Σε συνέντευξη που είχε παραχωρήσει παλιότερα στο Sport24 Radio 103,3 και στην εκπομπή «Drive and Travel» ο Κωστής Χατζηδάκης, μεταξύ άλλων αναφέρθηκε και σε θέματα Παιδείας και συγκεκριμένα στην αξιολόγηση σχολικών μονάδων.
Στη συνέντευξη αυτή ο κ. Χατζηδάκης δήλωσε: «Πιστεύουμε στην αξιολόγηση σε όλα τα επίπεδα…Να γίνει αξιολόγηση σχολικών μονάδων κι από εκεί θα ξεκινήσουμε. Θα υπάρχει ιστοσελίδα στο Υπουργείο που θα είναι οργανωμένη και στην πρώτη φάση η αξιολόγηση θα γίνεται από τους ενδιαφερόμενους, δηλαδή τους γονείς. Η αξιολόγηση δεν είναι μπαμπούλας. Με αυτόν τον τρόπο θα παίρνουμε αίσθηση των γονιών για το πως τους φαίνεται το σχολείο των παιδιών τους. Είναι έντιμο και διαφανές. Δεν είναι δική μας πατέντα, γίνεται και στο εξωτερικό.»
Πριν από λίγους μήνες, μεγάλη δημοσιότητα πήρε η προσπάθεια του ακροδεξιού κόμματος της Γερμανίας, ΑfD, να ξεκινήσει μια πλατφόρμα, στην οποία να μπορούν γονείς και μαθητές, ακόμα και ανώνυμα, να αναφέρουν με καταστάσεις και πρόσωπα τα όσα γίνονται και λέγονται μέσα στα σχολεία. Ουσιαστικά επρόκειτο για ένα είδος “πλατφόρμας – καταδότη” και μάλιστα στο όνομα της δημοκρατίας, αφού με βάση τους σχεδιαστές δεν είναι τίποτα άλλο από μια πλατφόρμα δημοκρατίας με στόχο την εγγύηση της αντικειμενικότητας και της αμεροληψίας στα σχολεία.
Παράλληλα, την ίδια περίπου περίοδο εμφανίστηκε και μπήκε σε λειτουργία (από άγνωστο προς το παρόν ιδιωτικό φορέα), η πρώτη ψηφιακή πλατφόρμα αξιολόγησης σχολικών μονάδων. Η βαθμολογία με αστεράκια αλλά και τα ελάχιστα, ως τώρα, σχόλια των χρηστών της πλατφόρμας, παραπέμπουν σε αντίστοιχες βαθμολογίες κινηματογραφικών ταινιών, airbnb διαμερισμάτων και ξενοδοχείων.
O «καπιταλισμός της παρακολούθησης» και οι πλατφόρμες αξιολόγησης σχολείων
Σύμφωνα με αναλυτικό άρθρο της Σοφίας Χατζοπούλου στο εκπαιδευτικό περιοδικό “Σελιδοδείκτης”, το διαδίκτυο φαίνεται να δημιουργεί ένα ιδεατό περιβάλλον συμμετοχικότητας, διαφάνειας, λογοδοσίας κι αλήθειας δημιουργώντας την ψευδαίσθηση μιας κοινωνίας πολιτών πολλές φορές με αμεσοδημοκρατικά χαρακτηριστικά. Ωστόσο, είναι γνωστό ότι, καθώς βρίσκεται σε άρρηκτη σχέση με τον καπιταλισμό και τον πολιτικό εκφραστή του το νεοφιλελευθερισμό, παρέχοντας την τεχνολογική, επιστημονική και νομιμοποιητική βάση για την εδραίωση των αξιών τους (εμπορευματοποίηση, ποσοτικοποίηση, ανταγωνισμό) πριμοδοτεί μια νέα μορφή ελέγχου και κυριαρχίας.
Κατ αρχάς διαχωρίζει τους πολίτες σε κάθε κοινωνία σε δύο κατηγορίες: στους παρακολουθούντες (που είναι αόρατοι, άγνωστοι και μη λογοδοτούντες) και στους παρακολουθούμενους.” Με αυτόν τον τρόπο το μήνυμα όταν περάσει από την ελεύθερη, πεντακάθαρη, διαφανή βιτρίνα του διαδικτύου χάνεται σε έναν λαβύρινθο σκοτεινών αποδεκτών και χρήσεων. Αυτό που μένει σαν αίσθηση στον χρήστη είναι ότι συμμετείχε, ότι εξέφρασε την άποψή του και το συναίσθημά του, ότι ακούστηκε.
Για να το καταλάβουμε καλύτερα θα συμβουλευτούμε έναν από τους πρώτους διδάξαντες στις πλατφόρμες αξιολόγησης σχολικών μονάδων, και μάλιστα με το κύρος που του δίνει η λειτουργία του ως αποκλειστικός και επίσημος φορέας αξιολόγησης στην Αγγλία, τον Ofsted.
Ο Ofsted (ακρωνύμιο για Office for Standards in Education, in Children’s Services and Skills) είναι υπεύθυνος για την εποπτεία, αξιολόγηση και ρύθμιση όλων των εκπαιδευτικών φορέων, έτσι ώστε να διαφυλάξει ότι “οι οργανισμοί που παρέχουν εκπαίδευση και φροντίδα στην Αγγλία είναι υψηλού επιπέδου για τους μαθητές”. Έργο του Ofsted επίσης για να το καταφέρει αυτό είναι η συλλογή δεδομένων με τη μορφή μετρήσεων και πινάκων για τη σύνταξη τακτικών αναφορών επίδοσης και απόδοσης των σχολικών μονάδων, οι οποίες επισυνάπτονται στο διαδίκτυο, στην επίσημη ιστοσελίδα κάθε σχολείου προς ενημέρωση του κοινού.
Έτσι έχουμε μια λεπτομερή ακτινογραφία του σχολείου, η οποία κατά τον φορέα αξιολόγησης και το αγγλικό υπουργείο παιδείας θα βοηθήσει στην βελτίωση της παρεχόμενης εκπαίδευσης για όλα τα παιδιά.
Στο σημείο αυτό πρέπει να δούμε ακριβώς ποιες είναι οι τάσεις μέσα από τα προτάγματα του νεοφιλελευθερισμού παγκοσμίως, όσον αφορά το κοινωνικό κράτος, την οικονομία και αυτό που ονομάζουμε το “σχολείο της αγοράς”. Σε αυτό θα μας βοηθήσει η ανάλυση των δεδομένων και προτάσεων του κατεξοχήν φορέα της νεοφιλελεύθερης πολιτικής στην παγκοσμιοποιημένη αγορά, που δεν είναι άλλος από τον ΟΟΣΑ.
Μέσα στις εκθέσεις του ΟΟΣΑ έχει πολλάκις διατυπωθεί η ανάγκη ελεύθερης επιλογής σχολείου από τον γονιό, θέση που έχει υιοθετηθεί στην Ελλάδα από τη ΝΔ, με την τελευταία να το θέτει σε απόλυτη προτεραιότητα στις προγραμματικές της δηλώσεις το 2019.
Στη λογική αυτή ο γονιός πρέπει να έχει κάθε πληροφορία που χρειάζεται για αυτήν την επιλογή του, πράγμα που θεωρητικά του το παρέχει η αξιολόγηση και η παρουσίαση των αποτελεσμάτων της στο διαδίκτυο. Εδώ προκύπτει η πρώτη αντίφαση όμως. Πως μπορεί κάποιος να αξιολογήσει και να συγκρίνει με εγκυρότητα έννοιες όπως την παιδαγωγική σχέση, την παιδαγωγική μέθοδο και τη διαμόρφωση της προσωπικότητας;
Για να το κάνει αυτό πρέπει πρώτα να τις αντικειμενοποιήσει και να τις ποσοτικοποιήσει σε μεγέθη που να μπορούν να μετρηθούν, και ουσιαστικά να κρίνει εκ του αποτελέσματος, στην προκειμένη περίπτωση, από την απόδοση του μαθητή σε τυποποιημένα τεστ. Είναι όμως αυτό επαρκές κριτήριο των περίπλοκων σχέσεων, διαδικασιών και διεργασιών που αναπτύσσονται στο περιβάλλον ενός σχολείου; Κάθε άλλο. Ίσα ίσα που μπορεί να λειτουργήσει παραμορφωτικά στην κατανόηση των παιδαγωγικών προβλημάτων και δυσκολιών και να επιβαρύνει με επιπλέον πίεση ένα ήδη κουρασμένο και επιβαρυμένο κομμάτι του πληθυσμού, καθώς αυτό το ποσοτικό σχήμα δεν υπολογίζει καθόλου τους οικονομικούς, κοινωνικούς και πολιτισμικούς παράγοντες μέσα στους οποίους λειτουργεί ένα σχολείο, και οι οποίοι επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό την παιδαγωγική σχέση και τα προβλήματα που προκύπτουν.
Η έκθεση του ΟΟΣΑ συνεχίζει χτίζοντας ακόμα περισσότερο στην ιδέα της ελευθερίας μέσα από την προώθηση της ιδέας της αυτονομίας της σχολικής μονάδας.
Έχοντας ως βάση την κατάταξη των σχολείων μέσα από τους διαγωνισμούς PISA, ο ΟΟΣΑ καταλήγει ότι “ τα σχολεία που είχαν τα μεγαλύτερα σκορ στην επιστήμη ήταν σχολεία στα οποία οι διευθυντές και οι καθηγητές είχαν μεγαλύτερη διοικητική αυτονομία”.
Ουσιαστικά αυτό που προτείνεται είναι ένα ευέλικτο σχολείο, και ως προς το πρόγραμμα σπουδών και ως προς τον καθορισμό του μαθητών και του διδακτικού προσωπικού, καθώς και της χρηματοδότησης. Ιδιαίτερη έμφαση δίνει η έκθεση του ΟΟΣΑ στην κρατική επιχορήγηση των ιδιωτικών σχολείων με τη μορφή κουπονιών (voucher), στην οποία εστιάζει ως έναν τρόπο επέκτασης της ιδέας της επιλογής σχολείου στον γενικότερο πληθυσμό και της προώθησης του ανταγωνισμού μεταξύ των σχολείων.
Τα αποτελέσματα στις Αγγλοσαξωνικές χώρες είναι άκρως αποκαρδιωτικά. Τα τελευταία χρόνια η εκπαίδευση χάνει όλο και μεγαλύτερο αριθμό εκπαιδευτικών οι οποίοι γονατίζουν κάτω από τις υπέρογκες απαιτήσεις, τις συνεχείς αξιολογήσεις, την μόνιμη πίεση να ανταποκριθούν οι μαθητές τους στα κριτήρια που τίθενται σε συνδυασμό με τη σταθερή μείωση πόρων και τους χαμηλούς μισθούς.
Την ίδια στιγμή το ποσοστό σχολικής διαρροής σκαρφαλώνει επικίνδυνα με έναν στους πέντε μαθητές να εγκαταλείπουν το σχολείο πριν τα 16 τους χρόνια μην μπορώντας να ανταποκριθούν στα υψηλά στάνταρ που θέτει το εκπαιδευτικό σύστημα, το οποίο δεν έχει πια ως στόχο την μόρφωση όλων, αλλά την εξασφάλιση του σχολείου ως οικονομικού οργανισμού σε ένα σύστημα άκρατου εκπαιδευτικού καπιταλισμού και νεοφιλελευθερισμού.
Είναι προφανές ότι τα συστήματα ελεύθερης πρόσβασης και οι αξιολογικές πλατφόρμες σχολείων έχουν οδηγήσει σε κοινωνικό διαχωρισμό και κατηγοριοποίηση σχολεία και μαθητές, με βάση κοινωνικο -οικονομικά και πολιτισμικά κριτήρια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου