Πέμπτη 24 Σεπτεμβρίου 2020

 

Ο Δημήτρης Καρυώτης είναι αντιπρόεδρος της Α ΕΛΜΕ Δυτικής Αττικής (Θριασίου-Μεγαρίδας-Ειδυλλίας) και πρώην μέλος του ΔΣ της ΟΛΜΕ

Η Υπουργός Παιδείας, μετά την ψήφιση του νόμου για την αναδιάρθρωση της εκπαίδευσης τον περασμένο Μάιο, ανακοίνωσε ότι σειρά έχει η Επαγγελματική Εκπαίδευση. Μέσα στο καλοκαίρι η κα Κεραμέως, στο όνομα της διαβούλευσης για τη μεταρρύθμιση στην Επαγγελματική Εκπαίδευση, έκανε επαφές με τον ΣΕΒ και άλλους φορείς της οικονομίας, την ΓΣΣΕ, αλλά και με το ΔΣ της ΟΛΜΕ.

Πρόσφατα η κυβέρνηση ανακοίνωσε, δια στόματος Μητσοτάκη, ότι η κατάθεση του σχεδίου νόμου για την Επαγγελματική Εκπαίδευση και Κατάρτιση είναι στις άμεσες προτεραιότητες της κυβέρνησης. Μάλιστα απ’ το ΥΠΑΙΘ λένε για το τελευταίο 10ημερο του Σεπτεμβρίου.

Στην συνάντηση της με το ΔΣ της ΟΛΜΕ η Υπουργός Παιδείας ανακοίνωσε ότι η απόφαση της κυβέρνησης είναι να ιδρυθούν Επαγγελματικής Σχολές Κατάρτισης, που θα λειτουργούν μετά το Γυμνάσιο, με βάση τη Μαθητεία.

Ο νόμος για την αναδιάρθρωση της εκπαίδευσης που ψήφισε η κυβέρνηση τον Ιούνιο του 2020 και οι εξαγγελίες της Υπουργού Παιδείας για την αναδιάρθρωση της Επαγγελματικής Εκπαίδευσης στηρίζονται στο προεκλογικό πρόγραμμα της Νέας Δημοκρατίας για την εκπαίδευση. Ένα πρόγραμμα που αντιγράφει στην κυριολεξία τις κατευθύνσεις του ΟΟΣΑ του ΣΕΒ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στηρίζεται στους κεντρικούς στόχους που έχουν τεθεί απ’ τους υπερεθνικούς οργανισμούς και τον ΣΕΒ πριν την τρέχουσα δεκαετία και γίνεται προσπάθεια να υλοποιηθούν βήμα - βήμα από όλες τις προηγούμενες κυβερνήσεις και φυσικά απ’ την σημερινή της ΝΔ που έχει απλώσει όλο το μενού. Ένα πρόγραμμα που υλοποιείται βήμα - βήμα και έχει ως βασικούς στόχους:

  1. Την συρρίκνωση του Δημόσιου σχολείου και ειδικότερα της ανώτερης Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης

  2. Την ιδιωτικοποίηση της εκπαίδευσης

  3. Την δημιουργία του κατάλληλου εργατικού δυναμικού που έχουν ανάγκη οι επιχειρήσεις, σύμφωνα με το μοντέλο ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας και τη θέση της στο διεθνή καταμερισμό εργασίας

Α) Η συρρίκνωση του Δημόσιου σχολείου και ειδικότερα της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης.

Οι δαπάνες του προϋπολογισμού για την εκπαίδευση τα τελευταία μνημονιακά χρόνια έπεσαν στο ιστορικό χαμηλό του 2,6% του προϋπολογισμού και ακόμη μένουν καθηλωμένες κάτω του 3% του προϋπολογισμού.

Ως αποτέλεσμα βιώσαμε μέτρα όπως την κατάργηση χιλιάδων σχολικών μονάδων Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, την συγχώνευση ακόμη περισσότερων, την αύξηση του ωραρίου των εκπαιδευτικών της Δευτεροβάθμιας κατά δύο ώρες την εβδομάδα, την αύξηση του αριθμού των μαθητών στο τμήμα στην Δευτεροβάθμια στους 27 ή και στους 30 ακόμη. Πρόσφατα εν μέσω πανδημίας αποφασίστηκε και η αύξηση των μαθητών της Πρωτοβάθμιας στους 26.

Επιπρόσθετα τα μέτρα που εφαρμόστηκαν με την καθιέρωση ενός κατώτερου αριθμού μαθητών για την λειτουργία τμημάτων γενικής παιδείας, τομέων και ειδικοτήτων, στα ΕΠΑΛ, τμημάτων κατευθύνσεων και ομάδων προσανατολισμού, στα ΓΕΛ, καθώς και ξενόγλωσσων τμημάτων, οδήγησαν στην κατάργηση χιλιάδων τμημάτων πανελλαδικά που συρρίκνωσαν περαιτέρω τις σχολικές μονάδες. Πάνω από 1500 τμήματα, κυρίως σε ΕΠΑΛ αλλά και σε ΓΕΛ, λειτουργούν και εφέτος με απόφαση υπουργού, είναι εν δυνάμει δηλαδή υπό κατάργηση.

Κορωνίδα αυτών των πολιτικών απετέλεσε το κτύπημα και η συρρίκνωση του ΕΠΑΛ που εφαρμόστηκε βίαια το 2013, από την κυβέρνηση της ΝΔ και του υπουργού Παιδείας Αρβανιτόπουλου, με την προσπάθεια κατάργησης βασικών τομέων και ειδικοτήτων των σχολείων και την απόλυση 2500 μόνιμων εκπαιδευτικών, πολιτική που ανέτρεψε τελικά το εκπαιδευτικό κίνημα

Επίσης μειώσεις αποφασίστηκαν στα προγράμματα σπουδών αρκετών επιστημονικών πεδίων της γενικής εκπαίδευσης μέσω της μείωσης του ωρολογίου προγράμματος διδασκαλίας τους με κύριο στόχο την εξοικονόμηση εκπαιδευτικού προσωπικού.

Την μερίδα του λέοντος όμως, ως προς την συρρίκνωση του προγράμματος σπουδών, κατέχει η Επαγγελματική Εκπαίδευση. Η μείωση του προγράμματος Σπουδών των Τομέων και ειδικοτήτων στα ΕΠΑΛ που αποφασίστηκε με την μεταρρύθμιση του 2016 είναι της τάξης του 30% και σε μια σειρά τομείς και ειδικότητες φτάνει το 50%, όπως για παράδειγμα τις ειδικότητες των Οχημάτων, των Αεροσκαφών, της Υγείας Πρόνοιας, του Γεωπονικού τομέα κλπ.

Το αποτέλεσμα όλων αυτών των μέτρων εμφανίζεται στον αριθμό του συνόλου του εκπαιδευτικού προσωπικού που υπηρετεί σήμερα στην Δευτεροβάθμια εκπαίδευση που δεν ξεπερνά τις 74000, όταν το 2010 ξεπερνούσε τις 103000.

Όμως ο κύριος στόχος των πολιτικών των τελευταίων χρόνων που αποτυπώθηκαν αρχικά στον νόμο Γαβρόγλου αλλά ξεκάθαρα πλέον στον νόμο Κεραμέως, είναι η απόλυτη συρρίκνωση του συνόλου της Λυκειακής βαθμίδας (ΓΕΛ και ΕΠΑΛ), μέσω της απόλυτης μείωσης του μαθητικού πληθυσμού που φοιτά σήμερα σ’ αυτήν. Ο βασικός στόχος της μεταρρύθμισης Κεραμέως είναι να μετακινήσει μεγάλο μέρος μαθητών μετά την αποφοίτησή τους απ’ το Γυμνάσιο στις μεταγυμνασιακές Επαγγελματικής Σχολές Μαθητείας. Τις σχολές δηλαδή που δεν θα ανήκουν στη δομή του δημόσιου συστήματος εκπαίδευσης, αλλά στην μη τυπική εκπαίδευση και θα λειτουργούν με βάση την μαθητεία.

Το βασικό εργαλείο για την υλοποίηση αυτού του στόχου αποτελεί ο εξεταστικός μαραθώνιος με πανελλαδικού τύπου εξετάσεις με βάση την τράπεζα θεμάτων σε όλες τις τάξεις του ΓΕΛ και του ΕΠΑΛ, που επιβάλει ο νέος νόμος της Κεραμέως που ψηφίστηκε τον Ιούνιο του 2020.

Να θυμηθούμε ότι το εξεταστικό σύστημα χρησιμοποιήθηκε δύο φορές μέχρι σήμερα στο ΓΕΛ με στόχο την απομάκρυνση των μαθητών απ’ το Γενικό Λύκειο προς άλλες κατευθύνσεις. Η πρώτη φορά με την μεταρρύθμιση Αρσένη το 1998 με τις εξετάσεις στο ΓΕΛ σε 14 μαθήματα, που στόχο είχε την μετακίνηση των μαθητών μετά το Γυμνάσιο στα τότε Τεχνικά Επαγγελματικά Εκπαιδευτήρια (ΤΕΕ) του Υπουργείου Παιδείας και στις σχολές μαθητείας του ΟΑΕΔ του Υπουργείου Εργασίας. Την δεύτερη φορά με την μεταρρύθμιση Αρβανιτόπουλου το 2013, όπου καθιέρωσε τις εξετάσεις μέσω τράπεζας θεμάτων στα ΓΕΛ για την προαγωγή και απόλυση των μαθητών. Ο στόχος εδώ ήταν να μετακινηθεί μεγάλο μέρος μαθητών εκτός απ’ τα ΕΠΑΛ και τις ΕΠΑΣ (Επαγγελματικές. Σχολές) που λειτουργούσαν στο Υπουργείο Παιδείας, στις ΣΕΚ (Σχολές Επαγγελματικής Κατάρτισης) που ιδρύθηκαν μετά το Γυμνάσιο και θα λειτουργούσαν με βάση τη μαθητεία από διάφορους φορείς έξω απ’ το τυπικό δημόσιο σύστημα εκπαίδευσης.

Και στις δύο περιπτώσεις η σχολική αποτυχία των μαθητών ήταν πολύ μεγάλη, με το ποσοστό της αποτυχίας των μαθητών, με την τράπεζα θεμάτων του Αρβανιτόπουλου, να αγγίζει και πολλές φορές να ξεπερνάει το 30%. Και τα δύο συστήματα εγκαταλείφθηκαν σχεδόν άμεσα λόγω της κατακραυγής και των αντιδράσεων των μαθητών των γονιών και των εκπαιδευτικών, με ταυτόχρονη απομάκρυνση και των αντίστοιχων υπουργών απ’ το Υπουργείο Παιδείας.

Η ειδοποιός διαφορά των πολιτικών που επιδιώκει να υλοποιήσει η σημερινή Υπουργός Παιδείας σε σχέση με τους δύο προκατόχους της, είναι ότι τον εξεταστικό μαραθώνιο μέσω της τράπεζας θεμάτων τον εφαρμόζει και στο ΕΠΑΛ. Η εφαρμογή ενός τέτοιου εξεταστικού συστήματος στο ΕΠΑΛ θα οδηγήσει σε σχολική αποτυχία σε πάνω απ’ το 80% των μαθητών.

Φυσικά ο στόχος των εξεταστικών συστημάτων δεν ήταν ούτε είναι να μετρήσουν το μαθησιακό επίπεδο των μαθητών για να πάρει το Υπουργείο Παιδείας μέτρα ενίσχυσης τους μέσω της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Ο κύριος στόχος είναι η αποθάρρυνση των μαθητών, αλλά και των γονιών τους, για συνέχιση των σπουδών στη Λυκειακή βαθμίδα (ΓΕΛ, αλλά και ΕΠΑΛ πλέον). Φυσικά για όσους δεν έχουν τη δυνατότητα να βάλουν βαθιά το χέρι στην τσέπη για φροντιστηριακή ενίσχυση δεν γεννάται λόγος για τη μοίρα τους . Η μοναδική διέξοδος που θα απομείνει, αν τελικά εφαρμοστούν αυτά τα μέτρα, για μια πολύ μεγάλη μερίδα μαθητών, θα είναι πλέον οι μεταγυμνασιακές Επαγγελματικής Σχολές Μαθητείας.

Αν εφαρμοστούν αυτές οι πολιτικές τα Λύκεια θα συρρικνωθούν, πολλά απ’ αυτά θα καταργηθούν ή θα συγχωνεύτούν. Ανάλογη, βέβαια, θα είναι η συρρίκνωση των αναγκών σε εκπαιδευτικό προσωπικό με ότι αυτό συνεπάγεται.

Β) Ιδιωτικοποίηση της εκπαίδευσης

Τις περισσότερες φορές όταν μιλάμε για ιδιωτικοποίηση κάποιου δημόσιου φορέα εννοούμε την μεταβίβαση του φορέα απ’ τον έλεγχο του δημοσίου στον έλεγχο κάποιου ιδιώτη επιχειρηματία.

Φυσικά και στην εκπαίδευση υπάρχει ο καθαρόαιμος ιδιωτικός επιχειρηματικός πυλώνας.

Όταν όμως μιλάμε για ιδιωτικοποίηση στην Δημόσια εκπαίδευση εννοούμε την εφαρμογή σύνθετων πολιτικών που δεν είναι άμεσα αντιληπτές απ’ τον πολύ κόσμο και έχουν σαν αποτέλεσμα την απομάκρυνση του κράτους απ’ την καθολική υποχρέωση παροχής εκπαίδευσης στους πολίτες του μέσω του δημόσιου σχολείου. Η απομάκρυνση αυτή αφορά την μετακύλιση μέρους του κόστους λειτουργίας του δημόσιου σχολείου στον πολίτη, την εκχώρηση μέρους της εκπαιδευτικής διαδικασίας σε άλλους φορείς που μπορεί να εποπτεύονται απ’ το ίδιο το Υπουργείο Παιδείας, αλλά να λειτουργούν με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια ή να είναι και ιδιώτες.

  • Η μείωση του προϋπολογισμού για την εκπαίδευση στο 2,6% - 2,8% των τελευταίων χρόνων, έχει δημιουργήσει ήδη ασφυκτικές συνθήκες στον δημόσιο πυλώνα της εκπαίδευσης. Η προσπάθεια των κυβερνήσεων να επιβάλλουν με διάφορους τρόπους και να θεσμοθετήσουν την συμμετοχή του επιχειρηματικού κεφαλαίου στην χρηματοδότηση της Δημόσιας εκπαίδευσης είναι έκδηλη τα τελευταία χρόνια. Στην τριτοβάθμια εκπαίδευση θεσμοθετήθηκε η χρηματοδότηση των ιδρυμάτων από τα επιχειρηματικά συμφέροντα στο όνομα των ερευνητικών προγραμμάτων και όχι μόνο. Στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια εκπαίδευση προβλήματα εξοπλισμού και λειτουργικών δαπανών των σχολείων επιλύονται με δωρεές και χορηγίες από «εύσχημους» επιχειρηματίες και εταιρίες. Περιπτώσεις όπως ο εξοπλισμός εργαστηρίων πληροφορικής και φυσικών επιστημών η χορήγηση πετρελαίου θέρμανσης για τις ανάγκες του χειμώνα των σχολικών συγκροτημάτων, είναι μερικά ενδεικτικά παραδείγματα. Το αποκορύφωμα αυτής της λογικής είναι οι επιχορηγήσεις εταιριώνδωρεάν υποτίθεται, υπηρεσιών και εξοπλισμού για τις ανάγκες της εκπαίδευσης στην περίοδο της πανδημίας. Η Υπουργός Παιδείας στις επίσημες ανακοινώσεις της για την λειτουργία των σχολείων στην περίοδο της πανδημίας μετατράπηκε σε επίσημο διαφημιστή μεγάλων επιχειρηματικών συμφερόντων για την δωρεάν, τάχατες, προσφορά τους σε λογισμικό εξ αποστάσεως εκπαίδευσης και … παγουρίνο. Πολυδιαφημισμένα είναι και τα προγράμματα «κοινωνικής ευθύνης» που εξαγγέλλουν οι διάφορες μεγάλες, κατά κύριο λόγο, εταιρίες. Όμως δεν πρέπει να ξεχνάει κανείς ότι ο επιχειρηματίας λειτουργεί μόνο με έναν βασικό νόμο και κανόνα. Το κέρδος !!!! Ότι φαίνεται να προσφέρει δωρεάν το παίρνει στο πολλαπλάσιο πίσω, από φοροαπαλλαγές, επικερδείς συμβάσεις που θα συνάψει με το δημόσιο, απαλλαγή από την υποχρέωση να πάρει μέτρα προστασίας στην επιχείρησή του για τους εργαζομένους και το περιβάλλον και άλλα πολλά.

  • Τα κάθε λογής Δημόσια ΙΕΚ της μεταδευτεροβάθμιας εκπαίδευσης που λειτουργούν, κατά κανόνα, για να προσφέρουν επαγγελματική κατάρτιση σε αποφοίτους του Γενικού Λυκείου, μόνο Δημόσια σχολεία δεν μπορούν να θεωρηθούν. Να θυμηθούμε ότι πριν το 2013 τα σχολεία αυτά είχαν δίδακτρα, όσο και αν το ποσό ήταν μικρό σε σχέση με τα αντίστοιχα ιδιωτικά. Εξακολουθούν όμως να μην παρέχουν δωρεάν βιβλία και δεν προβλέπεται μόνιμο εκπαιδευτικό προσωπικό αλλά ωρομίσθιοι εκπαιδευτές απ’ την ευρύτερη αγορά που πιστοποιούνται στον ΕΚΕΠΙΣ. Φυσικά τα σχολεία αυτά δεν αποτελούν μέρος της τυπικής εκπαίδευσης όπως ονομάζονται τα σχολεία της Πρωτοβάθμιας και της Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Ανήκουν στη Δια Βίου μάθηση όπως ονομάζεται η Επαγγελματική Κατάρτιση μετά την Δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Το ότι απευθύνονται σε ενήλικες είναι το άλλοθι για να λειτουργούν με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια.

  • Οι Επαγγελματικής Σχολές Κατάρτισης μετά το Γυμνάσιο, που ανακοίνωσε η Υπουργός Παιδείας στην συνάντησή της με το ΔΣ της ΟΛΜΕ, δεν θα ανήκουν στη δομή του δημόσιου συστήματος εκπαίδευσης, αλλά στην μη τυπική εκπαίδευση και θα λειτουργούν με βάση την μαθητεία «σε όλα τα ενδιαφερόμενα Υπουργεία, σε Επιμελητήρια, σε Οργανώσεις Εργοδοτών ή εργαζομένων ή στον Ιδιωτικό τομέα», όπως ευαγγελίζεται το πρόγραμμα της Νέας Δημοκρατίας. Αν υλοποιηθεί το πρόγραμμα της ΝΔ και οι εξαγγελίες της Κεραμέως, θα αναπτυχθεί μετά το Γυμνάσιο το μοντέλο κατάρτισης των σχολών μαθητείας του ΟΑΕΔ του Υπουργείου Εργασίας. Μόνο που θα επεκταθεί σε όλο το φάσμα των Υπουργείων και του ιδιωτικού τομέα. Όλα τα Κέντρα Επαγγελματικής Κατάρτισης που λειτουργούν σήμερα με παρασιτικό τρόπο θα μετασχηματισθούν σε μεταγυμνασιακές Επαγγελματικές Σχολές μαθητείας. Δεν θα μείνει έξω απ’ αυτό ούτε και η ΓΣΣΕ. Δεν ήταν τυχαία η συνάντηση της Κεραμέως με την ηγεσία της. Οι ειδήμονες βέβαια περιμένουν να μπουν στο παιγνίδι οι μεγάλες επιχειρήσεις στα πρότυπα της σχολής μαθητείας που ίδρυσε η ΤΡΑΙΝΟΣΕ στο επισκευαστικό της εργοστάσιο. Η χρηματοδότηση αυτής της προσπάθειας ακούει στο όνομα ΕΣΠΑ. Η μεγαλύτερη πίτα των χρηματοδοτήσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης μέσω του ΕΣΠΑ που αφορά την εκπαίδευση θα απορροφηθεί σ’ αυτόν τον τομέα. Ο αντικειμενικός στόχος είναι η συρρίκνωση του Δημόσιου πυλώνα της Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και η παράδοση της Επαγγελματικής Κατάρτισης στις επιχειρήσεις προς όφελος της κερδοφορίας τους. Άλλωστε η «προώθηση της μάθησης στο χώρο εργασίας, σε όλες τις μορφές της, με ιδιαίτερη προσοχή στα προγράμματα μαθητείας, με τη συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων, επιχειρήσεων, επιμελητηρίων και παρόχων επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης (Ρίγα 2015)», αποτελεί κεντρικό στρατηγικό στόχο της εκπαιδευτικής πολιτικής στην Ευρωπαϊκή Ένωση για την Τεχνική Επαγγελματική Εκπαίδευση και Κατάρτιση.

Ο θεσμός της μαθητείας ως μορφή επαγγελματικής κατάρτισης θα αποτελέσει φυσικά τον κύριο κορμό στο πρόγραμμα σπουδών αυτών των σχολών.

Γιατί η μαθητεία αποτελεί πυλώνα ιδιωτικοποίησης της εκπαίδευσης και δεν μπορεί να αντικαταστήσει την διδασκαλία στο σχολείο;

  • Η μαθητεία στην επιχείρηση έρχεται να αντικαταστήσει σε πολύ μεγάλο βαθμό την εργαστηριακή εκπαίδευση του σχολείου. Για αυτό τον λόγο η επιχείρηση ονομάζεται και επισήμως εκπαιδευτική δομή (άρθρο 1Α Πλαίσιο Ποιότητας Μαθητείας ΦΕΚ 491/Β/20-2-2017). Η μείωση του προγράμματος σπουδών στους τομείς και τις ειδικότητες του ΕΠΑΛ δεν μεταφέρθηκε σε καμιά Δημόσια δομή εκπαίδευσης. Δεν δημιουργήθηκε για παράδειγμα τέταρτο έτος επαγγελματικής εκπαίδευσης με ευθύνη του ΕΠΑΛ. Μεταφέρθηκε στην επιχείρηση μέσω της μαθητείας πάλι με την ευθύνη του ΕΠΑΛ. Η ιδιωτικοποίηση ενός σημαντικού μέρους της εκπαιδευτικής διαδικασίας του δημόσιου σχολείου είναι γεγονός. Μεταφέρθηκε στον ιδιωτικό τομέα με παράλληλη μείωση των αναγκαίων δαπανών για εξοπλισμό και εκπαιδευτικό προσωπικό του δημόσιου σχολείου.

  • Είναι παράλογος ο ισχυρισμός ότι στην επιχείρηση μαθαίνει καλύτερα ο μαθητής αφού βρίσκεται στον φυσικό χώρο της ειδικότητας που σπουδάζει. Γιατί καμιά παραγωγική διαδικασία δεν καλύπτει όλο το φάσμα των γνώσεων ενός πλήρους επαγγελματικού προγράμματος σπουδών μιας ειδικότητας. Επίσης ο μαθητής ακολουθεί αναγκαστικά τις ανάγκες της παραγωγικής διαδικασίας της επιχείρησης που στις περισσότερες φορές είναι αποσπασματική και φυσικά δεν πραγματοποιείται με μια σειρά που να ανταποκρίνεται σε μια δομημένη διαδικασία διδασκαλίας σύμφωνα με τις ανάγκες του μαθητή με αρχή μέση και τέλος.

Ο μαθητευόμενος αναγκαστικά μαθαίνει αυτά που έχει ανάγκη η επιχείρηση για την παραγωγική της διαδικασία. Άλλωστε το Εθνικό Στρατηγικό Πλαίσιο για την Αναβάθμιση της Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης και της Μαθητείας είναι αποκαλυπτικό. «Ο μαθητευόμενος εκπαιδεύεται σε ειδικότητα βάσει συγκεκριμένου προγράμματος και εξειδικεύεται σε αντικείμενο το οποίο ενδιαφέρει την επιχείρηση σε συνεργασία με το σχολείο και τους εκπαιδευτικούς», αναφέρει το κείμενο. Δηλαδή ο μαθητευόμενος και το σχολείο στην υπηρεσία της επιχείρησης.

Προφανώς μετά την ολοκλήρωση των σπουδών στο σχολείο θα πρέπει να υπάρχει πρόγραμμα πρακτικής άσκησης των αποφοίτων της Επαγγελματικής Εκπαίδευσης σε επιχείρηση της ειδικότητάς τους , με οργανωμένο τρόπο, και με πλήρη εργασιακά δικαιώματα.

  • Φυσικά είναι αστείος ο ισχυρισμός ότι η μαθητεία θα μειώσει την ανεργία. Η Μαθητεία δεν δημιουργεί από μόνη της θέσεις εργασίας. Θέσεις εργασίας μπορεί να δημιουργεί μόνο η οικονομική πραγματικότητα της χώρας η οποία όχι μόνο δεν δημιουργεί αλλά καταστρέφει θέσεις εργασίας. Η μαθητεία θα οδηγήσει σε ανακύκλωση ενός ιδιόμορφου επιδοτούμενου εργατικού προσωπικού. Η μαθητεία επίσης θα οδηγήσει σε απολύσεις μεγαλύτερων και παλαιότερων εργαζόμενων Οι μαθητευόμενοι που θα κατοχυρώνουν θέσεις εργασίας θα είναι η εξαίρεση και όχι ο κανόνας.

Το αποκορύφωμα της ιδιωτικοποίησης της Δημόσιας εκπαίδευσης θα αποτελέσει η χρηματοδότηση του ιδιωτικού τομέα της εκπαίδευσης απ’ τον κρατικό προϋπολογισμό με τους ίδιους όρους που αφορούν στον δημόσιο πυλώνα. Αυτό θα οδηγήσει τον δημόσιο πυλώνα εκπαίδευσης να λειτουργήσει με απόλυτα ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια ανταγωνιζόμενος τον αντίστοιχο ιδιωτικό τομέα.

Η ελεύθερη επιλογή σχολείου που απαιτεί ο ΣΕΒ και ο ΟΟΣΑ και κατ’ επέκταση η εφαρμογή συστήματος κατανομής των χρημάτων του κρατικού προϋπολογισμού με βάση την αρχή «τα χρήματα ακολουθούν το μαθητή» βάσει των εκπαιδευτικών αποτελεσμάτων των σχολείων που θα λογοδοτούν με βάση την επίδοση των μαθητών τους, θα δημιουργήσει συνθήκες άμεσης μεταφοράς πόρων του κρατικού προϋπολογισμού απ’ το Δημόσιο σχολείο στους σχολάρχες των ιδιωτικών σχολείων.

Ο απόλυτος μηχανισμός για να υλοποιηθεί αυτός ο στρατηγικός στόχος της οικονομικής ολιγαρχίας είναι ο μηχανισμός της αξιολόγησης της σχολικής μονάδας που θα πραγματοποιηθεί με βάση τα εκπαιδευτικά αποτελέσματα επίδοσης των μαθητών μέσω «αντικειμενικών» εξεταστικών διαδικασιών που θα διασφαλίζουν «ότι όλοι οι μαθητές αξιολογούνται για την ίδια εργασία και τα αποτελέσματα μετρώνται βάσει των ίδιων προτύπων» σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ. Το εξεταστικό σύστημα με βάση την τράπεζα θεμάτων που θεσμοθετήθηκε πρώτα το 2013 απ’ τον Αρβανιτόπουλο, επανήλθε απ’ τον Γαβρόγλου για την Γ’ Γενικού Λυκείου, και επεκτάθηκε πρόσφατα απ’ την Κεραμέως σε όλες τις τάξεις και των δυο τύπων Λυκείου (ΓΕΛ και ΕΠΑΛ) αποτελεί εκτός των άλλων και τον βασικό μηχανισμό αξιολόγησης των σχολικών μονάδων με βάση τις επιδόσεις των μαθητών.

Με την «ανάπτυξη συστημάτων αξιολόγησης, σε εθνικό επίπεδο και σε επίπεδο μονάδας, τα αποτελέσματα της οποίας θα δημοσιοποιούνται από δημόσια και ιδιωτικά σχολεία σε ένα πλαίσιο διαφάνειας και θα αξιοποιούνται κυρίως ως πηγή πληροφόρησης», όπως απαιτεί ο ΣΕΒ, οι γονείς θα μπορούν πλέον να επιλέξουν το σχολείο που θα φοιτήσει το παιδί τους μεταφέροντας και τους αντίστοιχους οικονομικούς πόρους (βάουτσερ) στον κουμπαρά του σχολείου.

Με αυτόν τον τρόπο κάθε σχολική μονάδα θα μετατραπεί σε αυτόνομη οικονομική μονάδα που θα ανταγωνίζεται με όλες τις άλλες (δημόσιες και ιδιωτικές) για την προσέλευση μαθητών και κατ’ επέκταση οικονομικών πόρων. Επειδή ο κρατικός κορβανάς δεν θα επαρκεί για την κάλυψη των αναγκών των σχολείων, στο πλαίσιο του άκρατου ανταγωνισμού, οι διευθυντές και οι εκπαιδευτικοί των Δημόσιων σχολείων θα αναγκαστούν να βρουν τους απαραίτητος πόρους μέσω χορηγών και δωρητών, γιατί αλλιώς θα διακινδυνεύσει το ίδιο το σχολείο και φυσικά η εργασία τους. Με αυτούς τους όρους η ιδιωτικοποίηση του δημόσιου σχολείου θα έχει συντελεστεί.

Συμπερασματικά μπορούμε αβίαστα να πούμε ότι η συρρίκνωση του Δημόσιου σχολείου πραγματοποιείται με απώτερο στόχο την άμεση ή έμμεση ιδιωτικοποίηση της Δημόσιας εκπαίδευσης. Για αυτό και οι προσπάθειες για την κατάργηση του άρθρου 16 του συντάγματος που ορίζει ότι η πολιτεία είναι υποχρεωμένη να παρέχει Δημόσια Εκπαίδευση. Δεν είναι τυχαία η αναφορά του ΣΕΒ για «Αντικατάσταση του άρθρου 16 του Συντάγματος με το άρθρο 14 του χάρτη των θεμελιωδών δικαιωμάτων, που έχει κυρωθεί από την Ελληνική Βουλή με το Ν3671/2008.

Γ) Δημιουργία του κατάλληλου εργατικού δυναμικού που έχουν ανάγκη οι επιχειρήσεις, σύμφωνα με το μοντέλο ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας και τη θέση της στο διεθνή καταμερισμό εργασίας.

Η κυβερνητική πολιτική δεν σχεδιάζει μόνο να μεταφέρει ένα μεγάλο κομμάτι της πίτας της Δημόσιας εκπαίδευσης στον ιδιωτικό τομέα. Σχεδιάζει και με βάση τις ανάγκες των επιχειρήσεων σε εργατικό δυναμικό, σύμφωνα με το επίπεδο ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας και την θέση της στον διεθνή καταμερισμό εργασίας. Προφανώς κανείς απ’ αυτούς δεν σκέφτεται την αυτοδύναμη ανάπτυξη της χώρας, την πλήρη ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων στους τομείς που έχει πλεονέκτημα και δυνατότητα να αναπτύξει αυτή η χώρα.

Ας δούμε λίγο την οικονομική πραγματικότητα της χώρας.

Είναι κοινή παραδοχή ότι τα τελευταία 30 χρόνια έχει συντελεστεί η μεγαλύτερη αποβιομηχάνιση της χώρας στα νεώτερα χρόνια.
 

ΕΤΟΣ

ΠΡΩΤΟΓΕΝΗΣ ΤΟΜΕΑΣ (ΠΟΣΟΣΤΟ ΑΕΠ%)

ΔΕΥΤΕΡΟΓΕΝΗΣ ΤΟΜΕΑΣ (ΠΟΣΟΣΤΟ ΑΕΠ%)

ΤΟΜΕΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ (ΠΟΣΟΣΤΟ ΑΕΠ%)

1980

25%

15%

60%

2017

3%

6%

91%

 

Αυτός ο πίνακας δείχνει την αποδόμηση της πραγματικής παραγωγικής βάσης της χώρας μετά την είσοδό της στην ΕΕ. Ο κύκλος εργασιών και συνεπώς οι αντίστοιχες θέσεις εργασίας μειώνονται πολύ στον Πρωτογενή (αγροτική οικονομία-πρώτες ύλες) και Δευτερογενή τομέα (μεταποίηση) και αυξάνουν στον Τριτογενή τομέα της οικονομίας, δηλαδή στις υπηρεσίες. Ο Τουρισμός έγινε η μοναδική «βαριά» βιομηχανία της χώρας. Φυσικά τώρα, εν μέσω πανδημίας και την κατάρρευση του τουρισμού, όλοι αυτοί που έφεραν την χώρα σ’ αυτήν την κατάσταση αναγνωρίζουν ότι η χώρα ακολούθησε λάθος μοντέλο ανάπτυξης. Ακόμα και ΣΕΒ αναφέρει ότι «Η αποβιομηχάνιση σηματοδότησε την υποχώρηση της ικανότητας της χώρας να ακολουθήσει την ανάπτυξη της υπόλοιπης ΕΕ, τουλάχιστον. Χωρίς μια ισχυρή εγχώρια μεταποιητική βάση, η χώρα έχασε τις δεξιότητες να αναπτυχθεί μακροχρόνια και να συμμετάσχει με αξιώσεις σε διεθνείς παραγωγικές αλυσίδες. (Μάρτιος 2019)»

Βέβαια η κατάρρευση του πρωτογενή τομέα της οικονομίας (κύρια αγροτική παραγωγή) και της μεταποίησης (βιομηχανικός τομέας), είχε προβλεφτεί από τις αναλύσεις των κομμάτων της κομμουνιστικής αριστεράς, ακόμη και του προκυβερνητικού ΠΑΣΟΚ, ως συνέπειες της εισόδου της χώρας στην τότε ΕΟΚ και μετέπειτα ΕΕ,.

Ο πίνακας αυτός δείχνει επίσης μια απ’ τις βασικές αιτίες της χρεοκοπίας της χώρας. Μια χώρα χωρίς παραγωγική βάση δεν έχει καμιά ελπίδα να σταθεί οικονομικά για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα. Όταν τα βασικότερα αγαθά εισάγονται στη χώρα, ακόμη και τα αγροτικά προϊόντα που όχι μόνο ήμασταν αυτάρκεις, αλλά κάναμε και εξαγωγές και αντίστοιχα οι εξαγωγές της χώρας στο σύνολό τους είναι ελάχιστες, η οικονομική χρεωκοπία είναι θέμα χρόνου.

Επίσης βασικότατη ευθύνη για την οικονομική κατάσταση της χώρας φέρουν οι επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα της οικονομίας. Πολύς λόγος έχει γίνει για την 83η θέση στην κατάταξη του δείκτη ανταγωνιστικότητας της χώρας σε σύγκριση 139 χωρών. Τα στοιχεία του παρακάτω πίνακα και του γραφήματος αντίστοιχα, δείχνουν ότι σε επίπεδο εκπαιδευμένου εργατικού δυναμικού η χώρα βρίσκεται σε υψηλή θέση κατάταξης σε σχέση με τον δείκτη ανταγωνιστικότητας, ενώ στον αντίποδα βρίσκονται οι επιχειρήσεις.

Η ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΤΟ 2010

(Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ)

ΓΕΝΙΚΗ ΚΑΤΑΤΑΞΗ

83η Θέση σε 139 Χώρες

Διαθεσιμότητα ικανών Επιστημόνων / Μηχανικών

21η Θέση

Ποιότητα σπουδών Θετικών Επιστημών

56η Θέση

Δυνατότητα Επιχειρήσεων να αξιοποιούν Νέες Τεχνολογίες

105η Θέση

Ηθική Συμπεριφορά επιχειρήσεων

106η Θέση

Δυνατότητα Επιχειρήσεων να εισάγουν Νέες Τεχνολογίες απ’ το εξωτερικό

109η Θέση

Επενδύσεις Επιχειρήσεων στην Έρευνα και Τεχνολογία

126η Θέση

Μάλιστα ο δείκτης ανταγωνιστικότητας της χώρας πέφτει και μετά το 2010 παρά τα υποτιθέμενα μέτρα (μνημόνια) για την αύξηση της και παρά την διάλυση των εργασιακών δικαιωμάτων των εργαζομένων, των κοινωνικών καταχτήσεων του κόσμου της εργασίας στην υγεία στην ασφάλεια στη σύνταξη κλπ, και την κατάρρευση του εισοδήματος του, που έχει οδηγήσει σε πτώση πάνω απ’ το 50% της αγοραστικής του δύναμης.

Αυτά τα στοιχεία τα ήξεραν οι Ελληνικές κυβερνήσεις, αλλά και οι ιθύνοντες της ΕΕ.

Πολύ χαρακτηριστικά και σε ανύποπτο χρόνο πριν από την κρίση (2004), η Ευρωπαϊκή Έρευνα για την Καινοτομία , ανέφερε το εξής για την Ελλάδα: «Η σχέση μεταξύ των επιδόσεων της καινοτομίας και του εγχώριου ΑΕΠ αναδεικνύει καθαρά ότι η οικονομική ανάπτυξη είναι βασισμένη σε άλλες πηγές παρά στην καινοτομική παραγωγή και αυτό είναι πιθανόν να δημιουργήσει σημαντικό κίνδυνο για την μελλοντική ανταγωνιστικότητα της Χώρας».

Γίνεται αντιληπτό ότι δυναμική αύξηση των θέσεων εργασίας και κατ’ επέκταση πραγματική μείωση της ανεργίας χωρίς οικονομική ανάπτυξη σε όλους τους τομείς της οικονομίας δεν είναι δυνατή

Θα περίμενε κανείς ότι οι κυβερνήσεις της χώρας μετά την μεγαλύτερη οικονομική περιπέτεια στη σύγχρονη ιστορία της, αν μη τι άλλο, θα σχεδίαζαν ένα πρόγραμμα παραγωγικής ανασυγκρότησης. Δεν ήταν λίγες οι φορές που οι κυβερνητικοί ιθύνοντες ρωτήθηκαν από αστούς δημοσιογράφους για το σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης που προτείνουν τα κόμματα τους. Οι απαντήσεις μονότονες. Δημιουργούμε τις προϋποθέσεις για επενδύσεις. Επενδύσεις σε ποιους παραγωγικούς τομείς της οικονομίας; Κουβέντα επ’ αυτού. Προφανώς περιμένουν τους ξένους οικονομικούς ομίλους να επενδύσουν σε μονάδες τις δικής τους αρεσκείας εκμεταλλευόμενοι την διάλυση του κόστους εργασίας και των εργασιακών σχέσεων. Άλλωστε οι οικονομικές ζώνες, όπου το νομικό πλαίσιο προστασίας των εργασιακών δικαιωμάτων θα είναι ανενεργό, έχουν αποτυπωθεί νομοθετικά στα διάφορα μνημόνια που έχουν ψηφίσει οι κυβερνήσεις στα τελευταία χρόνια. Βέβαια, τελικά, όλη η χώρα έχει μετατραπεί σε μια απέραντη οικονομική ζώνη όπου επικρατεί εργασιακή ζούγκλα για τους εργαζόμενους, τόσο στο οικονομικό επίπεδο, όσο και σε αυτό των εργασιακών δικαιωμάτων.

Άρα όταν μιλάνε για οικονομική ανάπτυξη, εννοούν αυτήν που θα στηρίζεται κατά βάση στην έκταση παραγωγής, δηλαδή στη γραμμή παραγωγής, που εκ των πραγμάτων δεν χρειάζεται εργατικό δυναμικό υψηλής ειδίκευσης.

Ως εκ τούτου δεν χρειάζεται το τόσο υψηλό ποσοστό επιστημονικού δυναμικού που διαθέτει η χώρα. Κατ’ επέκταση πρέπει να μειωθεί η «παραγωγή» επιστημόνων, που θα πραγματοποιηθεί με την μείωση της εισαγωγής αποφοίτων της Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στην Τριτοβάθμια εκπαίδευση, μέσω άμεσων μέτρων για αρχή (βάση του 10 για παράδειγμα), και μέσομακροπρόθεσμων μέσω της συρρίκνωσης της Λυκειακής βαθμίδας.

Αυτό που προέχει είναι η δημιουργία μαζικού εργατικού δυναμικού χαμηλής εξειδίκευσης που θα μπορούν να στελεχώσουν μονάδες γραμμής παραγωγής, θα είναι φτηνοί ως αξία εργατικής δύναμης και φυσικά αναλώσιμοι.

Αυτό το εργατικό δυναμικό θα «παραχθεί» κατά βάση απ’ τις Επαγγελματικές Σχολές Μαθητείας που σχεδιάζουν και φυσικά θέλουν να είναι μαζικές. Αυτοί οι απόφοιτοι θα είναι του επιπέδου 3 του Εθνικού Πλαισίου Προσόντων που λείπει σήμερα απ’ την αγορά εργασίας και ο ΣΕΒ ζητάει επιμόνως αυτή η παράληψη να τακτοποιηθεί.

Το μαθητικό δυναμικό των Επαγγελματικών Σχολών Μαθητείας θα προέλθει, κατά βάση, απ’ τους σημερινούς μαθητές των ΕΠΑΛ που δεν θα μπορούν να ανταπεξέλθουν στο εξεταστικό σύστημα μέσω της τράπεζας θεμάτων που εισάγει η Κεραμέως στα Επαγγελματικά Λύκεια.

Με τον τρόπο αυτόν θα επέλθει και η «αναβάθμιση» των ΕΠΑΛ ως προς το μαθησιακό επίπεδο του μαθητικού πληθυσμού που φοιτά εκεί, αφού ο μαθητικός πληθυσμός θα αντικατασταθεί με μαθητές του μέσου μαθησιακού επιπέδου του σημερινού Γενικού Λυκείου, αφού θα τους είναι πολύ πιο δύσκολο πλέον να τα καταφέρουν στο ΓΕΛ, λόγω του αντίστοιχου εξεταστικού αρμαγεδδώνα, που επίσης προβλέπεται απ’ τον νόμο Κεραμέως.

Φυσικά οι αναδιαρθρώσεις δεν θα σταματήσουν εδώ.

Η μελέτη του ΣΕΒ διαπιστώνει ότι οι «μεγαλύτερες ελλείψεις σε δεξιότητες αφορούν στα επαγγέλματα μεσαίων προσόντων», δηλαδή στα επίπεδα επαγγελματικών προσόντων 3,4και 5 (Επαγγελματικές Σχολές, Επαγγελματικά Λύκεια, Μεταλυκειακή Επαγγελματική κατάρτιση) που της αποδίδει «στις ανεπάρκειες της τεχνικής – επαγγελματικής εκπαίδευσης και στην ελλιπή σύνδεση της παρεχόμενης εκπαίδευσης με τις πραγματικές ανάγκες της αγοράς εργασίας» Σύμφωνα με αυτές τις διαπιστώσεις προτείνει μέτρα όπως:

  • «Οργανωτική συνένωση εκπαιδευτικών μονάδων, με στόχο την αναβάθμιση της παρεχόμενης εκπαίδευσης και κατάρτισης και τη σύνδεσή της με τις τοπικές επιχειρήσεις, με τη θεσμοθέτηση Εκπαιδευτικών Οργανισμών Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης. Είναι σκόπιμο σε αυτούς τους Οργανισμούς να ενσωματωθούν οργανικά οι υφιστάμενες και οι νέες μονάδες Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης (ΕΠΑΛ, ΙΕΚ, Εργαστηριακά Κέντρα27, κ.λπ.) και στη διοίκησή τους να συμμετέχουν εκπαιδευτικοί και εκπρόσωποι της τοπικής αυτοδιοίκησης και των παραγωγικών φορέων»

Η διοικητική συνένωση του ΕΠΑΛ σε ένα ενιαίο σύστημα με τη Δια Βίου Μάθηση ξεκίνησε επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΣΑ-ΑΝΕΛ με επικεφαλής τον τότε υφυπουργό Μπαξεβανάκη. Το ενιαίο σύστημα Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης (ΕΕΚ) είναι βασικός στόχος των πολιτικών της ΕΕ και του ΟΟΣΑ. Προφανώς δεν υλοποιήθηκε όπως έπρεπε αυτός ο σχεδιασμός και ο ΣΕΒ επανέρχεται.

  • «Υιοθέτηση ευέλικτου Συστήματος Μαθητείας, με βάση το δυικό μοντέλο, ως εναλλακτική μέθοδος εκπαίδευσης και κατάρτισης σε όλες τις ειδικότητες της Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης, καταρχήν στα επίπεδα 3, 4 και 5 του Εθνικού Πλαισίου Προσόντων»

  • «Τα προγράμματα σπουδών να είναι δομημένα με το σύστημα πιστωτικών μονάδων και να περιλαμβάνουν περίοδο πρακτικής άσκησης (όταν δεν προβλέπεται μαθητεία), με συγκεκριμένα ποιοτικά χαρακτηριστικά (προσδιορισμένα μαθησιακά αποτελέσματα, αξιολόγηση και απόδοση πιστωτικών μονάδων, όπου αυτό είναι εφικτό».

Ο σχεδιασμός των προγραμμάτων σπουδών της Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης με σπονδυλωτό τρόπο και δομημένα με το σύστημα των πιστωτικών μονάδων ECVET δεν είναι καινούριος. Ο νόμος για την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του Αρβανιτόπουλου το 2013, αλλά και ο αντίστοιχος του Γαβρόγλου έβαζαν τους ίδιους στόχους.

Το σύστημα των πιστωτικών μονάδων οδηγεί στον κατακερματισμό και στην εξατομίκευση των επαγγελματικών προσόντων, που οδηγεί με τη σειρά του στην εξατομίκευση των συμβάσεων εργασίας. Οι τίτλοι σπουδών από μόνοι τους δεν θα πιστοποιούν συγκεκριμένα επαγγελματικά δικαιώματα αλλά θα αποτελούν μια βασική προϋπόθεση για την ένταξη σε ένα ή περισσότερα επίπεδα του Εθνικού Πλαισίου Προσόντων. Το σύστημα πιστωτικών μονάδων ECVET για την Επαγγελματική Εκπαίδευση και Κατάρτιση μαζί με το αντίστοιχο σύστημα ECTS που χρησιμοποιείται ήδη ευρέως στην ανώτατη εκπαίδευση, θα παίξουν καθοριστικό ρόλο στην ένταξη των εργαζόμενων σε ένα ή και παραπάνω επίπεδα του Εθνικού Πλαισίου Προσόντων, αλλά και στη κατηγοριοποίηση των εργαζομένων, με βάση τις πιστωτικές μονάδες που κατέχουν, στο πλαίσιο ενός επιπέδου. Ο απώτερος στόχος όλης αυτής της διαδικασίας είναι η μείωση του εργασιακού κόστους ανά μονάδα εργασίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση (Απόφαση της Λισαβόνας), με την κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας. Στο μέλλον δεν θα υπάρχουν εργαζόμενοι με επαγγελματικά δικαιώματα με βάση τις σπουδές τους, αλλά εργαζόμενοι με «ομαδοποιημένα προσόντα» που θα εντάσσονται σε μια ή περισσότερες κατηγορίες προσόντων με τέτοιο τρόπο που σε κάθε κατηγορία θα διαφοροποιούνται μεταξύ τους με βάση τον αριθμό των πιστωτικών μονάδων που θα συγκεντρώνουν κάθε φορά.

Φυσικά η κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας και η καθιέρωση της ατομικής σύμβασης εργασίας έχει καθιερωθεί ντε φάκτο στην ελληνική αγορά εργασίας, ελέω μνημονίων στο όνομα της χρεωκοπίας. Όμως αυτή η εργασιακή πραγματικότητα θα τυποποιηθεί και θα καθιερωθεί στο άμεσο μέλλον μέσω των αναδιαρθρώσεων στην εκπαίδευση.

Δεν ξέρουμε βέβαια σε πιο βάθος θα αποτυπωθούν αυτοί οι σχεδιασμοί στο νέο σχέδιο νόμου που ετοιμάζει η Κεραμέως και διατυμπανίζει ο Μητσοτάκης για την «σύγχρονη» Επαγγελματική Εκπαίδευση και κατάρτιση.

Ένα είναι σίγουρο. Ότι αυτές οι πολιτικές εφαρμόζονται κατά παραγγελία της οικονομικής τάξης πραγμάτων της χώρας και των υπερεθνικών οργανισμών της οικονομικής ολιγαρχίας, του ΟΟΣΑ και της ΕΕ.

Απέναντι σ’ αυτές τις πολιτικές πρέπει να αντιπαρατάξουμε τη λογική των αναγκών των εργαζομένων για την ολόπλευρη μόρφωσή τους και την διεκδίκηση μιας κοινωνίας που θα λειτουργεί προς όφελος του λαού:

Άλλωστε η τερατώδης ανάπτυξη των νέων τεχνολογιών δημιούργησε νέα δεδομένα. Πολλές επαγγελματικές δραστηριότητες, που άλλοτε απαιτούσαν εμπειρικές γνώσεις ή γνώσεις επιπέδου δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, συρρικνώθηκαν δραματικά, ενώ στις περισσότερες οι τεχνολογικές εξελίξεις ανάγκασαν τους εργαζόμενους να κάνουν αγώνα δρόμου για να μπορέσουν να παραμείνουν ενεργοί στην επαγγελματική τους δραστηριότητα. Αυτοί που δεν τα κατάφεραν άλλαξαν αντικείμενο εργασίας ή έμειναν άνεργοι.

Η νέα επαγγελματική πραγματικότητα, απαιτεί καλές θεωρητικές γνώσεις για την κατανόηση των νέων δεδομένων και την ανάπτυξη δεξιοτήτων στις εφαρμογές των νέων τεχνολογιών, που είναι διάσπαρτες πλέον σε όλα τα σύγχρονα επαγγέλματα.

Η εποχή που κάποιος μάθαινε το επάγγελμά του εργαζόμενος δίπλα σε κάποιον έμπειρο επαγγελματία έχει περάσει χωρίς επιστροφή.

Το σχολείο, στις σημερινές συνθήκες, οφείλει να γνωρίσει σε όλους τους μαθητές τα βασικά στοιχεία όλων των εφαρμοσμένων και ανθρωπιστικών επιστημών, αλλά και τα βασικά στοιχεία της βιομηχανικής, αγροτικής παραγωγής και της αναπτυσσόμενης τεχνολογίας. Μόνο αυτή η ενιαία μόρφωση θα συνδέσει δημιουργικά το σύστημα, το περιεχόμενο, τη μέθοδο εργασίας, της γενικής μόρφωσης με τις νέες συνθήκες και τις απαραίτητες ανάγκες της σημερινής παραγωγής και μίας ανάπτυξης σε όφελος των ανθρώπων και όχι των κερδών.

Η Μέση Εκπαίδευση πρέπει να ενιαιοποιηθεί. Πρέπει να γίνει επιστημονικά τεχνική, στην ευρύτατη σημασία της λέξης, που θα ολοκληρώνει και θα ολοκληρώνεται με γερή γενική – ανθρωπιστική μόρφωση.

Πρέπει να καλλιεργεί θεωρητικά και πρακτικά την αντίληψη πως η Ελλάδα έχει όλες τις δυνατότητες και όλες τις προϋποθέσεις ν’ αναπτύξει σε μεγάλο βαθμό τις παραγωγικές της δυνάμεις και πως ο ελληνικός λαός, με την εργασία του και με τη βοήθεια της επιστήμης και της τεχνικής, μπορεί να εκμεταλλευτεί απεριόριστα τις πλουτοπαραγωγικές του πηγές και το γεωφυσικό του χώρο, να αυξήσει το εισόδημά του και ν’ ανεβάσει πολύ υψηλά το βιοτικό και πολιτιστικό του επίπεδο.
Κάτω από αυτό το πνεύμα, και με βάση αυτό το σκεπτικό, η Ενιαία Μέση Εκπαίδευση θα δίνει επιστημονικά βασισμένη τεχνική εκπαίδευση, που θ’ ανταποκρίνεται στο φλέγον ζήτημα του να θέτει τις βάσεις για την κατάρτιση των στελεχών για την εκβιομηχάνιση της χώρας, την αγροτική της οικονομία, τη μηχανοποίηση της εργασίας και για τις λοιπές κοινωνικές δραστηριότητες. Μόνο με αυτή την ενιαιοποιημένη μορφή η Μέση Εκπαίδευση θα ετοιμάζει τα παιδιά για το μέλλον, αφού βέβαια αποστολή της Μέσης Παιδείας είναι να ετοιμάσει τη νεολαία που θα δράσει με αυτήν την προοπτική.

Είναι αναγκαίο, όσο ποτέ άλλοτε, ο νέος άνθρωπος να έχει όλες τις γενικές γνώσεις που απαιτούνται, όχι μόνο για να μπορεί να κατανοήσει το γνωστικό αντικείμενο ενός επαγγέλματος σήμερα, αλλά να μπορεί να κατανοήσει και να αφομοιώσει τις τεχνολογικές εξελίξεις που θα έλθουν αύριο.

Αυτή η νέα πραγματικότητα οδηγεί στην αναγκαιότητα καθιέρωσης 12χρονης υποχρεωτικής εκπαίδευσης με δίχρονη υποχρεωτική προσχολική αγωγή, με παράλληλη μετακίνηση της επαγγελματικής εξειδίκευσης για μετά το 12χρονο υποχρεωτικό σχολείο.

Το επαγγελματικό σχολείο μετά την 12χρονη υποχρεωτική εκπαίδευση πρέπει να είναι διετές, δημόσιο ενταγμένο στο Υπουργείο Παιδείας, με μόνιμο εκπαιδευτικό προσωπικό και όρους λειτουργίας του δημόσιου σχολείου της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Ο στόχος αυτού του σχολείου πρέπει να είναι η εκπαίδευση των μαθητών για την απόκτηση ολοκληρωμένων γνώσεων (θεωρητικών και δεξιοτήτων) ενός ολοκληρωμένου γνωστικού αντικειμένου που ορίζεται ως επάγγελμα. Σε καμιά περίπτωση δεν θα ενσωματώνει στο πρόγραμμα σπουδών του, προγράμματα μαθητείας.

Να επαναλάβουμε ότι μετά την ολοκλήρωση των σπουδών στο Επαγγελματικό σχολείο θα πρέπει να υπάρχει πρόγραμμα πρακτικής άσκησης των αποφοίτων, σε επιχείρηση της ειδικότητάς τους , με οργανωμένο τρόπο, και με πλήρη εργασιακά δικαιώματα

Οι πτυχιούχοι του Επαγγελματικού Σχολείου θα πρέπει να έχουν την δυνατότητα πρόσβασης στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση.

Το επαγγελματικό πτυχίο του σχολείου αυτού πρέπει να παραπέμπει σε συγκεκριμένα επαγγελματικά δικαιώματα.

Όλοι οι άλλοι θεσμοί Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης πρέπει να καταργηθούν.

Η Δευτεροβάθμια εκπαίδευση πρέπει να μετατραπεί σε ένα Πολυεπιστημονικό Σχολείο, που να είναι απαλλαγμένο απ’ το σημερινό εξετασιοκενρικό του χαρακτήρα, με αυτοδύναμο εκπαιδευτικό και παιδαγωγικό ρόλο, που ΔΕΝ θα λειτουργεί ως προθάλαμος για την τριτοβάθμια εκπαίδευση.

Το σχολείο αυτό πρέπει να έχει ως αντικειμενικούς στόχους:

  1. Την ανάπτυξη μιας ευρύτερης παιδείας με την κατάκτηση των πολιτισμικών αξιών της ανθρωπότητας.

  2. Την ανάπτυξη της κριτικής του ικανότητας.

  3. Την κατάκτηση της γενικής γνώσης που έχει ανάγκη ο νέος άνθρωπος για να μπορεί να κατανοήσει τον κόσμο και φυσικά τις σύγχρονες τεχνολογικές εξελίξεις.

  4. Την απόκτηση Βασικών γνώσεων και δεξιοτήτων των σύγχρονων τομέων της βιομηχανικής, αγροτικής παραγωγής και της αναπτυσσόμενης τεχνολογίας.

Μέσα στο πρόγραμμα αυτού του σχολείου πρέπει να διαχέονται οι βασικές γνώσεις των σύγχρονων επιστημών και τεχνολογιών, που πολλές απ’ αυτές μπορεί να διδάσκονται και μέσω εργαστηριακών μαθημάτων.

Στα πλαίσια αυτού του σχολείου πρέπει να υπάρχει ένα σύγχρονο δίκτυο που με επιστημονικούς τρόπους να αναδεικνύει τα ενδιαφέροντα και τις κλίσεις των μαθητών, για να μπορούν οι ίδιοι στη συνέχεια να επιλέξουν, ανάλογα με τις δυνατότητες και τα ενδιαφέροντά τους, τον τομέα επαγγελματικών δραστηριοτήτων που προτιμούν.

Είναι αυτονόητο ότι στο σχολείο αυτό πρέπει να εφαρμόζεται ένα δίκτυο ενίσχυσης των «αδύνατων» μαθητών, λειτουργικά και δομικά ενταγμένο μέσα στη λειτουργία του σχολείου.

Με αυτόν τον τρόπο θα κατακτηθεί το μαθησιακό επίπεδο του συνόλου των μαθητών που σήμερα φαίνεται να αδυνατούν να παρακολουθήσουν το σχολείο και χαρακτηρίζονται ως αδύνατοι μαθητές. Η συντριπτική πλειοψηφία τους ανήκει σε χαμηλά κοινωνικοοικονομικά στρώματα ή σε ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού. Πολλοί απ’ αυτούς τους μαθητές οδηγούνται στην απόρριψη και στην σχολική διαρροή.

Η διεκδίκηση μιας τέτοιας κοινωνίας και ενός τέτοιου σχολείου επιβάλλει την αγωνιστική ανάταση του εκπαιδευτικού κινήματος της νεολαίας και των εργαζομένων.

Πρώτα απ’ όλα βεβαίως επιβάλλεται η απόκρουση των πολιτικών και των μέτρων που έχουν ψηφιστεί μέχρι τώρα και αυτών που ετοιμάζονται να ψηφιστούν απ’ την κυβέρνηση

Ο Δημήτρης Καρυώτης είναι αντιπρόεδρος της Α ΕΛΜΕ Δυτικής Αττικής (Θριασίου-Μεγαρίδας-Ειδυλλίας) και πρώην μέλος του ΔΣ της ΟΛΜΕ

«Προδημοσίευση απ’ το 128 τεύχος του περιοδικού Αντιτετράδια της Εκπαίδευσης»

Δεν υπάρχουν σχόλια: