Πέμπτη 30 Μαΐου 2024

 


«Έφταιγε μεν που το σχολείο είχε μόνο ένα εργαστήριο υπολογιστών, αλλά πόσες φορές και πόσο έντονα πια το διεκδίκησε η ίδια; Κι επιτέλους, πόσο δύσκολο ήταν να βρεθεί χορηγός ή χορηγοί για ένα ακόμη εργαστήριο;»

Ο -ας πούμε- Γιάννης, από έφηβος ήθελε να σπουδάσει Νομική. Όχι πως είχε κανένα ξεχωριστό ενδιαφέρον για την ίδια την επιστήμη που -θεωρητικά τουλάχιστον- “μοιράζει” το δίκιο και τ’ άδικο στους ανθρώπους, αλλά απλά γιατί όλοι λέγανε πως είτε δικηγόρος γίνεις, είτε εισαγγελέας, δικαστής κ.τ.ό. θα εξασφάλιζες μια άνετη ζωή και τον άφθονο σεβασμό των άλλων, ή έστω τον φόβο τους που είναι κάτι παρόμοιο. Πλην όμως, λίγο η επιπολαιότητα, λίγο η ατυχία, λίγο η πλημμελής προσπάθεια, λίγο που οι άλλοι έγραψαν καλύτερα στις -διαγωνιστικές- Πανελλήνιες εξετάσεις και ο φίλος μας βρέθηκε σε κάποια Παιδαγωγική Ακαδημία μιας και την είχε δηλώσει (καλού κακού) στο Μηχανογραφικό.

Δεν δυσκολεύτηκε ιδιαίτερα να ολοκληρώσει τις τετραετούς διάρκειας σπουδές του και πολύ γρήγορα, σχεδόν με το που απολύθηκε απ’τον στρατό, βρέθηκε διορισμένος. Ήταν πια “μάχιμος” δάσκαλος σε κάποιο Δημοτικό σχολείο της χώρας. Ο μισθός να πέφτει μήνας μπαίνει, μήνας βγαίνει και Χριστούγεννα, Πάσχα, Ιούλιο και Αύγουστο διακοπές. “Καθόλου άσχημα” συλλογιζόταν. Έλα όμως που το σχολείο όπου τοποθετήθηκε βρισκόταν σε μικρό νησί του νοτίου Αιγαίου, αρκετά μακριά απ’ τη γενέτειρα πολή και τόπο συμφερόντων του. Αα, όλα κι όλα, ο Γιάννης δεν είχε μάθει να ζει σε χωριά ή έστω κωμοπόλεις και μάλιστα σχεδόν έρημες τον χειμώνα. Ακόμα κι ως στρατιώτης τα είχε καταφέρει να υπηρετήσει όλον τον καιρό σε έδρα Σχηματισμού κοντά σε μεγαλούπολη της πατρίδας μας και πολύ κοντά στη γενέτειρα και μάλιστα ως έμμισθος Δόκιμος Αξιωματικός.

Επιπλέον, γρήγορα διαπίστωσε πως τα παιδιά δεν ήταν όλα σαν εκείνον και τους περισσότερους συμμαθητές του. Δηλαδή ήσυχα και με κάποιο “καλό υπόβαθρο απ’ το σπίτι”. Εκεί στο ξεχασμένο κι απ’ τον Θεό νησάκι είχαν μεγαλώσει σαν τα αγριοκάτσικα που πίναν θαλασσινό νερό και τρελαινόντουσαν. Άσε που στις μικρές τάξεις φοιτούσαν κάμποσα προσφυγόπουλα που καλά-καλά δεν ήξεραν να μιλούν Ελληνικά, πόσο μάλλον να γράφουν κιόλας. Μπαα, κάπως θα τα κατάφερνε να αποφύγει -έστω προς το παρόν- κι αυτόν τον σκόπελο. Όπως και με το στρατιωτικό, θα αρκούσε πάλι ένα τηλέφωνο στους γονείς του κι αυτοί στον “βουλευτή μας” ώστε (ιδίως τώρα που κομματικώς “είμαστε στα πράγματα”) να λυθεί το ζήτημα. Αμ έπος, αμ έργον λοιπόν.

Ήταν ξανά φοιτητής! Υποψήφιος Διδάκτορας σε Τμήμα της πρωτεύουσας και σε αντικείμενο κοντά στα ενδιαφέροντά του: Οικογενειακό Δίκαιο στο Βυζάντιο των Κομνηνών! Η άδεια μεταπτυχιακών σπουδών που είχε εξασφαλίσει του έδινε τη δυνατότητα να σπουδάζει επί πληρωμή για τουλάχιστον τέσσερα ακόμη χρόνια. Κάποια χρόνια αργότερα, όταν αυτές οι άδειες καταργήθηκαν εντελώς ελέω Μνημονιακών υποχρεώσεων της χώρας, είχε νοιώσει πολύ τυχερός που ο ίδιος είχε απολαύσει ένα τέτοιο “προνόμιο”.

Ως διδάκτορας πλέον και έχοντας μοριοδοτηθεί για τα τέσσερα χρόνια που φαινόταν πως υπηρετεί σε δυσπρόσιτη περιοχή (ωραιότατη διάταξη κι εκείνη, κάτι ήξερε ο Γιάννης που θαύμαζε τους Νομικούς)· κατάφερε να εξασφαλίσει τη μετάθεσή του σε αστική περιοχή πολύ κοντά στον τόπο συμφερόντων του. Και πάλι όμως, κάτι δεν ήταν εντάξει. Κάτι τον ενοχλούσε: Κοτζάμ επιστήμονας, διδάκτορας με οκτώ και βάλε χρόνια στα Πανεπιστήμια και θα καταδεχόταν αυτός να διδάσκει κλίση ουσιαστικών και ορθογώνια τρίγωνα σε κακομαθημένους μπόμπιρες; Η πατρίδα δικαιούταν πολύ μεγαλύτερη προσφορά από τέτοιους ανθρώπους. Θα μπορούσε ενδεχομένως να ελέγχει την ποιότητα των υπηρεσιών άλλων δήθεν “συναδέλφων” του. (“Δήθεν” καθώς ο Γιάννης δεν αισθανόταν ακριβώς συνάδελφος με ανθρώπους που είχαν μόνο ένα πτυχίο δασκάλου). Έτσι, ο υπάρχων χαρακτηρισμός “Σύμβουλος Εκπαίδευσης” του φάνηκε μια πολύ καλή περιγραφή καθηκόντων που θα μπορούσε δικαιότατα να αναλάβει.Έσφιξε τα δόντια και υπηρέτησε τα χρόνια που χρειάζονταν όσο να συμπληρώσει την ελάχιστη εκπαιδευτική εμπειρία που απαιτούνταν για να μπορείς να κάνεις αίτηση για Σύμβουλος. Ευτυχώς, τα πιο πολλά εξ αυτών τα υπηρέτησε ως Διευθυντής σε μικρό σχολείο κοντινού χωριού απο εκείνα που κάπου μετά το 2011 έκλεισαν λόγω μικρού πλήθους μαθητών και περιορισμού των δημοσίων δαπανών. Παράλληλα συμμετείχε και ως αξιολογητής κάποιων νέων σχολικών εγχειριδίων, ενώ έγραψε κι ένα δικό του για την ιστορία των σύγχρονων Ολυμπιακών αγώνων από το 1896 και μετά. Είχε επιτέλους συγκεντρώσει τα απαιτούμενα τυπικά προσόντα και -πράγματι- στις επόμενες κρίσεις βρέθηκε στη θέση του Συμβούλου Εκπαίδευσης/Παιδαγωγικής καθοδήγησης, όντας υπεύθυνος για περίπου την μισή Περιφέρεια Εκπαίδευσης όπου υπηρετούσε.

Σχεδόν αμέσως μετά την τοποθέτησή του, το Υπουργείο ανακοίνωσε πως το μεγαλεπήβολο πρόγραμμα υπό τον τίτλο “Αξιολόγηση Εκπαιδευτικού έργου” θα ξεκινούσε οσονούπω με την συλλογή των φακέλων (“portfolio” από εδώ και πέρα) των αναπληρωτών και νεοδιόριστων εκπαιδευτικών. Στη συνέχεια, κάποιος σαν τον Γιάννη θα παρακολουθούσε τον καθέναν τους στη σχολική αίθουσα “εν ώρα παραδόσεως” και -έχοντας μελετήσει και το portfolio- θα του/της έπαιρνε μια σύντομη συνέντευξη. Με λίγα λόγια οι γνώσεις και ικανότητες του φίλου μας θα αξιοποιούνταν όπως επιτέλους έπρεπε.

Πράγματι λοιπόν, ο νέος και ορεξάτος Επιθεωρητής (θυμόταν καλά πως έτσι τους αποκαλούσαν οι παλιότεροι, οι δικοί του δηλ. δάσκαλοι) έφερε γρήγορα τα πρώτα αποτελέσματα, τα οποία δυστυχώς έδειξαν το αληθινό χάλι της τυπικής εκπαίδευσης στην Ελλάδα. Δάσκαλοι που εργαζόντουσαν ως και δέκα χρόνια ως αναπληρωτές χωρίς να “έχουν ευκαιρέσει” (αν είναι δυνατόν) να εξασφαλίσουν κάποιο προσόν που θα επιτάχυνε τον διορισμό τους. Έναν μεταπτυχιακό τίτλο, ένα πιστοποιητικό ξένης γλώσσας επιπέδου έστω C1, κάποια βεβαίωση παρακολούθησης σειράς σεμιναρίων, ένα “χαρτί” βρε αδερφέ! Τι κι αν έπρεπε να βρεις να μείνεις και να επιβιώσεις στη Μύκονο όπου είχες τοποθετηθεί με την οικογένεια να περιμένει στην Άρτα; Δεν υπήρχαν ας πούμε φροντιστήρια ξένων γλωσσών στο νησί; Κι από χρήση υπολογιστή; Ούτε μισό πιστοποιητικό; Ακόμα με κιμωλία και μαυροπίνακα διδάσκεις; Εβδομήντα στα εκατό και πολύ σου είναι.

Η άλλη η δασκάλα πάλι; Στην ώρα της Γλώσσας έχανε χρόνο απ’ το μάθημα για να διδάσκει την Ελληνική αλφαβήτα στον Βακάρ απ’ το Πακιστάν, χώρια που -Οκτώβρη μήνα- ενώ θα αρκούσε να συζητήσουν με τα παιδιά για το ηρωικό “ΟΧΙ” της 28ης, καθόταν και μιλούσαν πόσην ώρα για την απελευθέρωση της Αθήνας στις 12/10/44 και το τέλος του πολέμου για τη χώρα. Η δε παρουσίαση που έδειξε ήταν ένα κακομοίρικο PDF με φωτογραφίες από μαλλιαρούς, αξύριστους αντάρτες με φυσεκλίκια και -αν είναι δυνατόν- παιδιά στην κατοχή με κορμιά σκελεθρωμένα απ’ την ασιτία. Προφανώς ο εκπαιδευτικός κλάδος είχε γεμίσει από αναρχικούς. Στην αριθμητική πάλι, δε χρησιμοποιούσε καθόλου το GeoGebra ή άλλο λογισμικό και περιοριζόταν στον πρωτόγονο πίνακα με μαρκαδόρο. Έφταιγε μεν που το σχολείο είχε μόνο ένα εργαστήριο υπολογιστών, αλλά πόσες φορές και πόσο έντονα πια το διεκδίκησε η ίδια; Κι επιτέλους, πόσο δύσκολο ήταν να βρεθεί χορηγός ή χορηγοί για ένα ακόμη εργαστήριο;

Εννοείται ότι ο Γιάννης κατέγραψε με επιμέλεια τις πολλές τέτοιες παρατηρήσεις του, βέβαιος ότι βάζει ένα ακόμη λιθαράκι στην αναβάθμιση του Ελληνικού Εκπαιδευτικού συστήματος εξασφαλίζοντας την ποιότητα των υπηρεσιών του προσωπικού, ταυτόχρονα με την ορθολογικότερη δυνατή αξιοποίηση των Δημοσίων Επενδύσεων. Στο κάτω κάτω -ξαναθυμήθηκε- οι παλιότερες γενιές εκπαιδευτικών τα κατάφερναν σε τάξεις με έως και σαράντα (40) μαθητές και οι τωρινοί “συνάδελφοι” διαμαρτύρονται για τα 25αρια άντε 30αρια τμήματα; Πόση επιτέλους πρέπει να είναι η αναλογία εκπαιδευτικών προς μαθητές; Και πόσο καλομαθημένοι πια αυτοί οι συνομήλικοί του!

Καλώς ή κακώς (για τους μαθητές σίγουρα το δεύτερο), η πορεία των διαφόρων Γιάννηδων συνεχίζεται (και θα συνεχίζεται) μεταξύ των σχολείων της χώρας. Αυτών δηλαδή των ιδρυμάτων που θα ταλαιπωρεί μαζί με τους μαθητές τους. Ίσως μόνο να αλλάζουν οι ρόλοι του φίλου μας. Σε κάθε περίπτωση πάντως, είτε ως Σύμβουλος/Επιθεωρητής, είτε ως Διευθυντής Εκπαίδευσης, είτε ενίοτε ως “σκέτος” Διευθυντής σχολείου, Γυμνασιάρχης, Λυκειάρχης ή -επί το πιο μοντέρνο- “manager”, ο κάθε Γιάννης θα νοιώθει πως οι εκπαιδευτικοί τον θεωρούν ως ιστάμενο απέναντί τους και κάθε άλλο παρά “συνάδελφο” και αρωγό στο ιερό τους λειτούργημα. Υποψιαζόμαστε βέβαια ότι κάτι τέτοιο ποσώς τον απασχολεί.

Δεν υπάρχουν σχόλια: