Τα εξωφρενικά «μαθηματικά» για τα σχολεία: Ένας ζωντανός και ένας νεκρός μας κάνει έναν… νεκροζώντανο!
Απαντώντας, χθες Πέμπτη 5/9, σε ερώτηση περί συγχώνευσης σχολικών τμημάτων, κατά τη διάρκεια της καθιερωμένης ενημέρωσης των πολιτικών συντακτών, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Παύλος Μαρινάκης, υποστήριξε ότι “η πραγματικότητα είναι εντελώς αντίθετη από ό,τι ισχυρίζονται κάποιοι”.
Είπε ότι συγχωνεύονται μόνο 1.000 τμήματα αλλά, σύμφωνα με τον ίδιο, η αναλογία μαθητών… βελτιώνεται καθώς «διαμορφώνεται σε 16 από 17 στο νηπιαγωγείο, στο Δημοτικό παραμένει ίδια, στο Γυμνάσιο επίσης ίδια στους 21 και στο Λύκειο από 21 σε 19, και έτσι η εκπαιδευτική διαδικασία θα γίνει πιο ουσιαστική».
Είπε επίσης ότι «η αναλογία εκπαιδευτικών μαθητών στην Ελλάδα είναι 8,2 μαθητές ανά εκπαιδευτικό ενώ στην Ευρώπη είναι 12,1» και ότι «είμαστε στις πρώτες 5 χώρες καλύτερης αναλογίας μαθητών με εκπαιδευτικούς»
Αυτά είπε ο Κυβερνητικός εκπρόσωπος στο προστατευμένο περιβάλλον της αίθουσας ενημέρωσης των πολιτικών συντακτών, μακριά από την απόγνωση και το θυμό των δασκάλων και των γονέων και είναι σίγουρο ότι την ώρα που μιλούσε θα σκεφτόταν ότι «αν τα στοιχεία μας δεν συμφωνούν με την πραγματικότητα τόσο το χειρότερο για εκείνη». Και είναι επίσης σίγουρο ότι την ίδια ώρα θα «έτριζαν» τα θρανία και οι τοίχοι των παραφουσκωμένων τμημάτων, στα σχολεία των αστικών κέντρων της χώρας.
Μια μέρα μόλις πριν (Τετάρτη 4/9), ο υπουργός Παιδείας Κυριάκος Πιερρακάκης σε συνέντευξη που παραχώρησε στην τηλεόραση του Alpha, ο υπουργός Παιδείας, Κυριάκος Πιερρακάκης. ανέφερε ότι το υπουργείο προχωρά σε έναν εξορθολογισμό του αριθμού τμημάτων, τον οποίο χαρακτήρισε «απολύτως αναγκαίο». «Προχωρούμε σε εξορθολογισμό τμημάτων για να πετύχουμε καλύτερα εκπαιδευτικά αποτελέσματα», τόνισε ο υπουργός.
Δεν είναι η πρώτη φορά που προβάλλονται στοιχεία «στεφανωμένα» από μια στατιστική κατασκευασμένη στα μαγειρεία της σκοπιμότητας.
Στην ίδια γραμμή, σαν ένα σύστημα συγκοινωνούντων δοχείων, πριν λίγο καιρό, οι κεντρικοί τίτλοι φιλοκυβερνητικών ΜΜΕ σημείωναν με έμφαση ότι «Πιο πολλοί εκπαιδευτικοί, πιο πολλά τα κενά – Εκθεση του ΟΟΣΑ αποδεικνύει ότι κάτι κάνουμε .. λάθος» σημειώνοντας ότι «τους περισσότερους εκπαιδευτικούς σε Δημοτικό και Γυμνάσιο ανά μαθητή μεταξύ των χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης και του ΟΟΣΑ έχει η Ελλάδα, όπως δείχνουν τα στοιχεία του Οργανισμού. Και συμπλήρωνε : «Χρειάζονται όλοι; Μήπως απαιτείται ορθολογική αξιοποίηση του μόνιμου ανθρώπινου δυναμικού;» υφαίνοντας έτσι αθόρυβα την κατασκευή ενός νέου τρόπου καταγραφής των κενών που ως μαγείας θα τα εξαφανίζει!
Τι ακριβώς σημαίνει αυτή η παρατεταμένη συγχορδία που «βασανίζει» τους αριθμούς για να τους αποσπάσει τα συμπεράσματα που την βολεύουν;
Οι… παραχαράξεις στρώνουν τον δρόμο των περικοπών
Τόσο η παραπάνω συλλογιστική όσο και τα συμπεράσματα έρχονται σε ευθεία αντίθεση με την εκπαιδευτική πραγματικότητα των ασφυκτικά μεγάλων τμημάτων, των τραγικών ελλείψεων προσωπικού, του υπερβολικού και ολοένα αυξανόμενου φόρτου εργασίας.
Είναι γνωστό ότι οι στατιστικές αναλύσεις τους αποκαλύπτουν ένα μείζον θέμα εγκυρότητας καθώς για να βρουν την αναλογία εκπαιδευτικών-μαθητών απλώς κάνουν μια διαίρεση του συνολικού αριθμού των εκπαιδευτικών με τον συνολικό αριθμό των μαθητών, χωρίς να λαμβάνουν υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της εκπαίδευσης στη χώρα μας όπου αφενός ένα μεγάλο τμήμα εκπαιδευτικών απασχολείται σε διοικητικές εργασίες (σε υπουργείο και διευθύνσεις εκπαίδευσης ελλείψει διοικητικών υπαλλήλων) και αφετέρου έχουμε πάρα πολλά νησιά και απομακρυσμένα χωριά.
Δηλαδή δεν λαμβάνει καθόλου υπόψη παράγοντες όπως, π.χ., το γεωγραφικό ανάγλυφο της χώρας (80% του εδάφους χαρακτηρίζεται ορεινό, ενώ παράλληλα υπάρχουν 165 κατοικούμενα νησιά) και την ύπαρξη ολιγοθέσιων σχολείων ανά την επικράτεια, που καλύπτουν τις μορφωτικές ανάγκες δυσπρόσιτων και παραμεθόριων περιοχών. Ειδικά η αναλογία μαθητών ανά εκπαιδευτικό με τη μέθοδο της άθροισης όλου του μαθητικού δυναμικού και της διαίρεσής του με το σύνολο των εκπαιδευτικών όλων των ειδικοτήτων, είναι λανθασμένη και ξένη προς τη στατιστική επιστήμη.
Η προσεκτικότερη μελέτη των σχετικών δεδομένων απέδειξε ότι ο «υπερπληθυσμός» εκπαιδευτικών οφείλεται στην, εσκεμμένη ή όχι, συστηματική υποεκτίμηση της ελληνικής αναλογίας μαθητών προς εκπαιδευτικούς από τον ΟΟΣΑ.
Γιατί για όσους κάνουν τους ανήξερους να θυμίσουμε οι παραχαράξεις του ΟΟΣΑ έχουν αξιοποιηθεί πολλαπλώς για να αιτιολογηθούν οι αντιεκπαιδευτικές πολιτικές των τελευταίων ετών (αυξήσεις ωραρίου, περικοπές μαθημάτων από το ωρολόγιο πρόγραμμα, συγχωνεύσεις και καταργήσεις τμημάτων, τομέων και σχολικών μονάδων).
Στο πλαίσιο αυτής της «αθώας» συλλογιστικής-διάγνωσης, που ειρήσθω εν παρόδω αποτελεί την πιο γλυκιά «καραμέλα» όλων των υπουργών Παιδείας της τελευταίας 15ετίας (από τη Α. Διαμαντοπούλου έως τον Κ. Αρβανιτόπουλο και από τον Α, Λοβέρδο έως την Ν. Κεραμέως και τον Κ. Πιερρακάκη), έρχεται σαν ώριμο φρούτο η θεραπευτική αγωγή των «ειδικών» μας: «Στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση, η αναλογία μαθητών - εκπαιδευτικών είναι σκόπιμο να συγκλίνει με τον μέσο όρο των χωρών της Ε.Ε. Στην κατεύθυνση αυτή μπορεί να συμβάλει η σύγκλιση του διδακτικού και εργασιακού ωραρίου των εκπαιδευτικών, η αναδιάρθρωση του ημερήσιου ωραρίου λειτουργίας και των ωρολογίων προγραμμάτων των σχολείων καθώς και η αύξηση του μεγέθους των τάξεων (με αύξηση του ελάχιστου αριθμού μαθητών ανά τάξη). Επιπλέον, είναι απαραίτητη η προώθηση συγχωνεύσεων σχολείων και η δημιουργία μεγαλύτερων εκπαιδευτικών μονάδων»
Επιστρέφοντας στην πραγματικότητα αυτών που αναπνέουν την κιμωλία στην τάξη
Η επιχειρηματολογία και τα στοιχεία που χρησιμοποιούνται τώρα και χρησιμοποιήθηκαν και παλιότερα είναι παραπλανητικά, επιλεκτικά και αναξιόπιστα ενώ τα συμπεράσματα έρχονται σε ευθεία αντίθεση με την εκπαιδευτική πραγματικότητα των ασφυκτικά μεγάλων τμημάτων, των τραγικών ελλείψεων προσωπικού, του υπερβολικού και ολοένα αυξανόμενου φόρτου εργασίας.
Τα στοιχεία και η στατιστική τους μοιάζει σαν τον μεθυσμένο μιας άλλης εποχής που ερχόταν κοντά στο φανοστάτη όχι για να φωτιστεί αλλά για να κρατηθεί. «Ξεφωνίζει» ένα μείζον θέμα εγκυρότητας καθώς για να βρουν την αναλογία εκπαιδευτικών - μαθητών απλά κάνουν μια διαίρεση του συνολικού αριθμού των εκπαιδευτικών με τον συνολικό αριθμό των μαθητών χωρίς να λαμβάνουν υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της εκπαίδευσης της χώρας μας με τα πάρα πολλά νησιά και απομακρυσμένα χωριά.
Η αλήθεια που κρύβεται με επιμέλεια με την βοήθεια των δημοσιογράφων – υπηρεσίας είναι ότι οι Έλληνες δάσκαλοι διδάσκουν κατά κανόνα περισσότερο από τους ευρωπαίους συναδέλφους τους, επιβαρύνονται με περισσότερα καθήκοντα και μεγαλύτερο φόρτο εργασίας για το σπίτι – και όλα αυτά με περίπου τις μισές ετήσιες αποδοχές.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου