Έχω πατήσει ντιλίτ κι έχω αδειάσει και τον κάδο ανακύκλωσης. Διότι κι αν έχω ακόμα να θυμηθώ μερικές συμπαθητικές στιγμές και δυοτρείς ευσυνείδητους δασκάλους, όταν κάμω τη σούμα είναι τόσες οι ασχήμιες, τ'ατοπήματα και οι παραλείψεις, που μπορώ να σου χτίσω κέις που θα ρίξει το ελληνικό σχολείο σε ισόβια κάθειρξη, να κάμει παρέα στο Βλαστό, τον Παπαγεωργόπουλο και τον Κακλαμανάκη που'χει ντούγκλας στο μουστάκι.
Θα σου το πω όπως το αισθάνομαι: εφιάλτης ήταν το σχολείο και καταναγκασμός -κι αν ακόμα ήμουν ανέμελος πιτσιρικάς τότες και δεν είχα να πονοκεφαλιάζω με τον βιοπορισμό μου και τα προβλήματα του κόσμου των ενηλίκων, μήτε να διανοηθείς να μου προτείνεις να γυρίσω με τη χρονομηχανή και να ξανα-υποστώ αυτή την άθλια περίοδο. Ζαμέ!
Τι να σου πρωτοθυμηθώ; Την παπαγαλία για να περάσω στις πανελλήνιες; Τα φροντιστήρια που με είχανε φάει οι δρόμοι να πηγαίνω με το λεωφορείο πέρα-δώθε δώδεκα στάσεις μέχρι τη Στουρνάρα και την πλατεία Κάνιγκος (ναι, ξεύρω: πλατεία Κάνιγκ είναι, αλλά ούτε αυτό μού το έμαθε το σχολείο); Τα ξενύχτια του διαβάσματος για τις άπειρες εξετάσεις και τα διαγωνίσματα (μην ξανακούσω να μου πεις τη φράση "βγάλτε-μια-κόλλα-χαρτί", γιατί θα σε αρχίσω στις ραμφιές!) -που αν έχεις το Θεό σου, τελείωνα κατά τις 11 με 12 το βράδυ και έβαζα το ξυπνητήρι στις 5 και μισή τα ξημερώματα, για να συνεχίσω! Τις ώρες που έχω θυσιάσει από τη ζωή μου για να αποστηθίσω στα θρησκευτικά, σελίδες επί σελίδων αερολογίας για τη βασιλεία των ουρανών; Τα εντελώς θεωρητικά μαθηματικά με τις παραγώγους και τα ολοκληρώματα, που ακόμα περιμένω να δω πού ακριβώς θα χρησιμοποιήσω στη ζωή μου; Τη φιλόλογο που βαριόταν σαν έμπαινε η άνοιξη, μας έβαζε να διαβάζουμε μόνοι μας και καθόταν στο έδρανο με τα γυαλιά ηλίου; Τον παπά που έσκιζε τα τετράδιά μας γιατί δεν του άρεσε ο γραφικός χαρακτήρας του Γιαννάκη και της Τασούλας; Τον φυσικό που έβγαζε το μπλοκάκι με τα ονόματα και κούναγε απειλητικά το στυλό του για το ποιον θα σηκώσει για να ξευτιλίσει στον πίνακα; Τη γυμνάστρια πενηνταπέντε ετών με την κοιλούμπα που περιοριζόταν σε δύο κινήσεις: (α) σας δίνω τις μπάλες στην αρχή της ώρας, (β) σφυρίζω σαν τον Ποπάι για να μου τις φέρετε πίσω στο τέλος της ώρας. Δεν συνεχίζω, γιατί είμαι βέβαιος ότι έχεις κι εσύ να αραδιάσεις κάμποσες μαύρες μέρες που πέρασες στα θρανία.
Θα μου πεις, όλα μαύρα; Όχι. Υπήρχε προφανώς και η αλέγκρα η διάθεση, τ'αστείο και η σαχλαμάρα, το "χόρευε τουίστ, χόρευε τρελά, χόρευε τουίστ κι όλα θα παν καλά"! Υπήρχαν οι -δυστυχώς μετρημένοι στο ένα χέρι- καλοί δάσκαλοι (και οι εξαιρετικά καλοί δάσκαλοι), υπήρχαν οι εκδρομές, υπήρχαν οι παρέες. Αλλά το σχολείο καθ'αυτό -και επέτρεψέ μου εδώ να γενικεύσω κι ας αδικήσω τους άξιους ανθρώπους που κάμουν με μεράκι τη δουλειά τους- είναι στην Ελλάδα μία παταγώδης αποτυχία: μία μεγάλη μπαλαφάρα!
Ναι, θα σου εξηγηθώ. Διότι είκοσι σχεδόν χρόνια μετά, δικαιούμαι νομίζω να κάμω κάποιες διαπιστώσεις. Για τα όσα δεν μου έμαθε το σχολείο. Ενώ θα όφειλε.
Πρώτον, ξένες γλώσσες. Σ'αγαπώ ελληνικά, ίο τε αμο ιταλικά, ζε βουζ εμ φραντσέζικα, άι λαβ γιου εγγλέζικα. Κι αν σήμερα ομιλώ και καταλαβαίνω πεντέξι γλώσσες, ούτε μυρουδιά δεν πήρα ποτέ στο σχολείο. Έμπαινε η γαλλικού στην τάξη και ρώταγε με ύφος και αξάν από τα Δρυμίγκλαβα, "κι βε αλέ ο ταμπλό;" και όλοι κοιταζόντουσαν ωσάν να είδαν το άλιεν! Όπως καταλαβαίνεις, το μάθημα γινόταν με τους δυοτρείς που ξεύραμε το παρλεβού φρανσέ από το φροντιστήριο και οι υπόλοιποι διαβάζανε άλλα επιμορφωτικά αναγνώσματα (το Κλικ, το 01, τη Σούπερ Κατερίνα).
Δεύτερον, αγωγή. Και δεν εννοώ φυσική αγωγή, προτάσεις, ανατάσεις, επικύψεις, πέστε κάτω για πουσάπς. Αλλά σου ομιλώ για καλή αγωγή. Τρόπους, πώς το λένε; Θα μου πεις, αυτό είναι μέλημα της οικογένειας, στο σχολείο πάμε για να μάθουμε βου και α, βα. Αλλά θα διαφωνήσω μαζί σου κάθετα: το σχολείο είναι -ή θα έπρεπε να είναι- εξίσου υπεύθυνο για τη διαπαιδαγώγηση της πιτσιρικαρίας. Ζαμπούνης; Ναι, Ζαμπούνης! Να μάθει κανείς πότε πρέπει να μιλάει, πώς πρέπει να απευθύνεται στους άλλους, γιατί σεβόμαστε τους κανόνες και γιατί δεν γράφουμε στον τοίχο, δεν καίμε το βιβλίο, δεν βρίζουμε, δεν ασχημονούμε, δεν κάμουμε κατάληψη, δεν τραβάμε την κοτσίδα της μικρής Αννούλας.
Τρίτον, μέθοδος. Μόλις στο τέλος του Πανεπιστημίου, άρχισα να αντιλαμβάνομαι τη σημασία της. Είναι η γνωστή κλισέ ρήση που λέει πως δώσε μου ψάρια και θα χορτάσω σήμερα το βράδυ, μάθε με να ψαρεύω και θα είμαι χορτασμένος μια ζωή. Ε λοιπόν, η μασημένη, στεγνή και αγέλαστη πληροφορία, δεν μπορεί να μετασχηματιστεί σε γνώση που να χτυπιούνται κάτω δεκαεφτά μαθηματικοί και δώδεκα φιλόλογοι. Πρέπει να μου δείξεις πώς αναζητώ τις πληροφορίες, πώς τις οργανώνω και πώς τις χρησιμοποιώ πρακτικά για να βελτιώσω τη ζωή μου και τον εαυτό μου. Έλεος δηλαδής με την αποστήθιση και την εμμονή με το βιβλίο ("σήμερα έχετε από τη σελίδα 45 ως τη σελίδα 47" -κι εσένα γιατί σε έχουμε κυρά-μου, για σελιδοδείκτη;).
Τέταρτον, λετς χαβ φαν. Η γνώση είναι μία από τις δυοτρεις μεγαλύτερες απολαύσεις στη ζωή. Και ξεύρεις κάτι; Είναι διασκέδαση, δημιουργικότητα, φαντασία, ενθουσιασμός, περιέργεια. Είναι παιχνίδι, γαμώτο! Αλλά το ελληνικό σχολείο δεν έχει μέσα του τίποτε από όλα αυτά. Δεν έχει καθόλου χαρά. Δεν έχει καθόλου γέλιο. Δεν έχει φαντασία, μήτε δημιουργικότητα. Και κάπως έτσι διαμορφώνει τους ζοχαδιασμένους, ημιμαθείς πολίτες του αύριο -που μονάχα η προσωπική τους έφεση ή η έγνοια των γονιών τους και κάποιων δασκάλων που με προσωπική προσπάθεια έχουν τυχόν φυτέψει ένα σπόρο περιέργειας μέσα στα μυαλουδάκια τους, μπορεί και να τους οδηγήσει αύριο-μεθαύριο στο να επιστρέψουν στη γνώση. Και να την ανακαλύψουν επιτέλους. Οι υπόλοιποι, καταδικασμένοι. Στο να μην πάρουν ποτέ πρέφα. Τη χαρά του να μαθαίνεις, να επισκέπτεσαι ένα μουσείο, να παρακολουθείς μία παράσταση, να διαβάζεις ποίηση, να ψάχνεις πηγές σε μία βιβλιοθήκη, να κάμεις μία έρευνα και να σου αποδίδει ένα αποτέλεσμα.
Εψές το βράδυ, περπατώντας στην Πάτρα, διάβασα ετούτο το σύνθημα. "Το σχολείο παραμένει φυλακή, ακόμα και με γκράφιτι". Και παρότι θα'θελα πολύ να κάτσω με αυτόν τον πιτσιρικά και να του εξηγήσω ότι χελόου, δεν γράφουμε στον τοίχο λέμε, συνειδητοποίησα ότι δεν έχω σχεδόν κανένα επιχείρημα για να τον πείσω ότι η ουσία της δήλωσής του είναι λάθος.
Κατηγορώ το σχολείο. Για όλα όσα δεν μου έμαθε. Για τις πόρτες που δεν μου άνοιξε. Για το χάσιμο της ευκαιρίας. Το κατηγορώ. Για την αποτυχία του στο να δείξει σε ένα μικρό παιδί, πόσο υπέροχο είναι το ταξίδι της ζωής.
Δώσε τραγούδι.
Σημείωση: Το κείμενο αυτό το αφιερώνω στη Νάσια. Πρώτον, γιατί ανήκει σε εκείνη την εξαιρετική κατηγορία δασκάλων που διασκεδάζουν αυτό που κάμουν και φροντίζουν να του προσθέσουν χαρά και κέφι. Δεύτερον, γιατί με προκάλεσε να της μιλήσω για τα σχολικά μου χρόνια (βασικά τιμωρία μου έχει βάλει, αλλά ξεγλύστρισα ωσάν πτηνό παμπόνηρο και μόρτικο που είμαι κι έκαμα πιο γενικό σχόλιο!). Και τρίτον, γιατί ξυπνάει από τ'αξημέρωτα και με διαβάζει, πριν καλά-καλά πιει τον καφέ της και μασουλήσει το κουλουράκι της. Και εκτιμώ την κάθε της καλημέρα. Μπονζούρ, Νάσια!
k
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου