Κουράκης Τάσος
Η αλλαγή στον χαρακτήρα του λυκείου, τόσο στο γενικό λύκειο και την επαγγελματική εκπαίδευση όσο και στο σύστημα πρόσβασης στα ανώτατα ιδρύματα, δεν γίνεται προκειμένου να εκσυγχρονιστεί το όλο σύστημα, όπως ισχυρίζεται το υπουργείο Παιδείας. Άλλωστε, θα πρέπει να γίνει κατανοητό πως οι αλλαγές αυτές δεν υπαγορεύτηκαν όλες από το Μνημόνιο, ούτε και είναι σύμπτωμα και αποτέλεσμα της κρίσης των τελευταίων ετών. Είχαν αρχίσει να δρομολογούνται πριν από την έλευση της κρίσης και σε μεγάλο βαθμό ήταν αποτέλεσμα παρεμβάσεων διεθνών οργανισμών.
Έχει μεγάλη σημασία να αντιληφθούμε ότι οι αλλαγές που επιφέρει το νομοσχέδιο για το νέο λύκειο συνιστούν ξεκάθαρη ιδεολογική και πολιτική επιλογή. Είναι μια αντιδραστική αναδιάρθρωση και αναπροσαρμογή του εκπαιδευτικού συστήματος στις σύγχρονες απαιτήσεις του νεοφιλελευθερισμού σε όλους τους κλάδους της ελληνικής οικονομίας και παραγωγής, εναρμονισμένη με τις κατευθύνσεις των κυρίαρχων κύκλων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Αντιδραστική αναδιάρθρωση
Παρ' όλο που και τα προηγούμενα συστήματα δεν χαρακτηρίζονταν από την εξασφάλιση ίσων όρων και προϋποθέσεων για την παροχή της γενικής παιδείας σε όλους τους μαθητές, η δομή του νέου λυκείου συνιστά κυνική ομολογία πως δεν χρειάζεται η γενική μόρφωση για όλους τους μαθητές, με αποτέλεσμα η «γενική μόρφωση» να είναι τώρα εξαιρετικά περιορισμένη, τόσο ως προς το ίδιο το περιεχόμενό της όσο και ως προς την κοινωνική της απεύθυνση.
Αυτός ο ισχυρισμός τεκμηριώνεται με συγκεκριμένες επιλογές από την πλευρά του υπουργείου. Κατ' αρχήν, παρατηρούμε τη συρρίκνωση του εύρους των προσφερόμενων γνώσεων. «Κόβονται» ή μειώνονται οι ώρες διδασκαλίας μαθημάτων, όπως εκείνα της αισθητικής αγωγής και της καλλιτεχνικής παιδείας, της δεύτερης ξένης γλώσσας, της φυσικής αγωγής, της πληροφορικής κ.ά. Ταυτόχρονα, καθιερώνονται δομές κατάρτισης, και όχι πλέον εκπαίδευσης, στις μεταγυμνασιακές σπουδές. Πρόκειται μάλιστα για δομές που βρίσκονται έξω από την τυπική εκπαίδευση (ΣΕΚ, ΙΕΚ) και για τις οποίες η πολιτεία δεν υποχρεώνεται από το Σύνταγμα να τις παρέχει δωρεάν. Και τέλος, καθιερώνεται ένα πολλαπλό εξεταστικό σύστημα, που ευνοεί την πρώιμη εγκατάλειψη του γενικού λυκείου και τη μεταπήδηση στην τεχνική εκπαίδευση. Στην πράξη θα δούμε να αυξάνεται η εγκατάλειψη του λυκείου και να εντείνεται η σχολική διαρροή.
Οι ανομολόγητοι στόχοι
Πρώτα από όλα, να εξυπηρετηθούν οι μνημονιακοί στόχοι για μαζικές απολύσεις στο Δημόσιο, με την "κατασκευή" υπεράριθμων εκπαιδευτικών μέσω καταργήσεων αντικειμένων, συγχωνεύσεων σχολείων, την αύξηση του ωραρίου των εκπαιδευτικών κ.ά. Δεύτερον, βλέπουμε ξεκάθαρα την πολιτική βούληση να ενισχυθεί η ιδιωτική παραπαιδεία και η σύνδεση της εκπαίδευσης με την αγορά. Δίνεται η δυνατότητα σε ιδιώτες να ιδρύουν ΣΕΚ, ενώ τα φροντιστήρια θα γνωρίσουν μία νέα «άνθηση» μέσω των διαρκών εξετάσεων που προβλέπονται στο λύκειο. Και βέβαια, με τον θεσμό της μαθητείας μεθοδεύεται η δημιουργία και η προσφορά δωρεάν εργατικού δυναμικού σε επιχειρήσεις της Ελλάδας και κυρίως της Γερμανίας.
Η ταξικότητα των αλλαγών
Με τις πολλαπλές προαγωγικές εξετάσεις, με την πρώιμη (μεταγυμνασιακή) στροφή στην κατάρτιση και τις αλλαγές στο πρόγραμμα σπουδών. Εδώ στόχος είναι ο διαχωρισμός των μαθητών σε δύο διακριτές κατηγορίες. Σε μια μικρή ομάδα (π.χ. 20-30%), που από νωρίς θα φιλτράρεται και θα συνεχίζει έως την αποφοίτηση από το λύκειο και στη συνέχεια θα εισάγεται στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, και μία μεγαλύτερη (π.χ. 70-80%), που θα της παρέχονται ελάχιστα στοιχεία γενικής παιδείας και που θα προορίζεται για την κατάρτιση και τη μαθητεία στις επιχειρήσεις. Δημιουργούνται δηλαδή οι προϋποθέσεις για ένα μαζικής κλίμακας ευέλικτο εργατικό δυναμικό, χωρίς γνωστικά εφόδια, πνευματικά ακαλλιέργητο και με ανύπαρκτα εργασιακά δικαιώματα. Ας μην ξεχνάμε βέβαια πως το μοντέλο αυτό, δηλαδή του πρώιμου διαχωρισμού, ισχύει εδώ και δεκαετίες στη Βρετανία και τη Γερμανία.
Οι εξετάσεις στο λύκειο
Η διαφορά βρίσκεται σε δύο σημεία εξαιρετικής σημασίας. Α) μισά από τα θέματα που θα εξετάζονται οι μαθητές σε όλα τα σχολεία της χώρας θα είναι κοινά, καθώς θα προέρχονται από μια απρόσωπη Κεντρική Τράπεζα Ερωτήσεων και Β) ότι η βαθμολογία και των τριών τάξεων του λυκείου θα συνυπολογίζεται στις πανελλαδικές για την εισαγωγή στα πανεπιστήμια και ΤΕΙ.
Η πρώτη αλλαγή, ενώ προβάλλεται από το υπουργείο ως ένας αξιοκρατικός και αντικειμενικός τόπος αξιολόγησης όλων των μαθητών ανά την Έλλάδα, στην πραγματικότητα "αγνοεί" τις τεράστιες εκπαιδευτικές ανισότητες, τις χαώδεις διαφορές κοινωνικού και οικονομικού επιπέδου των οικογενειών των μαθητών (άρα και τις διαφορές στις προσφερόμενες ευκαιρίες). Έτσι απλά έρχεται να «θεσμοθετήσει» αυτές τις διαφορές και να τις εντείνει, βάζοντας τους "καλούς" με τους «καλούς» και τους "κακούς" με τους «κακούς».
Με το σύστημα αυτό έχουμε επιλογή, δηλαδή απόρριψη του μαθητικού πληθυσμού, ωθώντας τον είτε στην έξοδο από το λύκειο, είτε στρέφοντάς τον στην κατάρτιση και μαθητεία για τις ανάγκες της καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης (βλ. ένταση της κερδοφορίας του κεφαλαίου).
Εδώ να θυμίσουμε ότι στη χώρα μας, όταν το 1999-2000 εφαρμόστηκε η λεγόμενη "μεταρρύθμιση Αρσένη" με τις πανελλαδικές εξετάσεις στη Β΄ και Γ΄ λυκείου, είχαμε έως και επταπλασιασμό των απορριπτόμενων μαθητών σε σχέση με όλη την προηγούμενη περίοδο. Το παρόν νομοσχέδιο, με τις εξετάσεις και στις τρεις τάξεις του λυκείου και με θέματα πολύ μεγαλύτερης δυσκολίας, θα οδηγήσει στον εξοστρακισμό τουλάχιστον του 25% του μαθητικού πληθυσμού. Και υπολογίζεται το 2018 να έχουμε 50.000 λιγότερους μαθητές στο γενικό λύκειο από τους 200.000 που φοιτούν σήμερα.
Η δεύτερη αλλαγή, δηλαδή ο συνυπολογισμός της βαθμολογίας για τα ΑΕΙ, απευθύνεται σε όσους μαθητές "επιζήσουν" από τις εξετάσεις, ασφαλώς με την απαραίτητη συνδρομή των φροντιστηρίων, στοχεύοντας να συρρικνώσει τον αριθμό των μαθητών που θα επιχειρήσουν να καταλάβουν μια θέση εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Η πρώτη αλλαγή, ενώ προβάλλεται από το υπουργείο ως ένας αξιοκρατικός και αντικειμενικός τόπος αξιολόγησης όλων των μαθητών ανά την Έλλάδα, στην πραγματικότητα "αγνοεί" τις τεράστιες εκπαιδευτικές ανισότητες, τις χαώδεις διαφορές κοινωνικού και οικονομικού επιπέδου των οικογενειών των μαθητών (άρα και τις διαφορές στις προσφερόμενες ευκαιρίες). Έτσι απλά έρχεται να «θεσμοθετήσει» αυτές τις διαφορές και να τις εντείνει, βάζοντας τους "καλούς" με τους «καλούς» και τους "κακούς" με τους «κακούς».
Με το σύστημα αυτό έχουμε επιλογή, δηλαδή απόρριψη του μαθητικού πληθυσμού, ωθώντας τον είτε στην έξοδο από το λύκειο, είτε στρέφοντάς τον στην κατάρτιση και μαθητεία για τις ανάγκες της καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης (βλ. ένταση της κερδοφορίας του κεφαλαίου).
Εδώ να θυμίσουμε ότι στη χώρα μας, όταν το 1999-2000 εφαρμόστηκε η λεγόμενη "μεταρρύθμιση Αρσένη" με τις πανελλαδικές εξετάσεις στη Β΄ και Γ΄ λυκείου, είχαμε έως και επταπλασιασμό των απορριπτόμενων μαθητών σε σχέση με όλη την προηγούμενη περίοδο. Το παρόν νομοσχέδιο, με τις εξετάσεις και στις τρεις τάξεις του λυκείου και με θέματα πολύ μεγαλύτερης δυσκολίας, θα οδηγήσει στον εξοστρακισμό τουλάχιστον του 25% του μαθητικού πληθυσμού. Και υπολογίζεται το 2018 να έχουμε 50.000 λιγότερους μαθητές στο γενικό λύκειο από τους 200.000 που φοιτούν σήμερα.
Η δεύτερη αλλαγή, δηλαδή ο συνυπολογισμός της βαθμολογίας για τα ΑΕΙ, απευθύνεται σε όσους μαθητές "επιζήσουν" από τις εξετάσεις, ασφαλώς με την απαραίτητη συνδρομή των φροντιστηρίων, στοχεύοντας να συρρικνώσει τον αριθμό των μαθητών που θα επιχειρήσουν να καταλάβουν μια θέση εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Η πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση
Η συρρίκνωση της πρόσβασης στην τριτοβάθμια εξυφαίνεται εδώ και καιρό με τρεις κυρίως τρόπους: Α) με τη συρρίκνωση και κατάργηση των δομών των πανεπιστημίων και ΤΕΙ με το σχέδιο "Αθηνά" που προηγήθηκε. Β) Με τη μείωση του μαθητικού πληθυσμού που θα διεκδικεί την εισαγωγή στα ΑΕΙ, όπως ήδη αναφέρθηκε. Γ) Με την αναμενόμενη και εξαγγελθείσα επαναφορά της βάσης του 10 ή με την αύξηση της δυσκολίας των θεμάτων, ως το τελικό φίλτρο για να αποτραπεί η μαζική συμμετοχή στις εξετάσεις για την ανώτατη εκπαίδευση.
Θίγει τους φτωχούς μαθητές
Δυστυχώς, η συντηρητική αναδιάρθρωση δεν αφορά μόνο τους μαθητές της παραδοσιακής λαϊκής οικογένειας. Η μακροχρόνια κρίση της κοινωνίας, φτωχοποιώντας διαρκώς τα μεσαία στρώματα και συρρικνώνοντας το οικογενειακό τους εισόδημα, πολλαπλασιάζει τον αριθμό των οικογενειών που πλήττονται από το νέο σύστημα, αναγκάζοντας σχεδόν όλους τους μαθητές να αντλήσουν τη μόρφωσή τους μέσα στο φτωχό και μίζερο δημόσιο σχολείο.
Με άλλα λόγια, οι αδικίες στα παιδιά που γεννιούνται με τη σφραγίδα της ανισότητας του τόπου κατοικίας και του χαμηλού μορφωτικού και οικονομικού επιπέδου της οικογένειας όχι μόνον δεν αμβλύνονται, αλλά οξύνονται από αυτό το εκπαιδευτικό σύστημα. Στη θέση του έπρεπε να υπάρχει ένα δημόσιο δωρεάν εκπαιδευτικό σύστημα το οποίο με θετικές διακρίσεις (ενισχυτική διδασκαλία για τους μαθητές με μαθησιακές δυσκολίες, πλήρη διδασκαλία ξένων γλωσσών, τεχνών και δεξιοτήτων) να αντισταθμίζει αυτές τις διαφορές και να παρέχει ίσες δυνατότητες και ευκαιρίες σε όλα τα παιδιά.
Αυτός είναι εν τέλει ο λόγος που η συνολική ανατροπή αυτής της κατάστασης και αυτής της πολιτικής αφορά τη συντριπτική πλειονότητα της κοινωνίας.
Με άλλα λόγια, οι αδικίες στα παιδιά που γεννιούνται με τη σφραγίδα της ανισότητας του τόπου κατοικίας και του χαμηλού μορφωτικού και οικονομικού επιπέδου της οικογένειας όχι μόνον δεν αμβλύνονται, αλλά οξύνονται από αυτό το εκπαιδευτικό σύστημα. Στη θέση του έπρεπε να υπάρχει ένα δημόσιο δωρεάν εκπαιδευτικό σύστημα το οποίο με θετικές διακρίσεις (ενισχυτική διδασκαλία για τους μαθητές με μαθησιακές δυσκολίες, πλήρη διδασκαλία ξένων γλωσσών, τεχνών και δεξιοτήτων) να αντισταθμίζει αυτές τις διαφορές και να παρέχει ίσες δυνατότητες και ευκαιρίες σε όλα τα παιδιά.
Αυτός είναι εν τέλει ο λόγος που η συνολική ανατροπή αυτής της κατάστασης και αυτής της πολιτικής αφορά τη συντριπτική πλειονότητα της κοινωνίας.
* Ο Τάσος Κουράκης είναι βουλευτής Α΄ Θεσσαλονίκης, Συντονιστής Παιδείας & Θρησκευμάτων-Πολιτισμού & Αθλητισμού της Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ, Αναπλ. Καθηγητής Ιατρικής Σχολής ΑΠΘ
1 Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Οργανισμός για την Οικονομική Συνεργασία και Ανάπτυξη OΟΣA (OECD) στις τελευταίες του εκθέσεις -στο 4ο κεφάλαιο για την παιδεία στην Ελλάδα- εισηγείται ανάμεσα στα άλλα τη λειτουργία ιδιωτικών πανεπιστημίων και την επιβολή διδάκτρων για τη φοίτηση στις προπτυχιακές σπουδές των κρατικών πανεπιστημίων (στις μεταπτυχιακές το θεωρεί αυτονόητο), την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών και των σχολείων με βάση τις επιδόσεις των μαθητών κ.ά. Ακόμη, στην ετήσια έκδοση «Αριθμοί-κλειδιά της εκπαίδευσης στην Ευρώπη» που εξέδωσε το δίκτυο Eurydice, προτείνει αυστηρότερες διαδικασίες επιλογής για την εισαγωγή στα πανεπιστήμια και περιορισμό του αριθμού των εισακτέων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου