Σχεδιάζω ένα ρεπορτάζ για τη χρήση του ChatGPT στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και δεν είμαι καθόλου σίγουρος ότι ξεκινάω καλά, γιατί το πρώτο πράγμα που έρχεται στο μυαλό μου είναι να ρωτήσω το ίδιο το ChatGPT να μου πει τη γνώμη του.
Βεβαίως, το ChatGPT δεν έχει ακριβώς αυτό που ονομάζουμε εμείς οι άνθρωποι «γνώμη», αλλά αναπαράγει πληροφορίες που έχει αντλήσει από άφθονα δεδομένα στα οποία έχει εκπαιδευτεί, προβλέποντας την επόμενη κατάλληλη λέξη. Παρ’ όλα αυτά, όταν δεν έχει τις λεγόμενες «παραισθήσεις» του, δίνει απαντήσεις, και μάλιστα πολύ καλές. Τα αποτελέσματα της διάδρασης με το εργαλείο δεν εκπλήσσουν για την πρωτοτυπία τους, αλλά η πολιτική τους ορθότητα είναι μνημειώδης.
Αν θέλεις να συντάξεις στα γρήγορα μια παράγραφο με κοινοτοπίες προκειμένου να γεμίσεις αξιοπρεπώς μια σελίδα, έχεις βρει τώρα τον αρτιότερο βοηθό. Είναι όμως έτσι ακριβώς τα πράγματα; Μπορεί το ChatGPT να αξιοποιηθεί με τέτοιο τρόπο στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, έτσι ώστε να βοηθήσει ουσιαστικά τους μαθητές αλλά και τους εκπαιδευτικούς, πέρα απ’ το να είναι ένα εκσυγχρονισμένο «σκονάκι» ή ένα εργαλείο για λίγους μυημένους;
Το ίδιο το ChatGPT, όπως ακριβώς περίμενα, μου λέει αμέσως ότι ως μεγάλο γλωσσικό μοντέλο μπορεί να διαδραματίσει σοβαρό ρόλο στην εκπαίδευση των εφήβων, παραπέμποντάς με σε συγκεκριμένα παραδείγματα. Οι δάσκαλοι μπορούν να τροφοδοτούν το ChatGPT με τις εργασίες των μαθητών κι εκείνο με τη σειρά του να τους παρέχει προσωποποιημένη ανατροφοδότηση. Μπορεί να γίνει ένας εικονικός σύμβουλος των μαθητών, ο οποίος θα τους βοηθήσει να αναπτύξουν την κριτική τους σκέψη, να κάνουν έρευνα, να εξασκηθούν σε ξένες γλώσσες και να μάθουν να γράφουν πιο δημιουργικά.
Ο νους μου μπαίνει στον πειρασμό να σκεφτεί άμεσα μέτρα. Μήπως να ξεκινούσαμε μια γρήγορη επιμόρφωση των καθηγητών μας στο ChatGPT; Μήπως, επιπλέον, να προτείναμε στην κυβέρνηση να συμβουλεύεται εφεξής και το ChatGPT για την εκπαιδευτική της πολιτική; Η αρχή μόλις έγινε. Πριν από λίγες μέρες, στις προγραμματικές της εξαγγελίες η κυβέρνηση ανακοίνωσε την εισαγωγή μαθήματος τεχνητής νοημοσύνης στα σχολεία.
«Η εκπαιδευτική κοινότητα έχει ένα εργαλείο τεχνητής νοημοσύνης στα χέρια της, το οποίο, όπως και κάθε άλλο εργαλείο, έχει δυνατότητες αλλά και περιορισμούς», μου λέει η Μαρία Γλύπτη, φιλόλογος στο 1ο Γενικό Λύκειο Μαρκοπούλου. «Ο εκπαιδευτικός μπορεί να επιλέξει από ένα μεγάλο φάσμα τη δραστηριότητα που ταιριάζει στο μάθημα, στους μαθησιακούς στόχους που θέτει, στον χρόνο που διαθέτει, στην ηλικία των μαθητών του, στην κοινωνική ή εθνική προέλευση και στις μαθησιακές ιδιαιτερότητες που έχουν. Οι δυνατότητες είναι τόσες όσοι και οι χρήστες». Αυτό φαίνεται να επιβεβαιώνεται από ολοένα και περισσότερους δεκτικούς εκπαιδευτικούς, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν και ισχυρές αντιστάσεις, δεδομένου ότι βρισκόμαστε ακόμα στην αρχή αυτής της τεχνολογικής αλλαγής.
Ο Άρης Λούβρης, καθηγητής πληροφορικής και διευθυντής του 1ου ΓΕΛ Ζωγράφου, έθεσε στους μαθητές του, εν είδει πρότζεκτ, μια εργασία με θέμα την τεχνητή νοημοσύνη στην καθημερινότητά τους, και κάποιες ομάδες έκαναν χρήση του ChatGPT για να τη φέρουν σε πέρας. «Αυτό που τονίστηκε ήταν το θέμα των πνευματικών δικαιωμάτων των κειμένων και των εικόνων που παράγονται από τις εφαρμογές της επονομαζόμενης παραγωγικής τεχνητής νοημοσύνης. Οι μαθητές και οι μαθήτριες εκτίμησαν θετικά το γεγονός ότι ασχολήθηκαν με ένα επίκαιρο θέμα και δόθηκε έμφαση στο ότι το συγκεκριμένο προϊόν δεν είναι κάτι που αναδύθηκε τον τελευταίο χρόνο, αλλά είναι αποτέλεσμα εργασίας πολλών ετών». Ο κ. Λούβρης πιστεύει σε μια πιο διαθεματική προσέγγιση, πέραν του αυστηρού πλαισίου της πληροφορικής, αν και αυτό προϋποθέτει περισσότερο χρόνο προετοιμασίας από πλευράς των διδασκόντων. «Σε γενικές γραμμές, το ChatGPT θα μπορούσε να απελευθερώσει τη δημιουργικότητα των μαθητών στη διατύπωση ερωτήσεων που ενδεχομένως να προκύψουν από πλευράς του μαθητικού δυναμικού», σημειώνει.
«Οι εκπαιδευτικοί», επισημαίνει η κ. Γλύπτη, «μπορούν να το αξιοποιήσουν ως έναν ηλεκτρονικό βοηθό που θα τους βοηθήσει να οργανώσουν την ύλη, να κάνουν πλάνο μαθήματος, να βρουν ποικίλες διαδραστικές ασκήσεις, να προβούν σε διαφοροποιημένη διδασκαλία και προσωποποιημένη αξιολόγηση. Το ChatGPT μπορεί να κάνει τη “βαρετή δουλειά” και οι μαθητές να προχωρήσουν στον προβληματισμό και στην κριτική αξιολόγηση των απαντήσεων που λαμβάνουν, στον έλεγχο των πηγών και στην επιβεβαίωση των πληροφοριών. Μπορεί να γίνει ένα εργαλείο προώθησης της συζήτησης και της συνεργατικής μάθησης».
Στο ίδιο μήκος κύματος, ο κ. Κώστας Καρπούζης, επίκουρος καθηγητής στο τμήμα Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, πιστεύει ότι «τα Μεγάλα Γλωσσικά Μοντέλα όπως το ChatGPT μπορούν να σταθούν δίπλα στους μαθητές, αλλά και τους καθηγητές, προσφέροντας το προσαρμοσμένο περιεχόμενο που μπορεί να αντιμετωπίσει το πρόβλημα της one size fits all προσέγγισης», αναφέροντας συγκεκριμένα παραδείγματα.
«Μία από τις πιο χαρακτηριστικές δυνατότητες του ChatGPT είναι η επεξήγηση ενός επιστημονικού φαινομένου ή ενός ιστορικού γεγονότος με τέτοιο βάθος και λεξιλόγιο που να ταιριάζει σε συγκεκριμένο ακροατήριο. Για παράδειγμα, μπορείτε να ζητήσετε από το ChatGPT να εξηγήσει το φαινόμενο της φωτοσύνθεσης σε έναν μαθητή 10 ετών ή σε έναν μαθητή Λυκείου: στην πρώτη περίπτωση, το περιεχόμενο που θα σας προτείνει η μηχανή θα μιλάει για τις βασικές λειτουργίες της χλωροφύλλης, της δέσμευσης διοξειδίου του άνθρακα από τον αέρα και νερού από το έδαφος και την παραγωγή γλυκόζης, ενώ για τους μεγαλύτερους μαθητές το κείμενο θα διανθιστεί με αναφορές στους χλωροπλάστες, στη διάσπαση του νερού και στη χρήση του υδρογόνου και των ηλεκτρονίων για να ολοκληρωθεί η διαδικασία. Κι αν θέλουμε να απευθυνθούμε σε έναν μικρό μαθητή που του αρέσει το Κ-Pop συγκρότημα των BTS, το ChatGPT μπορεί να μας γράψει τους στίχους για ένα σύντομο τραγούδι, με αναφορές στο super hit Dynamite: «Oh, like chlorophyll, we’ll shine so bright / Capturing sunlight, in our souls ignite / With every breath, we take in stride / Photosynthesis, our source of life». Ή, για μια μαθήτρια που έχει γεμίσει τους τοίχους του δωματίου της με αφίσες του Λιονέλ Μέσι, το ChatGPT θα παρομοιάσει τον συνδυασμό ευκινησίας και ακρίβειας του Αργεντινού ποδοσφαιριστή με τον συνδυασμό του διοξειδίου του άνθρακα με το νερό για την παραγωγή γλυκόζης. Μπορεί το παραγόμενο περιεχόμενο να μην προχωρά σε μεγάλο βάθος, αλλά το να τραβήξουμε το ενδιαφέρον των παιδιών προς την επιστήμη είναι εξίσου σημαντικό σ’ αυτές τις ηλικίες και μπορεί να αποτελέσει μια στέρεη βάση για τη συνέχεια στις μεγαλύτερες τάξεις».
H σημασία των καλών ερωτήσεων
Ο οργανισμός The Tipping Point (TTP) είναι μια ιδιωτική πρωτοβουλία που φέρνει σε επαφή μαθητές απ’ όλη την Ελλάδα με μέντορες απ’ όλο τον κόσμο, οι οποίοι μπορεί να είναι από καλλιεργητές μανιταριών και κτηνοτρόφοι του διπλανού χωριού μέχρι μηχανικοί της NASA και ερευνητές στο CERN. Μέχρι σήμερα, πάνω από 750 σχολεία και κοινότητες, από τον Φουρφουρά της Κρήτης και τη Χάλκη έως την Άρτα, την Καλαμάτα και τον Έβρο, έχουν ενταχθεί σε προγράμματα και δράσεις του TTP, με την υποστήριξη 1.700 και πλέον εκπαιδευτικών και την πολύτιμη συνεισφορά 2.000 μεντόρων, δίνοντας τη δυνατότητα σε 40.000 μαθητές/-τριες να εμπνευστούν και να συνδεθούν με τη σύγχρονη αγορά εργασίας από την άνεση της τάξης τους.
«Τον Ιανουάριο του 2023, δηλαδή λίγο μετά την εμφάνιση του ChatGPT», μου λέει η συνιδρύτρια του οργανισμού, Αμαλία Κωνσταντακοπούλου, «αποφασίσαμε να εντάξουμε το ευρύ δίκτυο του TTP στη νέα πραγματικότητα που δημιουργεί η δυναμική είσοδος εργαλείων παραγωγικής τεχνητής νοημοσύνης (GenAI) στην καθημερινότητά μας και στην εκπαιδευτική πράξη, σχεδιάζοντας μια πιλοτική δράση με τίτλο Ψηφιακές/οριζόντιες δεξιότητες στην εποχή του GenAI. O στόχος του προγράμματος είναι η καλλιέργεια μιας υγιούς σχέσης του ανθρώπου με τις GenAI μηχανές, μέσα από την κατανόηση των δυνατοτήτων αλλά και των περιορισμών που τις συνοδεύουν, καθώς και η ενίσχυση της δεξιότητάς του να θέτει κανείς καλύτερες και πιο στοχευμένες ερωτήσεις και να αναπτύσσει οριζόντιες δεξιότητες, όπως η κριτική σκέψη, που μπορούν να συντελέσουν ουσιαστικά στην παραγωγική και ασφαλή συνεργασία ανθρώπου-μηχανής».
Σύμφωνα με την κ. Κωνσταντακοπούλου, η εκπαιδευτική κοινότητα έχει ανταποκριθεί πολύ θετικά έως τώρα. «Δεν μπορούμε να κλείνουμε τα μάτια στις εξελίξεις. Θα ήταν σαν να επιμέναμε οι μαθητές να χρησιμοποιούν μόνο εγκυκλοπαίδειες, παρόλο που ήταν διαθέσιμες οι μηχανές αναζήτησης στο διαδίκτυο». Το ζητούμενο στην εποχή της υπερπληροφόρησης είναι η ανάπτυξη οριζόντιων δεξιοτήτων, όπως η επίλυση προβλημάτων και η δημιουργικότητα. Το σημαντικότερο, σύμφωνα με την κ. Κωνσταντακοπούλου, είναι οι μαθητές να μάθουν να διατυπώνουν καλές ερωτήσεις. «Οι εποχές μάς καλούν να θέσουμε το ερώτημα στο επίκεντρο της μαθησιακής διαδικασίας, καθώς αποτελούν τον τρόπο επικοινωνίας μας με τις μηχανές παραγωγικής τεχνητής νοημοσύνης που εισέρχονται δυναμικά στη ζωή μας. Εμείς θέτουμε ερωτήματα (εντολές, prompts) και αυτές απαντούν/παράγουν το υλικό που τους ζητάμε. Όσο καλύτερο είναι το ερώτημα, τόσο καλύτερη ποιότητα θα έχει και το υλικό που θα προκύψει από την αλληλεπίδρασή μας με τη μηχανή, με έναν φίλο, μια δασκάλα, με έναν μέντορα», επισημαίνει.
Για τον κ. Λούβρη, το μεγάλο αγκάθι της παραγωγικής τεχνητής νοημοσύνης είναι η οικειοποίηση έργων πνευματικής ιδιοκτησίας, κάτι που «γενικά δεν δείχνουν να σέβονται οι μαθητές/τριες». Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. «Οι λάθος πληροφορίες», προσθέτει η κ. Γλύπτη, «το μη αυθεντικό, μεροληπτικό περιεχόμενο (π.χ. τα DeepFakes και η αλγοριθμική μεροληψία) και οι επιβλαβείς οδηγίες, η οικονομική ανισότητα, ο πληθωρισμός στα έργα τέχνης, ο πλαγιαρισμός και η εξαπάτηση στις αξιολογικές διαδικασίες και τέλος ο κίνδυνος αυτοματοποίησης των εκπαιδευτικών επαγγελμάτων» είναι μερικά ακόμα από τα ζητήματα που πρέπει να απασχολήσουν επειγόντως όλη την εκπαιδευτική κοινότητα. Αυτό το τελευταίο, ότι θα αντικατασταθούν οι καθηγητές από αλγοριθμικά μοντέλα, ακούγεται από ολοένα και περισσότερα χείλη. Ο κ. Καρπούζης, ωστόσο, είναι κατηγορηματικός: «Σε καμιά περίπτωση δεν μιλάμε για αντικατάσταση του καθηγητή ούτε καν για υποκατάσταση. Μιλάμε για έναν “ακούραστο” βοηθό, ο οποίος μπορεί εύκολα και γρήγορα να πειραματιστεί για εμάς και να μας προτείνει ιδέες και περιεχόμενο τα οποία μετά θα επεξεργαστούμε και θα επαυξήσουμε. Χρησιμοποιώντας ο εκπαιδευτικός τη φαντασία του, την κριτική του σκέψη και εξελίσσοντας την ικανότητα να θέτει καλύτερα ερωτήματα στη μηχανή, μπορεί να παράγει πολύ αξιόλογο εκπαιδευτικό υλικό σε συνεργασία με τις GenAI μηχανές».
«Εδώ δεν έχουμε υπολογιστές…»
Δεν μοιράζονται όλα τα μέλη της εκπαιδευτικής κοινότητας την ίδια αισιοδοξία. Από συνομιλίες μου με καθηγητές διαφόρων ειδικοτήτων, συνάντησα από επιφύλαξη («είναι πολύ καινούργιο ακόμα») μέχρι και έντονο σκεπτικισμό («κάνει σοβαρά λάθη»). Και βέβαια, υπάρχουν μερικά ακόμα πιο θεμελιώδη και πάγια προβλήματα της δημόσιας εκπαίδευσης. Η φιλόλογος Μαρία Πλέσσα μόλις ανέλαβε καθήκοντα διευθύντριας στο 3ο ΓΕΛ Κορυδαλλού: «Εδώ δεν έχουμε υπολογιστές και προτζέκτορες στα σχολεία», μου λέει. «Στο σχολείο όπου μόλις ανέλαβα, δεν υπάρχει καν ίντερνετ στις αίθουσες και στο γραφείο το πρωί κόβεται. Ως αποτέλεσμα, δεν έχουμε ούτε τηλέφωνο. Ας το ακούσει αυτό ο πάροχος. Να λύσουμε λοιπόν τα ουσιώδη και μετά ευχαρίστως να μιλήσουμε για την τεχνητή νοημοσύνη. Όταν λύσουμε τα θέματα χρηματοδότησης, θα ασχοληθούμε και με τις νέες τεχνολογικές εξελίξεις. Μας ζητούν στα νέα προγράμματα σπουδών να ασχοληθούμε σοβαρότερα με την τεχνολογία, χωρίς να έχουμε καν υπολογιστές. Εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη χρηματοδότηση που δίνει ο δήμος και τις κτιριακές ανάγκες κάθε σχολείου. Εδώ στον Κορυδαλλό, για παράδειγμα, συστεγάζονται τρία σχολεία κι ένα ΙΕΚ με κοινό μετρητή νερού».
Όλα δείχνουν ότι βρισκόμαστε ακόμη μια φορά μπροστά από ένα σταυροδρόμι και η αγωνία που μοιράζονται πολλοί εκπαιδευτικοί είναι να μην ακολουθηθεί το κακό παράδειγμα των προηγούμενων χρόνων με άλλες τεχνολογίες, στρέφοντας την προσοχή τους προς την πολιτική ηγεσία του αρμόδιου υπουργείου. «Η νέα συνθήκη», λέει η κ. Γλύπτη, «απαιτεί οριζόντια μέτρα: ενημέρωση των εκπαιδευτικών, εξασφάλιση πρόσβασης στα ψηφιακά εργαλεία στο σύνολο των σχολείων και νέες ρουμπρίκες αξιολόγησης. Το διακύβευμα είναι το δημόσιο σχολείο να μην είναι ουραγός των εξελίξεων». «Για να ωφεληθεί σωστά η εκπαιδευτική κοινότητα», επισημαίνει ο κ. Λούβρης, «θα πρέπει πρωτίστως το υπουργείο να δώσει έμφαση στην επιμόρφωση των διδασκόντων δευτεροβάθμιας σχετικά με την τεχνητή νοημοσύνη και στη χρήση εφαρμογών που σχετίζονται με τον σχεδιασμό μαθημάτων, τη διοίκηση και την εξατομικευμένη διδασκαλία. Ειδάλλως κινδυνεύει η εκπαίδευση να μείνει σε ένα ακόμη πιο παρωχημένο στάδιο απ’ ό,τι είναι, και το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής να μοιάζει με έφιππο που τρέχει πίσω από μια Φεράρι».
Έχοντας το προνόμιο της επαφής με πολλά σχολεία, η κ. Κωνσταντακοπούλου από το TΤP προτείνει να επιμορφωθεί άμεσα όλη η σχολική κοινότητα, να δημιουργηθεί ένα κατάλληλο νομικό σύστημα που θα προστατεύει τα προσωπικά δεδομένα των μαθητών και να αναπτυχθούν ασφαλή συστήματα ΤΝ ειδικά για παιδιά. «Είναι αλήθεια», καταλήγει ο κ. Καρπούζης, «ότι μπορούμε να επιλέξουμε να μείνουμε στα βιβλία και στις εκπαιδευτικές μεθόδους που επιλέξαμε πριν από 30 χρόνια, απορρίπτοντας την τεχνητή νοημοσύνη, όπως κάναμε με τον Προγραμματισμό, τη Ρομποτική και το πειραματικό μέρος των Φυσικών Επιστημών. Πρέπει όμως να θυμόμαστε ότι άλλα εκπαιδευτικά συστήματα αλλά και μαθητές στο δικό μας σύστημα εκπαίδευσης θα εξοικειωθούν με αυτές τις τεχνολογίες και θα είναι σε θέση να δρέψουν τους καρπούς τους. Είμαστε σίγουροι ότι θέλουμε να στερήσουμε αυτή τη δυνατότητα από τους μαθητές μας και να μείνουμε (και πάλι) πίσω;»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου