Περισσότερα από δύο εκατομμύρια ανήλικοι στη Γερμανία υπολογίζεται ότι ζουν σήμερα στα όρια της φτώχειας.
Πρόσφατη δε έρευνα κατέγραψε «δραματική επιδείνωση» στο γερμανικό εκπαιδευτικό σύστημα την τελευταία δεκαετία, και στα 16 κρατίδια.
Τώρα, νέα μελέτη έρχεται να δείξει πως τα δύο αυτά προβλήματα σχηματίζουν μια «τέλεια καταιγίδα» πάνω από την οικονομικά ασθμαίνουσα «ατμομηχανή της Ευρώπης».
Η παιδική φτώχεια γίνεται όλο και πιο ορατή στα γερμανικά σχολεία, καταγράφει το τελευταίο βαρόμετρο του Ιδρύματος Robert Bosch.
Διεξάγει τακτικά σχετικές έρευνες από το 2019.
Η φετινή έγινε με τη συμμετοχή 1.032 εκπαιδευτικών σε γενικά και επαγγελματικά σχολεία της χώρας.
Σε σύγκριση με την προηγούμενη σχολική χρονιά, οι ερωτηθέντες ανέφεραν διόγκωση των προβλημάτων.
Ένας στους τρεις (33%) δήλωσε ότι διαπιστώνει πως οι μαθητές ανησυχούν συχνότερα από ό,τι στο παρελθόν για την οικονομική κατάσταση των οικογενειών τους.
Σε υποβαθμισμένες περιοχές, το ποσοστό εκτοξεύεται στο 48%.
Περισσότεροι από ένας στους τρεις (37%) αναφέρουν ότι έχει γίνει πιο συχνό το φαινόμενο παιδιά να έρχονται στο σχολείο χωρίς να έχουν απαραίτητο για το μάθημα υλικό, όπως τετράδια ή βιβλία ή χωρίς να έχουν πάρει καν πρωινό.
Προς επίρρωση της επιδεινούμενης κατάστασης, το αντίστοιχο ποσοστό πέρυσι ήταν 30%.
Το 16% των εκπαιδευτικών αναφέρει ότι όλο και περισσότερα παιδιά δεν έχουν καθόλου χαρτζιλίκι για κολατσιό.
Το ένα τέταρτο των εκπαιδευτικών σημείωσε ότι οι μαθητές συμμετέχουν λιγότερο συχνά σε σχολικές εκδρομές, δη στις πολυήμερες. Γεγονός που αποδίδεται σε οικονομική δυσχέρεια των γονέων.
Μόλις την περασμένη εβδομάδα, εν τω μεταξύ, η Unicef προειδοποίησε ότι περισσότερα από 1,3 εκατομμύρια παιδιά στη Γερμανία μεγαλώνουν με τον κίνδυνο να ζήσουν μόνιμα σε συνθήκες φτώχειας.
«Πολύ συχνά, τα φτωχά παιδιά γίνονται φτωχοί ενήλικες», δήλωσε κατά την παρουσίαση των αποτελεσμάτων του βαρόμετρου η Ντάγκμαρ Βολφ, επικεφαλής του τομέα εκπαίδευσης στο Ινστιτούτο Robert Bosch.
«Αυτός ο κύκλος», τόνισε, «πρέπει να σπάσει»…
Ολοένα και περισσότεροι μαθητές στη Γερμανία «βυθίζονται» στη φτώχεια.
Πολλαπλός αντίκτυπος
Πολλοί γονείς και παιδιά, υπογράμμισε η Βολφ, αναπτύσσουν στρατηγικές ώστε για να μην γίνεται δημόσια ορατή η επισφαλής οικονομική κατάστασή τους.
«Για παράδειγμα, δεν δέχονται επισκέψεις στο σπίτι», εξήγησε.
«Ή δηλώνουν ασθένεια» μαθητών λίγο πριν από προγραμματισμένες «εξωσχολικές δραστηριότητες, που συνεπάγονται έξοδα».
Ως εκ τούτου, «η έλλειψη χρημάτων στο σπίτι εμποδίζει τα παιδιά να συμμετέχουν στην κοινωνική και πολιτιστική ζωή. Κάτι», προειδοποίησε, «που έχει αντίκτυπο και στην ψυχο-κοινωνική υγεία τους».
Τα προβλήματα συμπεριφοράς μαθητών είναι πράγματι ένα από τα βασικά θέματα που αναδεικνύονται στην έρευνα, πέρα από την παιδική φτώχεια.
Το 81% παρατηρεί προβλήματα συγκέντρωσης μαθητών στις τάξεις τους.
Περίπου άλλοι τόσοι διαμαρτύρονται για υπερβολική χρήση του διαδικτύου, π.χ. μέσω κινητών, ακόμη και στα δημοτικά σχολεία.
Περισσότεροι από τους μισούς εκπαιδευτικούς καταγράφουν δείγματα ψυχοσωματικής επίδρασης του άγχους.
Το 27% δηλώνει ανήσυχο για τα επίπεδα επιθετικότητας.
Συνολικά, η συμπεριφορά των μαθητών χαρακτηρίζεται η μεγαλύτερη πρόκληση για το έργο των εκπαιδευτικών, περισσότερο από το φόρτο εργασίας, την έλλειψη διδακτικού προσωπικού ή την εξαντλητική γραφειοκρατία.
«Η φτώχεια δεν είναι πάντα ορατή στα παιδιά, γι’ αυτό οι δάσκαλοι θα πρέπει να γνωρίζουν την κατάσταση και να προστατεύουν τα παιδιά και από το κοινωνικό στίγμα», τόνισε η Ντάγκμαρ Βολφ.
«Πρέπει να γνωρίζουν πού υπάρχουν δυσκολίες και να τις προσεγγίζουν με ευαισθησία.»
Τα επίπεδα άγχους, λόγω οικονομικής ανασφάλειας, «χτυπούν κόκκινο» σε παιδιά και νέους
Συστημική παθογένεια
Ενόσω οι ειδικοί κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για τις επιπτώσεις της φτώχειας στους μαθητές, το δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα στη Γερμανία δεν δείχνει να βρίσκεται σε θεαματικά καλύτερη κατάσταση.
Υπάρχει δραματική έλλειψη προσωπικού, μεγάλη ζήτηση, αλλά μικρή προσφορά.
Συνολικά, περισσότεροι από 800.000 εκπαιδευτικοί διδάσκουν σε γενικά και επαγγελματικά σχολεία στη Γερμανία.
Το 38% ωστόσο εργάζεται με μερική απασχόληση.
Ειδικοί τονίζουν ότι χρειάζονται σαφείς ενισχύσεις σε προσωπικό για να καλυφθούν οι ανάγκες του εκπαιδευτικού τομέα.
Πράγματι, πρόσφατη μελέτη του Γερμανικού Οικονομικού Ινστιτούτου (IW) ανέφερε ότι οι εκπαιδευτικοί συγκαταλέγονταν στους πιο περιζήτητους εργαζόμενους, μαζί με όσους απασχολούνται στους τομείς της υγειονομικής φροντίδας και περίθαλψης.
Σε αυτή την κατηγορία ωστόσο έμειναν πέρυσι στα… «αζήτητα» τουλάχιστον 160.000 ανοιχτές θέσεις εργασίας: περίπου το 60% της προσφοράς.
Στο Σχολικό Βαρόμετρο του Ινστιτούτου Robert Bosch, τα δύο τρίτα των εκπαιδευτικών μερικής απασχόλησης δηλώνουν διατεθειμένοι να αυξήσουν τις ώρες εργασίας για να καλυφθεί η δραματική έλλειψη προσωπικού.
Στις ηλικίες κάτω των 40 ετών, το αντίστοιχο ποσοστό αγγίζει το 70%.
Για να συμβεί όμως αυτό, επισημαίνουν, απαιτείται ένα πιο δίκαιο σύστημα αμοιβών.
Σε κάθε περίπτωση «στο σημερινό μας σχολικό σύστημα, η έλλειψη εκπαιδευτικών δεν θα λυθεί με το να εργάζονται περισσότερο οι εκπαιδευτικοί μερικής απασχόλησης», αντέτεινε η Βολφ.
«Πρέπει να γίνει και πάλι πιο ελκυστικό το σχολείο ως εργασία.»
«Αυτό προϋποθέτει», τόνισε, «τη σοβαρή αντιμετώπιση των ανησυχιών των εκπαιδευτικών και την ανταπόκριση στα αιτήματά τους για μεταρρυθμίσεις».
Πηγή: in.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου