η κατάσταση αυτή περιγράφεται ως «διά­κριση» (discrimination).
Πολλές διαστάσεις της παραπάνω μαθησιακής κατάστασης έχουν με­λετηθεί πειραματικά. Πώς δηλαδή μεταβάλλεται ο ρυθμός των ραμφισμάτων σε συνάρτηση με την ποσότητα της τροφής που παρέχεται, τον προ­γραμματισμό ενίσχυσης, ή την καθυστέρηση παροχής τροφής μετά από ραμφίσματα. Πώς μεταβάλλεται η «αυθόρμητη ανάκτηση, ως συνάρτηση του χρονικού διαστήματος που μεσολαβεί μεταξύ «απόσβεσης» και συ­νέχισης του πειράματος, ή πώς μεταβάλλεται η «γενίκευση» ως συνάρ­τηση της διαφοράς χρώματος μεταξύ των δύο κουμπιών.
Τα φαινόμενα αυτά μάθησης, που παρατηρούνται σε πειραματικές με­λέτες, μπορούν να εμφανιστούν σε πολύπλοκες καταστάσεις της καθημε­ρινής ζωής. Επιπλέον, αποκτώντας γνώσεις από πειραματικές μελέτες, μπορούμε να προσδιορίσουμε εκ των προτέρων την αναμενόμενη συμπε­ριφορά ατόμων στην καθημερινή ζωή. Για παράδειγμα, έχει βρεθεί σε πειράματα ότι μια αργοπορία μεταξύ επιθυμητής αντίδρασης και ενίσχυ­σης της επιθυμητής συμπεριφοράς έχει ως αποτέλεσμα χαμηλότερη από­δοση στη μάθηση του επιδιωκόμενου. Από τα πειραματικά αυτά ευρήμα­τα μπορούμε να προσδιορίσουμε την αποτελεσματικότητα διαφορετικών μεθόδων διδασκαλίας.
Διάφορες πρακτικές διδασκαλίας επηρεάζουν επίσης την απόδοση της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Αναφέρεται στη βιβλιογραφία παράδειγ­μα, σύμφωνα με το οποίο κάποιος καθηγητής περίμενε το 1/3 των μαθη­τών της τάξης του να είναι καλοί; το 1/3 να έχουν μια μέση απόδοση, και το 1/3 να αποτύχει ή απλώς να περάσει. Η τοποθέτηση αυτή είχε αντανάκλαση στους μαθητές που συμπεριφέρθηκαν ανάλογα. Υποστηρί­ζεται ότι το 90% των μαθητών μπορεί να ανταποκριθεί ικανοποιητικά με την προϋπόθεση ότι έχει οριστεί με σαφήνεια τι εννοούμε εμπέδωση του αντικειμένου (Mastery), και χρησιμοποιούμε τα κατάλληλα μέσα για να επέλθει η εμπέδωση αυτή. Ο «βαθμός μάθησης» (degree of learning)είναι συνάρτηση του χρόνου που απαιτείται για να πραγματοποιηθεί η εμπέδωση (Mastery) της ύλης που έχει καθοριστεί.
Βαθμός μάθησης           = _________ Χρόνος που διατίθεται                           
(Degree of learning)            Χρόνος που απαιτείται για την εμπέδωση της                                                     
Ύλης ( Mastery  of the material)
Ο χρόνος που απαιτείται για να μάθει ένας μαθητής κάποιο αντικεί­μενο είναι χαρακτηριστικό της ιδιαίτερης ικανότητάς του. Ορισμένοι μα­θητές έχουν μεγάλη ικανότητα και μαθαίνουν πολύ γρήγορα , άλλοι είναι λιγότερο ικανοί. Για τους ικανούς μαθητές από τους οποίους άλλωστε προκύπτει και η κοινωνική πρόοδος θα πρέπει να προβλέπονται ειδικές εκπαιδευτικές διαδικασίες για να μην καταστρέφεται αλλά να αξιοποιείται το ιδιαίτερο δυναμικό τους.  Ορισμένες άλλες μεταβλητές που επηρεάζουν τη διαδικασία της μάθησης είναι η ικανότητα των μαθητών να ακολουθούν οδηγίες και η ικανότητα του κα­θηγητή γενικότερα. Μερικές φορές στο σχολείο δεν είναι διαθέσιμος ο απαιτούμενος χρόνος για διάφορα αντικείμενα διδασκαλίας. Σε άλλες περιπτώσεις ξοδεύεται χρόνος περισσότερος από όσο χρειάζεται.
Για να επιτευχθεί η εμπέδωση (Mastery) ενός γνωστικού αντικειμέ­νου, θα πρέπει να ορίσουμε με σαφήνεια τι εννοούμε ως μάθηση και ποια θα είναι τα αποδεικτικά στοιχεία που θα χρησιμοποιήσουμε, προκειμένου να διαπιστώσουμε ότι επήλθε μάθηση. Αν ένας μαθητής ικανο­ποιεί τα κριτήρια, σημειώνεται ότι έχει πετύχει τη μάθηση του αντικει­μένου, και αυτή είναι η όλη αξιολόγηση σύμφωνα με τη διαδικασία αυτή. Ο καλύτερος τρόπος για να βοηθηθούν οι μαθητές να φθάσουν στο απαιτούμενο επίπεδο μάθησης είναι να τους γίνονται εισηγήσεις, να τους δίδονται ειδικές επεξηγήσεις, να χρησιμοποιούνται εποπτικά μέσα, να τους δίνο­νται οδηγίες να ξαναδιαβάσουν την ύλη. Η διαδικασία αυτή περιορίζει την αποτυχία που κάνει τους μαθητές να στρέφονται προς άλλες κατευ­θύνσεις και είναι περισσότερο κατάλληλη για «αργούς» μαθητές.
Γενικά τη μάθηση μπορούμε να την ορίσουμε ως μεταβολή στη συ­μπεριφορά ή στο δυναμικό ενός ατόμου. Η μεταβολή αυτή είναι αποτέ­λεσμα ερεθισμάτων, πρακτικής άσκησης ή εμπειριών και βέβαια όχι απο­τέλεσμα ασθένειας, ωρίμανσης, κληρονομικών αντανακλαστικών αντι­δράσεων ή μιας προσωρινής κατάστασης του οργανισμού.
Οι ερευνητές στον τομέα της Εκπαιδευτικής Ψυχολογίας προσπαθούν να προσδιορίσουν νόμους και να ερμηνεύσουν τη διαδικασία της μάθησης.
Όλοι οι νόμοι περιγράφουν μια σχέση μεταξύ μιας εξαρτημένης και μιας ανεξάρτητης μεταβλητής. Διάφορες τιμές της ανεξάρτητης μεταβλη­τής αντικατοπτρίζουν διάφορες συνθήκες. Για κάθε τιμή - συνθήκη της ανεξάρτητης μεταβλητής προκύπτουν αποτελέσματα - φαινόμενα που αντικατοπτρίζονται με διάφορες τιμές της εξαρτημένης μεταβλητής. Π.χ. κατά τη μελέτη της διαδικασίας της μάθησης ανεξάρτητες μεταβλητές εί­ναι τα χαρακτηριστικά του μαθητή (οι προσδοκίες του, το εκπαιδευτικό περιβάλλον) και εξαρτημένη μεταβλητή είναι η απόδοση του μαθητή.
Οι νόμοι μπορεί να είναι ποιοτικοί ή ποσοτικοί. (Π.χ. το γεγονός ότι η μεταβολή του μήκους ενός εκκρεμούς θα δημιουργήσει μια μεταβολή στην περίοδο ταλάντωσης, είναι ένας ποσοτικός νόμος). Ποιοτικοί και ποσοτικοί νόμοι υπάρχουν σε όλους του επιστημονικούς τομείς. Οι πε­ρισσότερο αναπτυγμένες επιστήμες τείνουν να έχουν ποσοτικούς νόμους που έχουν μεγαλύτερη ακρίβεια.
Οι επιστημονικοί νόμοι οι σχετικοί με τη μάθηση εξυπηρετούν δύο βασικούς σκοπούς. Πρώτα, προσφέρουν τα μέσα προσδιορισμού και ελέγχου, και έτσι έχουμε τη δυνατότητα δημιουργίας συνθηκών που οδη­γούν σε επιθυμητά αποτελέσματα. Έπειτα, βοηθούν στο να γίνεται πε­ρισσότερο κατανοητό το περιβάλλον γύρω μας και να δημιουργούνται γενικές αρχές που βρίσκουν εφαρμογή σε μια ποικιλία περιπτώσεων (abstract learning). Πολλοί νόμοι συνθέτουν μια θεωρία.
Οι θεωρίες μάθησης διακρίνονται στις συνειρμικές θεωρίες (Con- nectionist Theories) και στις νοησιαρχικές θεωρίες (Congitive Theories). Οι συνειρμικές θεωρίες υποστηρίζουν ότι η μάθηση είναι αποτέλεσμα δη­μιουργίας «συνδέσμων» μεταξύ ερεθισμάτων και αντιδράσεων και ότι ο άνθρωπος μαθαίνει να συμπεριφέρεται με συγκεκριμένο τρόπο σε συγκε­κριμένα ερεθίσματα. Οι νοησιαρχικές θεωρίες θεωρούν τη μάθηση ως αποτέλεσμα διαμόρφωσης γενικότερων απόψεων, αντιλήψεων, τρόπου θεώρησης των πραγμάτων (Cognitions) κτλ., που επηρεάζουν τη συμπε­ριφορά του ανθρώπου.
Η κοινή λογική οδηγεί στο συμπέρασμα ότι και οι δύο ομάδες θεω­ριών εξηγούν τη μάθηση από διαφορετικές οπτικές γωνίες. Η μάθηση όμως δε γίνεται αποκλειστικά με τον έναν ή τον άλλο τρόπο. Υπάρχουν ενδιάμεσες καταστάσεις. Η διάκριση και η ταξινόμηση των θεωριών έχει στόχο την εύκολη μελέτη και ερμηνεία της διαδικασίας της μάθησης.
Για να κρίνουμε αν επήλθε μάθηση ή όχι σχετικά με ένα θέμα, χρη­σιμοποιούμε διάφορες τεχνικές μέτρησης. Όλες οι τεχνικές τείνουν στο να προσδιορίσουν το βαθμό, στον οποίο έχουν ικανοποιηθεί οι αντικει­μενικοί στόχοι που έχουν τεθεί.
Για να οργανωθεί αποτελεσματικά η διαδικασία μέτρησης της μάθησης, χρησιμοποιούμε μια διαδικασία ταξινόμησης των αντικειμενικών στόχων. Οι αντικειμενικοί στόχοι δηλαδή, στους οποίους αποβλέπει η διδασκαλία κάθε μαθήματος, ταξινομούνται σε τρεις βασικούς τομείς: Το γνωστικό το­μέα, το συναισθηματικό, και τον ψυχοκινητικό (ανάπτυξη δεξιοτήτων).
Ο γνωστικός τομέας (Congitive domain) περιλαμβάνει όλους τους αντικειμενικούς στόχους που αναφέρονται στην απόκτηση και χρησιμο­ποίηση γνώσεων. Ο τομέας αυτός περιλαμβάνει αντικειμενικούς στόχους που αναφέρονται στην ανάκληση γνώσεων από μέρους των μαθητών (πι­στοποίηση απομνημόνευσης), στην κατανόηση θεμάτων, στην εφαρμογή γνώσεων, στην ανάλυση εννοιών, στη σύνθεση εννοιών και στη δυνατό­τητα για αξιολόγηση των διδασκομένων (Recall, Comprehension, Application, Analysis, Synthesis, Evaluation). Προφανώς η ανάλυση, σύν­θεση και η αξιολόγηση γνώσης προϋποθέτουν τη δυνατότητα ανάκλησης γνώσης και αποτελούν ανώτερα στάδια του γνωστικού τομέα. Σε εξετά­σεις που κάνουμε για να διαπιστώσουμε αν επήλθε μάθηση, οι ερωτήσεις θα πρέπει να καλύπτουν όλες τις κατηγορίες του γνωστικού αντικειμέ­νου και να βρίσκονται σε συνάρτηση με τους προκαθορισμένους αντικει­μενικούς στόχους του μαθήματος.
Παρακάτω δίνεται ένα παράδειγμα πίνακα ταξινόμησης των ερωτή­σεων ενός διαγωνίσματος. Οι ερωτήσεις αναφέρονται στο γνωστικό το­μέα και αποβλέπουν στον έλεγχο γνώσεων που αποκτήθηκαν σχετικά με την τεχνική σχεδίαση.
Πίνακας ταξινόμησης
Γνωστικός τομέας: Τεχνικό σχέδιο
Συμπεριφορά που αναμένεταβ
Γνωστικό
αντικείμενο
Ανάκληση
Κατανόηση
Εφαρμογή
Ανάλυση
Σύνολο
Χρήση , εργαλείων
(16%)
2, 3, 7, 25
(40%)
1
(12%)
8, 11, 18
(0%)
(32%)
Χρήση
Γραμμών
(4%)
5
(0%)
(0%)
(0%)
(4%)
Κατόψεις
(4%)
21
(12%) 10, 20, 22
(4%)
4
(16%) 14, 16, 16 17
(36%)
Όψεις
Τομές
(0%)
(8%) 9, 13
(12%) 6, 12, 19
(0%)
(20%)
Προοπτική
Σχεδίασης
(4%)
23
(4%)
24
(0%)
(0%)
(8%)
Σύνολο
(28%)
(28%)
(28%)
(16%)

Στον παρακάνω πίνακα εμφανίζεται η κατανομή ενός υποθετικού τε­στ για διαπίστωση της μάθησης. Το τεστ περιλαμβάνει 25 ερωτήσεις. Από τις ερωτήσεις αυτές το 28% αναφέρεται σε ανάκληση γνώσεων, το 28% σε κατανόηση γνώσεων, το 28% σε εφαρμογή γνώσεων και το 16% σε ανάλυση γνώσεων. Επίσης, για παράδειγμα, το 12% των ερωτήσεων (οι υπ’ αριθ. 6, 12, 19) αναφέρονται σε εφαρμογή γνώσεων ως προς το αντι­κείμενο «όψεις - τομές».
Ανάλογα τεστ με πολύ μεγαλύτερο αριθμό ερωτήσεων μπορούν να κατασκευαστούν και να ελέγχουν κάθε διάσταση της εκπαιδευτικής δια­δικασίας.
Ο συναισθηματικός τομέας (affective domain) αναφέρεται στις δια­θέσεις, τα διαφέροντα και τις αξίες του μαθητή, έστω και αν αυτά είναι κάτι που δεν καθορίζονται απόλυτα. Ο συναισθηματικός τομέας αποτελείται από πέντε βασικές κατηγορίες με την παρακάτω σειρά, από τις απλούστερες προς τις συνθετότερες: Παρακολούθηση, ανταπόκριση, ανα­γνώριση αξιών, οργάνωση, χαρακτηρισμός από μια αξία ή από ένα σύ­στημα αξιών.
Ο ψυχοκινητικός τομέας (psychomotor domain) αναφέρεται στη μέ­τρηση των δεξιοτήτων που έχει μάθει ο εκπαιδευόμενος, Η εξέταση συ­νήθως συνίσταται στην ανάλυση μιας εργασίας σε απλά στοιχεία και στοχεύει στο να ελέγξει πόσα από αυτά μπορεί να πραγματοποιήσει ο εκπαιδευόμενος στην προσπάθειά του να εκτελέσει το σύνολο του έργου.

Δεν υπάρχουν σχόλια: