“ος απωθείται παιδειαν, μισεί εαυτον”
Τα τελευταία χρόνια η δημόσια συζήτηση για την προοπτική της εκπαίδευσης σε παγκόσμιο και εθνικό επίπεδο βρίσκεται στο επίκεντρο, συχνά με έντονες αντιπαραθέσεις. Είναι γεγονός ότι η λογική της αγοράς τείνει να επικρατήσει ολοκληρωτικά και στον χώρο της παιδείας. Στην Ελλάδα η εκπαίδευση κάθε βαθμίδας ...υϕίσταται αναβάθμιση από τον εκάστοτε Υπουργό ή ...μεγαλοπαράγοντα που επιθυμεί να αϕήσει τη “σϕραγίδα” του.
Στην παρούσα ϕάση κυοϕορείται ένα πολυνομοσχέδιο το οποίο συνεχίζει τη λογική των αλλεπάλληλων καταργήσεων πανεπιστημιακών τμημάτων ανά την Ελλάδα και επιταχύνει την εκπαιδευτική ερημοποίησή της, και ιδιαίτερα της υπαίθρου, διά της απομείωσης του επιστημονικού δυναμικού της Ελλάδας -αϕού δεν είναι αρκετή η διαρροή εγκεϕάλων στο εξωτερικό. Ο διαϕαινόμενος σκοπός είναι οι νέοι να “καταρτίζονται” και να “απασχολούνται” (το ρήμα εργάζομαι και τα παράγωγά του τείνουν να αποκτήσουν μουσειακή αξία) σε τεχνικά κυρίως επαγγέλματα, παρέχοντας υπηρεσίες οι οποίες δεν απαιτούν εγκυκλοπαιδική μόρϕωση.
Με τον νόμο Κεραμέως για την καθιέρωση της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής, η μόρϕωση γίνεται πλέον ταξικό προνόμιο λίγων τυχερών που θα καταϕέρουν να περάσουν στα ΑΕΙ και όσων έχουν τα λεϕτά να αγοράσουν το πτυχίο από το εξωτερικό ή από κολλέγια του εσωτερικού. Με 30.000 λιγότερους ϕοιτητές κάθε χρόνο, σε βάθος 10ετίας η Ελλάδα θα έχει 300.000 λιγότερο μορϕωμένους. Αντί δηλαδή να βελτιώσει την παιδεία, την στερεί από τους Έλληνες.
Πλήρως ενοχοποιημένες κυρίως οι ανθρωπιστικές σπουδές (γιατί άραγε; μήπως γιατί ο ϕιλοσοϕημένος άνθρωπος είναι ο δημοκρατικός και ο σκεπτόμενος άνθρωπος; μήπως γιατί διαμορϕώνουν ανάχωμα σε άνωθεν διαθέσεις ποδηγέτησης των ανθρώπων;). Η συρρίκνωσή τους, η μη χρηματοδότησή τους (αϕού δεν παράγουν κάτι, αντίθετα με τις θετικές επιστήμες που δύνανται να αποϕέρουν σημαντικά οικονομικά οϕέλη) υποσκάπτει σταδιακά τη βάση σύνολης της παιδείας και την προσπάθεια της πνευματικής καλλιέργειας των νέων. Η επιδίωξη του κέρδους, η βάση της καπιταλιστικής λογικής, είναι και η καρδιά της προτεσταντικής ηθικής, με την οποία δυστυχώς συντονίζεται και η Ορθόδοξη χώρα μας.
Αναπόϕευκτα αυτή η στόχευση δεν θα άϕηνε εκτός και τις Θεολογικές σπουδές και την ίδια την Εκκλησία στην Ελλάδα. Ίσως μάλιστα άργησαν να τις κατεδαϕίσουν. Ας θυμηθούμε ότι με άλλο σχέδιο ...εξορθολογισμού, το 2010-2011, καταργήθηκαν τα Εκκλησιαστικά Σχολεία Καρπενησίου, Βόλου, Καβάλας, Κιλκισίου, Τήνου, Χίου, Κορίνθου και Αθηνών, ενὠ καινοτόμες προτάσεις, όπως η αξιοποίηση της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης στην Ανώτατη Εκκλησιαστική Εκπαίδευση καταλήγουν σε ώτα μη ακουόντων. Με το νομοσχέδιο που καθιέρωσε την Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής (ΕΒΕ) θα κλείσουν δεκάδες πανεπιστημιακά τμήματα, και μετά την εϕαρμογή του «Σχεδίου Αθηνά» το 2013, οπότε έκλεισαν 150 τμήματα σε Πανεπιστήμια και ΤΕΙ, αναμένουν οι ιθύνοντες του Υπουργείου Παιδείας, ϕέτος, περίπου 10.000 κενές θέσεις στα Πανεπιστήμια, λόγω της βάσης εισαγωγής. Το τελειωτικό όμως χτύπημα αναμένεται στα Προγράμματα των Ανωτάτων Εκκλησιαστικών Ακαδημιών (ΑΕΑ) και με το σχέδιο νόμου που η Κυβέρνηση προωθεί για την Εκκλησιαστική Εκπαίδευση ϕαίνεται να δημιουργείται μία πρωτόγνωρη κατάσταση στον χώρο της θεολογικής-εκκλησιαστικής εκπαίδευσης.
Από τη μία οι θεολογικές σπουδές, οι οποίες αργά ή γρήγορα ϕαίνεται ότι θα γίνουν μια απλή κατεύθυνση σε ένα γενικό Τμήμα Ανθρωπιστικών Σπουδών στα δύο μεγάλα Πανεπιστήμια (Καποδιστριακό Αθηνών και Αριστοτέλειο Θεσσαλονίκης) και από την άλλη η κατάργηση των ΑΕΑ με τον νόμο που προωθείται.
Οι Θεολογικές Σχολές και οι Ανώτατες Εκκλησιαστικές Ακαδημίες είναι σχολές που κατά τεκμήριο δεν έχουν υψηλές βάσεις εισαγωγής. Βασικός τους στόχος είναι ο συνδυασμός της επιστήμης με τη διακονία της Εκκλησίας και της κοινωνίας. Το τελευταίο ισχύει ιδιαίτερα για τις ΑΕΑ. Εξάλλου, η επαγγελματική αποκατάσταση που προσϕέρουν πια αυτά τα τμήματα είναι σχεδόν μηδενική (τη προνοία του Κράτους)῾ ελάχιστοι διορισμοί Θεολόγων στα σχολεία και κληρικών στην Εκκλησία, άρα ποιος «άριστος» θα τα προτιμήσει; Δεν ισχύει αντίστοιχη πρόβλεψη με εκείνη των στρατιωτικών σχολών, οι απόϕοιτοι των οποίων εξασϕαλίζουν άμεση επαγγελματική αποκατάσταση. Τους αποϕοίτους των προαναϕερθέντων σχολών τους περιμένει η ανεργία και η …προσευχή μήπως βρουν τρόπο να επιβιώσουν!
Με την καθιέρωση της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής και το σχέδιο νόμου που αποψιλώνει και οδηγεί σε σταδιακό μαρασμό τις ΑΕΑ, ένα εϕιαλτικό σενάριο ϕαίνεται να εμϕανίζεται στον ορίζοντα. Διαϕαίνεται ότι σε ελάχιστα χρόνια η δημόσια εκπαίδευση στην Ελλάδα δεν θα συμπεριλαμβάνει καθόλου τριτοβάθμια θεολογική-εκκλησιαστική εκπαίδευση. Το σενάριο προϕανώς περιλαμβάνει μετατροπή των Θεολογικών Σχολών σε ειδίκευση Θρησκειολογικών Σπουδών (όπως σε κράτη της αλλοδαπής με τις Religious Studies) σε ένα γενικό Τμήμα Ανθρωπιστικών Σπουδών, όπου θα διδάσκονται εξίσου όλα τα θρησκεύματα και συνεπώς η Ορθοδοξία θα είναι ένα μέρος της ενότητας του Χριστιανισμού. Δηλαδή, ως γνωστικό αντικείμενο η Ορθοδοξία θα αποτελεί ένα επιμέρους αντικείμενο στο συνολικό πρόγραμμα των θρησκειολογικών σπουδών, εκπαίδευση που σίγουρα δεν επαρκεί για έναν υποψήϕιο κληρικό! Άλλωστε, ας μην ξεχνάμε ότι ήδη στις Θεολογικές Σχολές τα 2/3 είναι ϕοιτήτριες, άρα άτομα που δεν μπορούν να γίνουν κληρικοί, να ιερωθούν. Η πλειονότητα όσων χειροτονούνται σήμερα δεν προέρχονται από τις Θεολογικές, αλλά από τις ΑΕΑ και τα εκκλησιαστικά σχολεία.
Παράλληλα οι ΑΕΑ, με την ίδρυση των Σχολών Μαθητείας Υποψηϕίων Κληρικών (ΣΜΥΚ) (των αδιαβάθμητων και αντισυνταγματικών δηλαδή διετών -1 χρόνος ϕοίτηση και 1 χρόνος πρακτική σε ναό- μεταλυκειακών σχολών για υποψηϕίους κληρικούς) και με την εισαγωγή της ΕΒΕ θα καταργηθούν στην πράξη. Αϕού καταργηθούν αμέσως διά του προτεινόμενου νόμου οι δύο ΑΕΑ Θεσσαλονίκης και Ιωαννίνων (τυχαία επιλογή άραγε είναι και οι δύο στις Νέες Χώρες ; και υποτίθεται ότι υποστηρίζουμε το αίτημα να ανοίξει η Θεολογική Σχολή της Χάλκης σε ένα μουσουλμανικό κράτος, ενώ σε ένα κράτος με επικρατούσα θρησκεία την Ορθοδοξία εξαλείϕουμε την εκκλησιαστική εκπαίδευση;) οι άλλες δύο που θα απομείνουν (Αθήνας και Κρήτης), ως μονοτμηματικές θα σβήσουν σύντομα από τον χάρτη της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, σύμϕωνα και με την ευρωπαϊκή νομοθεσία, με συνέπεια η Εκκλησία να απομείνει με τις ανεπαρκείς, ϕτωχές και κυρίως αδιαβάθμητες δομές εκπαίδευσης ΣΜΥΚ, αμϕιβόλου βιωσιμότητας. Είναι αληθές ότι η Ιεραρχία συμϕωνεί με αυτόν τον σχεδιασμό; Αυτό είναι το όραμα των Ιεραρχών μας; Με αυτή την εκπαίδευση θα εξασϕαλιστούν ιερείς υψηλού μορϕωτικού επιπέδου και εκκλησιαστικού ϕρονήματος; Αυτό εξυπηρετεί το Σώμα της Εκκλησίας ή άλλα συμϕέροντα και ποια ακριβώς;
Η θεσμική Εκκλησία συχνά υπομιμνήσκει ότι το Κράτος πήρε εκκλησιαστική περιουσία αναλαμβάνοντας την υποχρέωση να μισθοδοτεί τον Κλήρο και να χρηματοδοτεί την εκκλησιαστική εκπαίδευση. Θα ήταν λογικό να υποστηρίζει την αναβάθμιση και τον εκσυγχρονισμό της, όχι να παραμένει θεατής των εξελίξεων ή να υποστηρίζει διά της εκκωϕαντικής σιωπής της τη μεθόδευση του σταδιακού μαρασμού της εκκλησιαστικής εκπαίδευσης σε όλες τις βαθμίδες. Αντ’ αυτού δεν αρθρώνει λέξη δημοσίως για το νομοσχέδιο και επιτρέπει στο Υπουργείο να προετοιμάζει ανενόχλητο την προαναγγελθείσα ψήϕισή του, ακολουθώντας την πάγια τακτική να δημιουργεί τετελεσμένα γεγονότα, θεωρώντας ότι όλοι οϕείλουν να τα δεχθούν! Και σίγουρα να μην αναρωτώνται ποιό είναι το μέλλον μιας τέτοιας Εκκλησίας με χειραγωγήσιμους ποιμένες και πιστούς.
Είναι γνωστό ότι οι αντιδράσεις έχουν αρχίσει να διατυπώνονται από απλούς ιερείς πτυχιούχους των ΑΕΑ, αποϕοίτους των ΑΕΑ, πανεπιστημιακούς καθηγητές, ακόμη και από μεμονωμένους Ιεράρχες, οι οποίοι διαβλέπουν το εϕιαλτικό του σεναρίου και μοιράζονται τον προβληματισμό τους.
Τα ερωτήματα που τίθενται είναι πολλά και αλληλένδετα. Αμϕισβητείται εμμέσως και υπονομεύεται η θέση της Ορθόδοξης Εκκλησίας στον δημόσιο χώρο της Ελλάδας στο πλαίσιο του αναθεωρητισμού; Η θεσμική Εκκλησία συνειδητοποιεί την κρισιμότητα της εποχής; Οι Ιεράρχες θα αρθρώσουν ουσιαστικό εκκλησιαστικό δημόσιο λόγο ή θα αρκεστούν σε δημόσιες ευχαριστίες για τις κυβερνητικές “ευεργεσίες”;
Το επετειακό έτος 2021 η Εκκλησία της Ελλάδος διοργανώνει δεκάδες εκδηλώσεις, στις οποίες προβάλλεται ο διαρκής αγώνας της, η εκπαιδευτική και πολιτισμική συνεισϕορά της στη διατήρηση της αυτοσυνειδησίας του Γένους κατά την Τουρκοκρατία. Θα συνδέσει το 2021 με την “προδοσία” της δικής της Παιδείας, της Παράδοσής της και της Θυσίας της;
Αναμένουμε ότι η ΔΙΣ θα είναι συνεπής με την αρχική απόϕασή της να τεθεί το θέμα της αλλαγής όλου του νόμου για την Εκκλησιαστική εκπαίδευση στην Ιεραρχία, όποτε θέλει συνεδριάσει. Εξάλλου, η Ιεραρχία, βάσει και του Καταστατικού Χάρτη, είναι η μόνη αρμόδια για κάθε αλλαγή νόμου που αϕορά εκκλησιαστικά θέματα. Γι’ αυτόν τον λόγο, πριν από μία διετία, η «ιστορική συμϕωνία» για τη μισθοδοσία του Κλήρου, αν και είχε επιχειρηθεί να νομοθετηθεί με συνοπτικές διαδικασίες, ναυάγησε εξαιτίας της αντίδρασης των κληρικών και ελαχίστων, πλην ϕωτισμένων, Ιεραρχών. Οι Ιεράρχες καλούνται για μία ακόμη ϕορά να ϕανούν αντάξιοι των περιστάσεων.
«Του δέ πολέμου οἱι καιροί ου μενετοί.»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου