Πριν ένα περίπου μήνα, στη συνάντηση του υπουργού Παιδείας Κυριάκου Πιερρακάκη με τον Γενικό Γραμματέα του OECD Mathias Cormann και τον Διευθυντή Εκπαίδευσης και Δεξιοτήτων Andreas Schleicher, στο πλαίσιο της διάσκεψης της UNESCO στο Παρίσι, κλείστηκε η συμφωνία για την εκπόνηση μελέτης, από τη μεριά του ΟΟΣΑ, με αντικείμενο τα αποτελέσματα του διαγωνισμού PISA για την Ελλάδα. Μια από τις κυρίαρχες παρεμβάσεις του Οργανισμού αφορά στην αξιολόγηση των μαθητών γενικά, αλλά και ειδικά, αναφορικά, με το σύστημα πρόσβασης στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση.
Λίγες μέρες μετά, Κυριάκος Πιερρακάκης, μιλώντας στην 34η Ετήσια Ελληνική Οικονομική Σύνοδο, προανήγγειλε ότι μέσα στο πρώτο εξάμηνο του 2024 θα προχωρήσει σε αλλαγές στη σχολική εκπαίδευση μία από τις οποίες, σύμφωνα με πληροφορίες, είναι η θεσμοθετήση του λεγόμενου «Εθνικού Απολυτηρίου».
Μάλιστα ο υπουργός Παιδείας, είχε επισημάνει, από τις προγραμματικές του δηλώσεις κιόλας, ότι «ανοίγουμε το διάλογο για το “Εθνικό Απολυτήριο” για ένα κοινά αποδεκτό τρόπο πρόσβασης στα ΑΕΙ , συμβατό τόσο με τις διεθνείς τάσεις όσο και με το κεκτημένο των Πανελλήνιων Εξετάσεων» .
Είναι προφανές ότι η νέα ηγεσία του υπουργείου Παιδείας θεωρεί ότι το 2024 είναι ο κατάλληλος καιρός για να προχωρήσει στην υλοποίηση ενός μέτρου που υπήρχε στο προεκλογικό πρόγραμμα της Νέας Δημοκρατίας για την Παιδεία από το 2019.
Μιλάμε για ένα “εθνικό απολυτήριο” στο οποίο θα συνυπολογίζονται με διαβαθμισμένη, αυξανόμενη βαρύτητα οι επιδόσεις του μαθητή και στις τρεις τάξεις του λυκείου και ότι σε ένα ποσοστό, θα συνυπολογίζεται κατά την εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, με «προϋπόθεση», όπως ισχυρίζεται το υπουργικό επιτελείο, «την προηγούμενη διασφάλιση ενός αντικειμενικού συστήματος βαθμολόγησης των μαθητών».
Είναι φανερό ότι η κεντρική γραμμή πλεύσης του υπουργείου Παιδείας είναι η έμφαση στις εξεταστικές δοκιμασίες που αφενός οδηγεί σε ένα «ξεκαθάρισμα» του μαθητικού πληθυσμού και αφετέρου απλώνει την «σκιά της» στην ημερήσια διάταξη της εκπαιδευτικής διαδικασίας.
Ήδη με προσεκτικά βήματα εδώ και τρία χρόνια με την Τράπεζα Θεμάτων το Υπουργείο Παιδείας επιχειρεί να μοντάρει, μαντάρει και «ευπρεπίσει» τις στοχεύσεις του για τη σχολική εκπαίδευση, τους μαθητές και τους εκπαιδευτικούς.
Δεν χρειάζεται να καταναλώσουμε πολλή... στατιστική, για να αποδείξουμε ότι στόχος ήταν και είναι να στηθεί ένας ολοκληρωμένος και «θωρακισμένος μηχανισμός αναχαίτισης» όσων ετοιμάζονται στο μέλλον να χτυπήσουν, κατ΄ αρχάς, τις πόρτες του Λυκείου κατά δεύτερον τις πόρτες των Πανεπιστημίων.
Μόλις εξαρτηθεί η εισαγωγή στα Πανεπιστήμια και από «τις διαβαθμισμένες, με αυξανόμενη βαρύτητα επιδόσεις των μαθητών και στις τρεις τάξεις του λυκείου» με προϋπόθεση «την διασφάλιση ενός αντικειμενικού συστήματος βαθμολόγησης των μαθητών» η Τράπεζα Θεμάτων θα δείξει το πραγματικό πρόσωπό της.
Είναι φανερό ότι η έμφαση στις εξεταστικές δοκιμασίες την ίδια ώρα που οδηγεί σε ένα «ξεκαθάρισμα» του μαθητικού πληθυσμού, την ίδια ώρα απλώνει τη «σκιά της» στην ημερήσια διάταξη της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Και βέβαια είναι γνωστό ότι δεν υπάρχει καλύτερο έδαφος για να βαθύνει ακόμη περισσότερο τις ρίζες της η εκπαίδευση της ακριβοπληρωμένης αμάθειας, δεν υπάρχει καλύτερη λωρίδα ταχείας κυκλοφορίας για να τρέξουν ακόμη πιο γρήγορα οι εργολάβοι των εξετάσεων, τα φροντιστήρια και τα ιδιαίτερα!
Αν κάποιος ξύσει τα γνωστά παραπλανητικά λεκτικά σοβατίσματα του υπουργείου Παιδείας, θα ανακαλύψει ότι ο σχεδιασμός επιμένει σε μια μονοκαλλιέργεια: σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του Λυκείου οι μαθητές να διαγωνίζονται σε εξετάσεις τύπου πανελλαδικών και όποιος καταφέρει και «επιζήσει σχολικά», μετά το τέλος του Λυκείου, να δίνει εξετάσεις πανελλαδικού χαρακτήρα για την εισαγωγή του στην ανώτατη εκπαίδευση.
ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΙΣ ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ: Με ένα σμπάρο… δυο τρυγόνια!
Με όχημα το «Εθνικό Απολυτήριο» και την Τράπεζα Θεμάτων που προβάλλουν με φωτοστέφανο αθωότητας στις διακηρύξεις του Υπουργείου Παιδείας το Υπουργείο στοχεύει να πετύχει με ένα σμπάρο… πολλά τρυγόνια:
* Πρώτον να κανοναρχήσει και να ελέγξει τη διδακτική πράξη αναγκάζοντας τους εκπαιδευτικούς, στα πλαίσια ενός ατσαλάκωτου ομοιομορφισμού, να προσαρμόσουν το μάθημά τους στις «τανάλιες» της εξεταστέας ύλης και στον «τύπο» των ερωτήσεων της Τράπεζας Θεμάτων, εκτρέποντας το εκπαιδευτικό έργο σε τεχνικές απομνημόνευσης πληροφοριών. Ως «καλό» Λύκειο θα αναγορεύεται αυτό που μιμείται το φροντιστήριο. Αυτό δηλαδή που καλουπώνει και παραδίδει αποσπασματικές γνώσεις χρήσιμες για τις εξετάσεις.
*Δεύτερο, να βάλει την εκπαιδευτική διαδικασία στα εκπαιδευτικά φέρετρα της αυτοαξιολόγησης - αξιολόγησης μετατρέποντας τα σχολεία σε «νησί των νεκρών», και να διευκολύνει την κατηγοριοποίησή τους με αγοραία κριτήρια.
*Τρίτο, να αποθαρρύνει με την αύξηση των απορρίψεων εκείνους τους μαθητές που δεν κουβαλάνε από το σπίτι τους οικονομικές και μορφωτικές αποσκευές με στόχο να τους εξοστρακίσει και από το Γενικό και από το Τεχνολογικό Λύκειο, κατευθείαν στην κατάρτιση, στα «παραμάγαζα» που ιδρύουν οι επιχειρηματίες της γνώσης.
*Τέταρτο, με την Τράπεζα Θεμάτων το Υπουργείο Παιδείας θα επιχειρήσει σταδιακά να αξιολογήσει τους εκπαιδευτικούς και τις σχολικές μονάδες με βάση τις επιδόσεις των μαθητών. Με άλλα λόγια η στόχευση είναι το να αποτελέσουν η «απόδοση» των μαθητών και τα «μαθησιακά αποτελέσματα» βασικό «πυλώνα» του νέου «οικοδομήματος» αξιολόγησης της σχολικής μονάδας και των εκπαιδευτικών.
Η «νέα γραμμή επιλέγει» να «ξεσκαρτάρει» το Γενικό Λύκειο, κοινώς να το «ελαφρώσει», σαν μια επιχείρηση που θέλει να απαλλαγεί από το προσωπικό της.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου