Πέμπτη 11 Αυγούστου 2022

 

«Ετούτος ο κόσμος δε θ’ αλλάξει ποτέ Κεμάλ»

Δεύτερη ώρα, Αρχαία Γενικής Παιδείας Β’ Λυκείου, η φημισμένη «Αντιγόνη». Προφανώς δεν πρόκειται για μια νεόφερτη influencer, όπως θα μπορούσε κάποια, κάποιος να σκεφτεί. Άλλος μπαίνει, άλλος βγαίνει, άλλος θέλει τουαλέτα, άλλος διψάει, άλλος πεινάει.

Λιγοστοί δύστυχοι μαζί κι εγώ - ο Δάσκαλος όπως συστήνω να με αποκαλούν – προσπαθούμε να μιλήσουμε για το Δράμα, την Τραγωδία, το Σοφοκλή, την Αντιγόνη, για τους γραπτούς και άγραφους νόμους. Πόσα όπλα να έχω στην παιδαγωγική μου φαρέτρα; Τα έχω εξαντλήσει, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Γνώσεις,  χιούμορ, θεατρικότητα, αναλογίες με τη ζωή, ιστορίες για αγρίους. Οι λιγοστοί δύστυχοι, τα «φυτά» που κάποτε θα καταστούν αφεντικά των πρώην υβριστών τους, επί ματαίω προσπαθούν να καταλάβουν, να εντρυφήσουν, κάτι να κερδίσουν βρε αδερφέ.

Λύκειο, ειδικότερα Γ΄Λυκείου. Βαρύγδουποι τίτλοι, νοσταλγικοί. Α’ και Β’ πες πως κάτι γίνεται. Γ’; Ο σώζων εαυτόν σωθήτω.

«Δάσκαλε, αν γίνεται πιο χαμηλά να μιλάτε, διαβάζω Βιολογία».

«Δάσκαλε, είμαι κουρασμένος από το Φροντιστήριο. Να πάρω έναν υπνάκο, αν δε σας πειράζει». Ο πληθυντικός με μάρανε.

«Δάσκαλε, μην περιμένεις μετά την 5ήμερη να κάνουμε μάθημα» 

Αναρωτιέμαι. Αρίστευσα στο Γυμνάσιο, στο Λύκειο, στα Μεταπτυχιακά, στη ζωή. Φιλόλογος. Στις Πανελλήνιες, τον καιρό των Δεσμών, η βάση της Φιλολογίας των Αθηνών ήταν 1.500 μόρια πάνω από τη βάση της Νομικής των Αθηνών! Τι ονειρεύτηκα αλήθεια; Να γίνω κάποιος σαν εκείνους που μ’ ενέπνευσαν∙ τον Κύριο Ανυφαντή, συγχωρεμένο πλέον, φιλόλογο στο 1ο Γυμνάσιο Πατρών, τους Κώστα Λογαρά και Άρη Δρουκόπουλο, μέντορές μου στο Κλασικό Λύκειο Πατρών. Την αγαπημένη μου Δώρα Ηλιοπούλου.

Τι ακόμη ονειρεύτηκα; Να γράψω κάποτε ποίηση, διηγήματα, μυθιστορήματα. Είχα έφεση στο λόγο είναι αλήθεια. Τουλάχιστον έτσι μου έλεγαν. Διάβαζα Σολωμό, Καβάφη, Καρυωτάκη, Πολυδούρη, Ρίτσο, τον αγαπημένο μου πατρινό Χρήστο Λάσκαρη, Βιζυηνό, Παπαδιαμάντη και ονειρευόμουν να γίνω ένας «λίγος», έστω, συνεχιστής τους. Ατέλειωτος ο κατάλογος των σπουδαίων του λόγου. Τελικά κατόρθωσα να γίνω αυτός ο «λίγος». Έως τώρα καλά τα πηγαίνω. Συγκινητικές οι κριτικές για τα γραπτά μου.

Σήμερα, ξύπνησα νωρίς. Είχα μια ώρα στη διάθεσή μου ως το ραντεβού στην Εγλυκάδα για να πάμε, μέσω της αθλιότερης «εθνικής» οδού παγκοσμίως, την Πατρών – Πύργου, στο εκπαιδευτικό μας μετερίζι. ΓΕΛ Βάρδας. Μια χαρά για τον πατρινό – βεδουίνο εκπαιδευτικό σαν και την ταπεινότητά μου. Όποιος ξυπνά νωρίς ζει περισσότερο. Τουλάχιστον έτσι πίστευα. Αν φυσικά έβγαινα αλώβητος από τ’ αναρίθμητα ταξίδια στο δρόμο – καρμανιόλα. Ξεκίνησα, λοιπόν, ετούτες τις αράδες. Θα τις τέλειωνα το βράδυ.

«Καλημέρα Δάσκαλε», «Κομμάτι ο Δάσκαλος», «Δάσκαλε γιατί πήρα 5 στη Λογοτεχνία και άλλα αναλόγως φαιδρά.

Εκείνο το πρωινό είχα προγραμματίσει να διδάξω το «Χάσμα των γενεών», στα πλαίσια της Γλώσσας της Α’ Λυκείου.

Είχαν απορίες τα παιδιά. «Δάσκαλε, τρώγατε ξύλο;», «Παίρνατε αποβολές;» «5ήμερη πηγαίνατε;» «Καπνιστήριο είχατε;» « Κανένα …; Καταλάβατε τι εννοούμε;»

«Εγώ κατάλαβα, εσείς καταλάβατε;» ψέλλισα.

«Παιδιά μου, λάθος τίτλο δώσαμε στο σημερινό μάθημα». «Δεν πρόκειται για Χάσμα μα για Χάος γενεών!» «Εάν εμείς, που φάγαμε ξύλο με το χάρακα και αποβολές για ψύλλου πήδημα …»

«Δάσκαλε σεμνά»

«Πάρε τη σκούφια σου και βάρα με, δεσποινίς Αντωνία»

«Εάν εμείς …» επιμένω «… φτάσαμε ετούτον τον ευλογημένο τόπο στην απόλυτη παγκόσμια απαξίωση, εσείς που θα τον οδηγήσετε;»

«Δάσκαλε, να βγω λίγο έξω;» «Με παίρνει η μαμά μου στο τηλέφωνο»

“O tempora o mores” αναφώνησα, όντας στα όρια της απελπισίας.

Το μεσημέρι μπήκα κατάκοπος και βαρύθυμος στο σπίτι.

«Μπαμπά, δώσε μου 25 ευρώ»

«Τι να τα κάνεις;»

«Έχω κλείσει ραντεβού για νύχια.»

“O tempora o mores”, «Ουδεμία ελπίς» σκέφτηκα.

«Καλό ξημέρωμα». «Ετούτος ο κόσμος δε θ’ αλλάξει ποτέ Κεμάλ».

 

* Θεόδωρος Ιωάννη Πούλιας, ένας απελπισμένος φιλόλογος.

Δεν υπάρχουν σχόλια: