25.11.2020 - 12:27
Κριτική ανάλυση των προνοιών που λήφθηκαν για την εκπαίδευση των παιδιών με αναπηρία στην Κύπρο και στην Ελλάδα κατά την περίοδο του κλεισίματος των σχολείων λόγω του κορωνοϊού (Lockdown).
Μια από τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι σύγχρονες κοινωνίες είναι η εκπαίδευση των ατόμων με αναπηρία, με σκοπό την ένταξη και την ενεργητική τους συμμετοχή στην κοινωνική, οικονομική και πολιτιστική ζωή, ιδιαίτερα σε περιόδους κρίσης. Κατά τη περίοδο του κλεισίματος των σχολείων λόγω κορωνοϊού (Lockdown), στην Κύπρο, αλλά και στην Ελλάδα δεν διασφαλίστηκε η ίση πρόσβαση όλων των παιδιών σε ποιοτική εκπαίδευση, έχοντας ως αποτέλεσμα τον αποκλεισμό και την περιθωριοποίηση παιδιών με αναπηρίες.
Τα άτομα με αναπηρία είναι μια ομάδα του πληθυσμού η οποία συχνά δεν απολαμβάνει τα δικαιώματά της σε ίση βάση με τα άτομα χωρίς αναπηρία, βιώνοντας έτσι τον κοινωνικό αποκλεισμό. Ως κοινωνικός αποκλεισμός μπορεί να νοηθεί η άρνηση ή μη συνειδητοποίηση των κοινωνικών δικαιωμάτων των πολιτών, τα οποία αναφέρονται στην διανομή δημόσιων και κοινωνικών αγαθών, όπως είναι η εργασία, η κατοικία, η υγεία, η εκπαίδευση, η ψυχαγωγία, οι κοινωνικές σχέσεις κ.α. (Καϊλα, Πολεμικός, Φιλίππου, 1995: 883-884). Σε μια περίοδο «κρίσης», λόγω του Covid-19, κατά την οποία, τα Υπουργεία κλήθηκαν να πάρουν κάποιες αποφάσεις, σχετικά με τα άτομα με αναπηρία αλλά και τα άτομα χωρίς αναπηρία, θα έπρεπε να λάβουν υπόψη τους τα δικαιώματα όλων των παιδιών.
Αρχικά, να τονιστεί πως δεν υπάρχει η ισότητα, εφόσον δεν υπάρχουν ίσες ευκαιρίες στην πρόσβαση του σχολικού προγράμματος ή στην συμμετοχή των παιδιών στις ενδοσχολικές ή εξωσχολικές δραστηριότητες του σχολείου. Στις ανακοινώσεις των Υπουργείων Παιδείας Ελλάδας και Κύπρου, δεν έχει γίνει επί της ουσίας, συζήτηση για την επιστροφή των παιδιών με αναπηρία στα σχολεία ή ακόμη για την επαναλειτουργία των σχολείων για τα παιδιά αυτά. Με αποτέλεσμα τα παιδιά με αναπηρίες να μένουν στο περιθώριο αφού ο εγκλεισμός στο σπίτι κατά την περίοδο εκείνη, χωρίς την στήριξή ενός εκπαιδευτικού μπορεί να τους οδηγήσει σε αρνητικά αποτελέσματα.
Έπειτα, ένα από τα προβλήματα που θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν στο σπίτι κατά την περίοδο του εγκλεισμού τα παιδιά με αναπηρίες, θα ήταν η αλλαγή της καθημερινής τους ρουτίνας. Για παράδειγμα, τα παιδιά με αναπηρίες ακολουθούν ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα ρουτίνας καθημερινά μαζί με τους φροντιστές ή εκπαιδευτικούς με αποτέλεσμα κατά την διάρκεια του εγκλεισμού να παρουσιαστούν πολλές δυσκολίες. Από την άλλη, οι γονείς θα πρέπει να εφαρμόσουν ένα καινούργιο πρόγραμμα ρουτίνας για τα παιδία τους, ενώ παράλληλα, θα έχουν να αντιμετωπίσουν και να διαχειριστούν το άγχος αλλά και τα διάφορα συναισθήματα όπου έρχονται αντιμέτωπα τα παιδιά τους εξαιτίας αυτής της αλλαγής.
Επιπλέον, οι επιπτώσεις στην ψυχοσύνθεση των παιδιών με αναπηρίες είναι πολλές, καθώς τα παιδιά αυτά βιώνουν τον αποκλεισμό μέσα από τις αποφάσεις των Υπουργείων Παιδείας. Τα παιδιά αυτά λοιπόν, μέσα από την άδικη και άνιση μεταχείριση παραμένουν στάσιμα, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις η κατάστασή τους μπορεί να επιδεινωθεί. Σύμφωνα με τον Πλάτωνα, στην «Πολιτεία» 460c, τα παιδιά με αναπηρίες πρέπει να τα «φάει το σκοτάδι» κατά μία σημερινή έννοια (Κατσούλης, Κοτούλας, Παπασεκαλαρίου, 1993: 8). Αυτό παρατηρούμε πως συμβαίνει μέχρι και σήμερα, καθώς τα παιδιά αυτά παλεύουν να αποδείξουν πως η ταύτιση της σωματικής δυσλειτουργίας δεν συνάδει με την ανικανότητα για πολιτική και κοινωνική δράση, παρόλα αυτά δεν τα καταφέρνουν και βρίσκονται συνεχώς στο περιθώριο.
Επιπροσθέτως, θα λέγαμε πως τα μέτρα που λήφθηκαν από το Υπουργείο Παιδείας της Κύπρου, για την διενέργεια εργαστηριακού ελέγχου των παιδιών με αναπηρία, για Covid-19 σε περίπτωση επιστροφής στο δημόσιο σχολείο, η παρουσία ειδικής επιτροπής, η ιατρική γνωμάτευση, όπως επίσης και η αποκόμιση ιατρικών πιστοποιητικών υγείας, δίνουν έμφαση στην παθολογία του ατόμου και συνάδουν με το ιατρικό μοντέλο αναπηρίας. Επομένως, μέσα από τις αποφάσεις που πάρθηκαν, διαπιστώνουμε πως η «ετικέτα» της διάγνωσης χρησιμοποιείται ως επιχείρημα για τη μη επιστροφή των παιδιών αυτών στο δημόσιο σχολείο.
Αυτό που καλούμαστε να κάνουμε ως κοινωνία είναι να εξαλείψουμε στάσεις και πεποιθήσεις που εκλαμβάνουν την αναπηρία ως ατομικό έλλειμμα, ως εδράζουσα στις λειτουργικές ή οργανικές μειονεξίες του ατόμου (Λαμπροπούλου & Παντελιάδου, 2000), ως μια προβληματική κατάσταση, κοινωνικά ανεπιθύμητη, μια προσωπική τραγωδία, με στόχο την «κανονικοποίηση» των ανάπηρων ατόμων (Παντελιάδου, 2007· Oliver, 1990). Θεωρείται απαραίτητο, το εκπαιδευτικό σύστημα να σεβαστεί την διαφορετικότητα αυτών των ατόμων και να τους προσφέρει ένα περιβάλλον σωστά οικοδομημένο, εφαρμόζοντας τις αρχές της διαφοροποίησης, σε επίπεδο περιεχομένου, προϊόντος, διαδικασίας και μαθησιακού περιβάλλοντος, αλλά και τις αρχές του καθολικού σχεδιασμού στη μάθηση (Παντελιάδου & Φιλιππάτου, 2013).
Βιβλιογραφία
Ελληνόγλωσση:
Καΐλα, Μ., Πολεμικός, Ν., Φιλίππου, Γ. (1995). «Άτομα με Ειδικές Ανάγκες» Α΄ Τόμος. Εκδόσεις: Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα.
Κατσούλης Χρήστος- Κωτούλας Βασίλης- Παπασεκαλλαρίου Ηλίας, (1993). «Έρευνα για την καταγραφή απόψεων και στάσεων ομάδων της κοινωνίας απέναντι στα ΑΜΕΑ». Αθήνα: Χωρίς Έκδοση.
Λαμπροπούλου, Β. & Παντελιάδου, Σ. (2000). Η Ειδική Αγωγή στην Ελλάδα. Κριτική Θεώρηση Κυπριωτάκης, Α. (Εκδ). Πρακτικά Συνεδρίου Ειδικής Αγωγής. Πανεπιστήμιο Κρήτης, Σχολή Επιστημών Αγωγής, ΠΤΔE.
Παντελιάδου, Σ. (2007). Πολιτική της αναπηρίας και εκπαιδευτική ένταξη. Στο Σ. Μαυροπούλου (Επιμ.), Η κοινωνική ένταξη σε σχολείο και η μετάβαση σε χώρο εργασίας για τα άτομα στο φάσμα του αυτισμού: Θεωρητικά ζητήματα και εκπαιδευτικές παρεμβάσεις (σσ. 5– 18). Βόλος: Γράφημα
Παντελιάδου, Σ. & Φιλιππάτου, Δ. (Επιστημ. Επιμέλεια) (2013). Διαφοροποιημένη Διδασκαλία: Θεωρητικές προσεγγίσεις και εκπαιδευτικές πρακτικές. ΠΕΔΙΟ, Αθήνα.
Ξενόγλωσση:
Oliver, M. (1990). The Politics of Disablement. London: Macmillan
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου