Εισαγωγή αποφοίτων ΓΕΛ – ΕΠΑΛ στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση: Συγκριτική αποτίμηση
του Παντελή Γαλίτη
Τα φετινά αποτελέσματα εισαγωγής των αποφοίτων Λυκείου (ΓΕΛ – ΕΠΑΛ) στην Τριτοβάθμια εκπαίδευση δίνουν αφορμές για πλήθος αναλύσεων και διαπιστώσεων.
Σε επίπεδο τελευταίας τριετίας, την φετινή χρονιά οι υποψήφιοι από τα ΕΠΑΛ ήταν οι περισσότεροι των τριών τελευταίων ετών (Πίνακας 1).
Η διαπίστωση αυτή, σε συνδυασμό με τα μειωμένα – σε σχέση με τον αριθμό των μαθητών τους για τα ΕΠΑΛ – ποσοστά εισαγωγής στις Σχολές της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης, αιτιολογεί το γεγονός ότι το ποσοστό επιτυχίας από τα ημερήσια ΕΠΑΛ φέτος είναι το χαμηλότερο των τελευταίων τεσσάρων ετών (46,64%), καθώς και το γεγονός ότι το ποσοστό επιτυχίας για τα εσπερινά ΕΠΑΛ (46,64) είναι το χαμηλότερο της χρονικής περιόδου 2010 – 2020 (Πίνακας 2).
Αντίθετα, οι υποψήφιοι από τα ΓΕΛ ήταν οι λιγότεροι της τελευταίας τριετίας (Πίνακας 1), ενώ και το ποσοστό επιτυχίας για τα ημερήσια ΓΕΛ (87,75%) είναι το υψηλότερο των τελευταίων έντεκα ετών (2010 – 2020) (Πίνακας 2).
Παρατηρούμε ακόμη ότι το ποσοστό επιτυχίας για το 10% των ΕΠΑΛ (30,02%) (μόνο για τα ημερήσια, αφού τα εσπερινά δεν το δικαιούνται, γεγονός που εγείρει ερωτήματα)είναι το τρίτο χαμηλότερο της χρονικής περιόδου 2010 – 2020.
Η αύξηση του ποσοστού των επιτυχόντων από τα ΓΕΛ στην Τριτοβάθμια εκπαίδευση σε συνδυασμό με την μείωση του αντίστοιχου ποσοστού των ΕΠΑΛ, αιτιολογείται από την κατανομή των θέσεων εισαγωγής στα ΓΕΛ και στα ΕΠΑΛ, καθώς και την απουσία βάσης εισαγωγής. Κατανομή, που εμφανίζεται δυσανάλογη με τους απόλυτους αριθμούς των υποψηφίων των δύο τύπων Λυκείου. Όμως, το θέμα αυτό απαιτεί περαιτέρω συζήτησης και εκπαιδευτικού σχεδιασμού.
Φέτος ήταν μια ιδιαίτερη χρονιά για τα ΕΠΑΛ. Όπως είναι γνωστό, με την μετατροπή των ΤΕΙ σε Πανεπιστημιακά Ιδρύματα, τα ποσοστά εισαγωγής των αποφοίτων ΕΠΑΛ στην τριτοβάθμια εκπαίδευση δέχθηκαν πίεση προς τα κάτω, ενώ, αντίθετα, το ενδιαφέρον πρόσβασης στις Σχολές Τριτοβάθμιας εκπαίδευσης από τα ΕΠΑΛ έχει αυξηθεί, τόσο σε απόλυτες τιμές όσο και σε ποιότητα μαθητικού δυναμικού. Αυτό το τελευταίο είναι πιθανόν να σχετίζεται με την διαχεόμενη εντύπωση της ευκολότερης πρόσβασης από τα ΕΠΑΛ σε σχολές υψηλής ζήτησης, γεγονός που με την σειρά του έχει οδηγήσει σημαντικό αριθμό μαθητών των ΓΕΛ στα ΕΠΑΛ με σκοπό την διαδρομή αυτή προς την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Άλλο ένα θέμα που θα πρέπει να τεθεί σε συζήτηση.
Στα Πανεπιστήμια φέτος εισήχθησαν απόφοιτοι των ΓΕΛ σε σχολές αυξημένων απαιτήσεων με ιδιαίτερα χαμηλή βαθμολογία, όπως στην Σχολή Μαθηματικών του Πανεπιστημίου Αιγαίου με βαθμό 3 ( 3125 μόρια), αλλά και με βαθμό 0,6 (625 μόρια στο Τμήμα Δασολογίας και Διαχείρισης Φυσικού Περιβάλλοντος στο Καρπενήσι, του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών). Η χαμηλότερη βαθμολογία εισαγωγής για τους υποψηφίους ΕΠΑΛ είναι 1585 μόρια (για το Τμήμα Ζωικής Παραγωγής, Αλιείας και Υδατοκαλλιεργειών (Μεσολόγγι) του Πανεπιστημίου Πατρών. Η συζήτηση ότι η αύξηση του ποσοστού των προσφερόμενων θέσεων στους απόφοιτους ΕΠΑΛ υποβαθμίζει εμμέσως την ποιότητα σπουδών στα Πανεπιστήμια φαίνεται να μην ευσταθεί. Οι παράγοντες που οδήγησαν στην εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση υποψηφίων με απαράδεκτα χαμηλή βαθμολογία φαίνεται πως δεν σχετίζονται με τον τύπο Λυκείου προέλευσης των μαθητών, αλλά θα πρέπει να αναζητηθούν σε άλλες αιτίες. Όμως, θα πρέπει να επανεξεταστεί το θέμα της ενίσχυσης του μαθητικού υπόβαθρου των υποψηφίων στα τριτοβάθμια εκπαιδευτικά ιδρύματα, προκειμένου αυτοί να μπορούν να αντεπεξέλθουν στις απαιτήσεις των διδακτικών αντικειμένων των σχολών εισαγωγής τους. Ίσως θα πρέπει να εξεταστεί η δυνατότητα και ο τρόπος συμμετοχής των Πανεπιστημιακών ιδρυμάτων στην επιλογή των υποψηφίων εισαγωγής σε αυτά.
Η συζήτηση για την πρόσβαση των αποφοίτων της Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (ΓΕΛ – ΕΠΑΛ) στα τριτοβάθμια εκπαιδευτικά ιδρύματα θα πρέπει , επιτέλους, να ξεκινήσει. Όχι άλλη μια συζήτηση για την πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Ούτε μια συζήτηση με αρχή και τέλος μόνο αυτό το θέμα. Αλλά μια συζήτηση με κεντρικό θέμα την αναβάθμιση του συνόλου της εκπαίδευσης στην χώρα μας, πάντα με γνώμονα τις επιταγές της παιδαγωγικής επιστήμης και τις ανάγκες της σύγχρονης εποχής. Προϋπόθεση βέβαια αποτελεί η ειλικρινής διακομματική συναίνεση και η αποφασιστικότητα νομοθέτησης με διαχρονική (με την έννοια της σταθερότητας) προοπτική.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου