Πίσω από τα «θέματα-σφαγείο» και τις βάσεις εισαγωγής που θα πέσουν με θόρυβο
Μια ανάσα πλέον από την ανακοίνωση των βαθμολογικών επιδόσεων των υποψηφίων στις φετινές Πανελλαδικές Εξετάσεις και όλα τα φώτα της δημοσιότητας ετοιμάζονται να φωτίσουν μαζί με τις αγωνίες, τα άγχη και τις εκτιμήσεις για την κίνηση των βάσεων, το αδιέξοδο που βαραίνει τα ελληνικά νοικοκυριά που έχουν παιδιά που ετοιμάζονται για την εισαγωγή τους στο Πανεπιστήμιο.
Και επειδή, συνήθως, τα ΜΜΕ, αφενός αφουγκράζονται τα προβλήματα αφετέρου με «μαστοριά» υφαίνουν την παρουσίασή τους έτσι ώστε «να χάνει η μάνα να το παιδί τη μάνα» και να θυματοποιείται πάλι και πάλι το θύμα, διαστρεβλώνουν την πραγματικότητα μέσα από την εικονική παρουσίαση λύσεων.
Ο θόρυβος για τα αποτελέσματα συσκοτίζει τις αιτίες
Ωστόσο, πέρα από τα «θέματα-σφαγείο», τις απορριπτικές βαθμολογίες και την πτώση των βάσεων που δεν αποτελούν παρά αποτελέσματα και όχι αιτίες, η ουσία είναι ότι οι μαθητές μας στο Λύκειο «οικοδομούν» τη γνώση τους στο τρίγωνο «σχολείο-φροντιστήριο-ιδιαίτερο», «ροκανίζουν» την εφηβεία τους με «γερμανικά ωράρια» ασκήσεων και εξετάσεων, μπαζώνουν τον οικογενειακό προϋπολογισμό με φροντιστηριακά έξοδα της τάξης των 3 , 4 ή και 5.000 ευρώ τον χρόνο, και όμως δεν μαθαίνουν.
Τα τελευταία χρόνια παρουσιάζεται ένα αντιφατικό φαινόμενο: γραπτά μαθητών που απαντούν με επιτυχία στα περισσότερα ερωτήματα των εξετάσεων, σκοντάφτουν σε ερωτήσεις που απαιτούν κρίση, εκφράζουν με δυσκολία τις σκέψεις τους και εμφανίζουν τερατώδη λάθη. Εμφανίζονται, δηλαδή, σε δεκάδες εκατοντάδες περιπτώσεις, γραπτά που παραπέμπουν, με βάση τις απαντήσεις τους στα ερωτήματα των εξετάσεων, σε υποψηφίους που είναι «καλά προετοιμασμένοι» και ταυτόχρονα έχουν έλλειψη ικανότητας να αρθρώνουν συνεχή λόγο, να ελέγχουν και να λογικοποιούν τις σκέψεις τους χωρίς χάσματα και αντιφάσεις, να κάνουν λογικές αφαιρέσεις ή να κατανοούν γραπτά κείμενα εκτός από τα υποτυπώδη. Ενα είδος «προσοντούχων αγραμμάτων».
Ακόμη πιο δραματική είναι η κατάσταση στην Επαγγελματική εκπαίδευση στην οποία φοιτούν αρκετές χιλιάδες μαθητές 15-18 ετών και για την οποία δεν υπάρχει πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας που να μην έχει κάνει διακηρύξεις για αλλαγές που θα την αναγεννήσουν και θα λύσουν τα υπαρκτά προβλήματα διά μαγείας.
H απομαγνητοφώνηση των συνομιλιών των εκπαιδευτικών στη διάρκεια των παιδαγωγικών συνεδριάσεων των συλλόγων τους για τις επιδόσεις των μαθητών αφήνουν ένα αίσθημα απογοήτευσης, απαισιοδοξίας και αδιεξόδου. Μιλάμε για διανοητική ερήμωση που διαφέρει ακόμη και από εκείνη την πρωτόγονη άγνοια, η οποία μπορεί να αφήνει χέρσο το πνεύμα, δεν διαφθείρει, όμως, την ικανότητα ανάπτυξής του.
Την ίδια στιγμή όλο και περισσότεροι πανεπιστημιακοί δάσκαλοι παραπονιούνται για τους νέους φοιτητές τους. Για εκείνους που πέρασαν την πύλη των πανεπιστημίων έπειτα από σκληρές εξετάσεις δύο χρόνων (διαδοχικά «πύρινα στεφάνια») και δεκάδες εκατοντάδες ώρες σχολείου, φροντιστηρίου και ιδιαίτερων μαθημάτων.
Η εφιαλτική προοπτική μιας τεχνολογικώς υπεραναπτυγμένης κοινωνίας «κατακερματισμένων ανθρώπων»
Το ζήτημα είναι πάρα πολύ σοβαρό, καθώς κινδυνεύει η δυνατότητα μιας κοινωνίας να αναστοχάζεται τις προϋποθέσεις της κοινωνικής αναπαραγωγής της. Στη γενίκευση του φαινομένου μπορούμε να μιλήσουμε για την εφιαλτική προοπτική μιας τεχνολογικώς υπεραναπτυγμένης και παράλληλα πειθαρχημένης κοινωνίας «κατακερματισμένων ανθρώπων»-υπηκόων, ένα είδος «διαδικαστικών ηλιθίων» και πάνω απ' όλα καταναλωτών, διατεθειμένων να συνεργαστούν με κάθε τρόπο για τη γοητευτική βασιλεία του εμπορεύματος.
Φυσικά, το φαινόμενο αυτό κάθε άλλο παρά μόνο μόνο σχολικά αίτια έχει. Αυτό μπορεί κανείς εύκολα να το καταλάβει όταν αναλογιστεί ποια είναι τα πρότυπα που σήμερα, στην «κοινωνία της γνώσης» και «των δικτύων», προβάλλονται στους νέους ανθρώπους: ο ατομισμός, οι αξίες της ιδιωτικότητας, η απόρριψη της συλλογικής δράσης, η απαξίωση της συμμετοχής στα κοινά, ο αχαλίνωτος ανταγωνισμός, η λογική «ο καθένας για τον εαυτό του και ο Θεός για όλους», ο χρησιμοθηρικός χαρακτήρας της γνώσης, όλα αυτά και άλλα πολλά αποτελούν από μόνα τους τις «έξυπνες βόμβες» στα δίκτυα της μάθησης.
Η κρατούσα αντίληψη για την παιδεία προσπαθεί να πείσει ότι η μόνιμη και σταθερή απασχόληση ανήκει στο παρελθόν και καλεί σε συμφιλίωση με την απασχολησιμότητα. H αντίληψη αυτή επιβαρύνεται με την πρόσδοση ενός εργαλειακού χαρακτήρα στη γνώση, καθώς ταυτίζει τις έννοιες «μόρφωση» και «επανεκπαίδευση» με την παροχή γνώσεων και δεξιοτήτων χρηστικού χαρακτήρα, δηλαδή άμεσα εφαρμοσμένων στην αγορά εργασίας. Να η ιδέα που «ξύνει» τη γνώση ως συλλογικό εργαλείο ερμηνείας και αλλαγής του κόσμου και τη μεταλλάσσει σε γνώση ως στενή εφαρμογή για την επίτευξη του ατομικού στόχου που στοιχίζεται με τις έννοιες «κόστος»-«κέρδος».
Εδώ η γνώση έχει εφαρμοσμένη και μόνο διάσταση και μετατρέπεται σε «δεξιότητα», ενώ η σχολική ύλη είναι εξ αρχής προορισμένη για τον «σκουπιδοτενεκέ» της μνήμης την επομένη των εξετάσεων.
Και νάσου το υπουργείο Παιδείας σαν έτοιμο από καιρό
Η ηγεσία του υπουργείου Παιδείας θα δει σε αυτή την πραγματικότητα μια σημαία ευκαιρίας για να μαντάρει και να μοντάρει τις δικές της επικοινωνιακές μεθοδεύσεις.
Το παρόν θα αντιγράψει για μια ακόμη φορά το παρελθόν στις επιτυχημένες μεθοδεύσεις εξαπάτησης και ο υπουργός Παιδείας θα αρπάξει την ευκαιρία για να μιλήσει για τις σχεδιαζόμενες αλλαγές στο Λύκειο και για τον τρόπο εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Και θα καταλήξει πάνω κάτω στο εξής βολικό ρητορικό ερώτημα: Πρέπει να θέσουμε ένα σημαντικό ερώτημα στην ελληνική κοινωνία. Είναι ευχαριστημένη με το Λύκειο σήμερα; Τι ρόλο παίζουν οι εγκύκλιες σπουδές και τι ρόλο τα μαθήματα για το πανεπιστήμιο; Ανεχόμαστε αυτή την κατάσταση; Αυτό πάμε να λύσουμε.
Και δεν θα ξεχάσει να δηλώσει ότι δική του έγνοια είναι να σπουδάσει η νέα γενιά σε πανεπιστήμια σύγχρονα, οργανωμένα, λειτουργικά, που θα δίνουν πτυχία με αξία και αντίκρισμα στην πραγματική ζωή.
Ωστόσο πίσω από τις διακηρύξεις για δήθεν κατάργηση των του υπαρκτού τύπου πανελλαδικών εξετάσεων ή τις βεβαιότητες για αλλαγή που θα αναγεννήσει το Λύκειο και θα λύσει τα υπαρκτά προβλήματα είναι φανερό ότι κρύβεται ο σχεδιασμός για ένα αριστοκρατικό Γενικό Λύκειο για λιγότερους, με εξετάσεις πολύ πιο απαιτητικές για την είσοδο στα πανεπιστήμια την ίδια ώρα που θα βαθαίνει και θα εντείνεται η εκπαίδευση της αμάθειας για τους πολλούς.
Και αν το υπουργείο Παιδείας, προκειμένου να προωθήσει το νέο σύστημα πρόσβασης, δεν θα χάσει ευκαιρία να μηδενίσει τον ρόλο του σημερινού Λυκείου και να ανακαλύψει τα μύρια κακά των πανελλαδικών εξετάσεων, δεν πρέπει να ξεχνάει κανείς ότι την ίδια ακριβώς επικοινωνιακή πολιτική χρησιμοποίησαν και οι προηγούμενες ηγεσίες του υπουργείου Παιδείας από τη μεταπολίτευση και μετά για να «σερβίρουν» το νέο, κάθε φορά, σύστημα πρόσβασης που έφερναν.
Ωστόσο, από εκείνα τα αναγεννητικά λόγια και τις διακηρύξεις δεν έχουν μείνει παρά τα αποκαΐδια, που σήμερα τα αναπνέουν όσοι σχετίζονται άμεσα ή έμμεσα με την εκπαίδευση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου