Το σύστημα εισαγωγής στα ΑΕΙ είναι ένας θεσμός απόλυτα ταξικός, βαθύτατα αντιπαιδαγωγικός, κακοποιητικός για την ψυχολογία των εφήβων και των οικογενειών τους. Οδηγεί στην πλήρη απαξίωση των τελευταίων τάξεων του Λυκείου, στη στρέβλωση της σχέσης των νέων με τη μάθηση, στην οικονομική αφαίμαξη των οικογενειών.
Το τελικό αποτέλεσμα παρά το βαρύτατο τίμημα δεν έχει καμία σχέση με την επιλογή των εν δυνάμει καταλληλότερων για το συγκεκριμένο επιστημονικό πεδίο/επαγγελματική κατεύθυνση, αλλά με ένα αλαλούμ τυχαιότητας. Οι μεταρρυθμίσεις της Κεραμέως με την «ελάχιστη βάση εισαγωγής», η μείωση των εισακτέων, η αύξηση της ύλης, σε συνδυασμό με την υποχρηματοδότηση της εκπαίδευσης, τα τεράστια κενά εκπαιδευτικών, τους εκπαιδευτικούς λάστιχο έχουν οξύνει στο έπακρο τη δομική διαστροφή του συστήματος εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και έχουν διογκώσει σε υπέρμετρο βαθμό την παραπαιδεία.
Φυσικά ο δομικά ταξικός, αντιπαιδαγωγικός, αντιεπιστημονικός χαρακτήρας του συστήματος εισαγωγής δεν είναι μια τυχαία «παραφωνία». Αντανακλά αφενός την προσαρμογή της οικονομίας της χώρας στον καταμερισμό εργασίας στα πλαίσια της ΕΕ και των οδηγιών του ΟΟΣΑ, αφετέρου την πιστή εξυπηρέτηση εγχώριων και εξωχώριων επιχειρηματιών λόμπι στο χώρο της εκπαίδευσης και κατάρτισης. Ιδιαίτερα επί υπουργίας Κεραμέως το Υπουργείο Παιδείας λειτουργεί πλέον απροσχημάτιστα ως ντίλερ των ιδιωτικών κολλεγίων.
Το ερώτημα είναι: Θα μπορούσε στις παρούσες συνθήκες να διαμορφωθεί μια κοινή αντιπρόταση από την μεριά των κινημάτων των εκπαιδευτικών, των μαθητών/τριών, των γονέων, των πανεπιστημιακών, των φοιτητών, που να περιγράφει μια άλλη διαδικασία; Θα μπορούσε η διαδικασία διαμόρφωσης και διεκδίκησης μιας αντιπρότασης να αποτελέσει εργαλείο συσπείρωσης, συμμαχιών, επικοινωνίας με ευρύτερα κοινωνικά στρώματα; Θα μπορούσε να βοηθήσει στην απεμπλοκή των συλλογισμών ευρύτερων κοινωνικών στρωμάτων από την νεοφιλελεύθερη «κανονικότητα» και την εμπέδωση της “ΤΙΝΑ” (There Is No Alternative);
Ας κάνουμε μια απόπειρα να σκιαγραφήσουμε τα βασικά χαρακτηριστικά μιας αντιπρότασης για την εισαγωγή στην Γ’ Βάθμια εκπαίδευση, τα οποία θα μπορούσε να είναι:
• Καθένας/μια δύναται και ενθαρρύνεται να εισαχθεί στην Γ’ Βάθμια εκπαίδευση σε οποιαδήποτε φάση της ζωής του το επιδιώξει.
• Οι προϋποθέσεις εισαγωγής σχετίζονται αποκλειστικά με την διαπίστωση εάν ο/η αιτούμενος/η διαθέτει τις ελάχιστες απαιτούμενες γνώσεις για την παρακολούθηση των μαθημάτων του συγκεκριμένου επιστημονικού πεδίου/σχολής.
• Το σύστημα δεν έχει ανταγωνιστικό χαρακτήρα. Όσοι/ες πληρούν τις ελάχιστες προϋποθέσεις έχουν δικαίωμα εγγραφής ασχέτως αριθμού.
• Η εισαγωγή -τουλάχιστον στο πρώτο εξάμηνο – δύναται να αφορά ένα ευρύ επιστημονικό πεδίο (π.χ. Πολυτεχνικές σχολές), ώστε η επιλογή συγκεκριμένης σχολής/τμήματος να μην γίνεται πρόωρα και εκβιαστικά, αλλά κατόπιν καλύτερης γνωριμίας με τα γνωστικά αντικείμενα και ωρίμανσης των επαγγελματικών επιλογών.
ασικές προϋποθέσεις στην κατεύθυνση της ισότητας ευκαιριών είναι:
• Λειτουργία σε κάθε περιοχή θεσμού δημόσιας δωρεάν ενισχυτικής διδασκαλίας - προετοιμασίας για την εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση για μαθητές/τριες, αλλά και για αποφοίτους Λυκείου κάθε ηλικίας.
• Εκτεταμένο δίκτυο δωρεάν στέγης για φοιτήτριες/φοιτητές που σπουδάζουν σε περιοχή μακριά από τον τόπο κατοικίας τους (είτε σε εστίες, είτε με ενοικίαση από το κράτος διαμερισμάτων).
Έχει μεγάλη σημασία να τονίσουμε τον αυστηρά διαπιστωτικό και όχι ανταγωνιστικό - ταξινομητικό χαρακτήρα της αξιολόγησης της δυνατότητας πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. (Αλήθεια πως θα μας φαινόταν εάν μας έλεγαν ότι φέτος μόνον 500 θα πάρουν δίπλωμα οδήγησης, ή ότι μόνον 200 παιδιά δικαιούνται να πάρουν δίπλωμα στην ξένη γλώσσα;). Ο ανταγωνιστικός χαρακτήρας είναι ο πυρήνας της ταξικότητας και της ψυχικά και πνευματικά κακοποιητικής λειτουργίας του συστήματος και πρέπει να επιμείνουμε στην πλήρη ανατροπή του.
Για παράδειγμα, μια μορφή διαπιστωτικής αξιολόγησης μπορεί να είναι: Κάθε μαθήτρια/της που στις δυο τελευταίες τάξεις του Λυκείου έχει από ένα βαθμό και πάνω στα μαθήματα που απαιτούνται για το συγκεκριμένο επιστημονικό πεδίο (π.χ. μαθηματικά, φυσική, χημεία στη θετική κατεύθυνση) και έναν ελάχιστο μέσο όρο στο σύνολο των μαθημάτων, έχει δικαίωμα εισαγωγής χωρίς εξετάσεις σε σχολές/τμήματα του εν λόγω επιστημονικού πεδίου σε χρονικό διάστημα π.χ. δυο ετών από την απόκτηση του απολυτηρίου του Λυκείου. Κάθε μαθητής/τρια που δεν πληροί αυτές τις προϋποθέσεις, ή κάθε απόφοιτος λυκείου μετά την πάροδο δυο ετών από την αποφοίτηση του, που επιθυμεί να εισαχθεί στην Γβάθμια εκπαίδευση, δίνει εισαγωγικές εξετάσεις στα αντίστοιχα μαθήματα . Τα θέματα των εξετάσεων είναι σε τελείως διαφορετική λογική από την σημερινή. Είναι απλά και διαμορφώνονται με αποκλειστικό σκοπό τον έλεγχο βασικών γνώσεων και στοιχειώδους κατανόησης βασικών εννοιών που προαπαιτούνται για την παρακολούθηση των μαθημάτων του αντίστοιχου επιστημονικού πεδίου. Δεν είναι θέματα «διαβαθμισμένης δυσκολίας», γιατί δεν έχουν σκοπό μια ευρεία γκάμα ταξινόμησης των επιδόσεων που δίνει δυνατότητες κοψίματος με βάση αριθμό εισακτέων.
Το παραπάνω σύστημα έχει τα εξής πλεονεκτήματα: (α) Δεν απαξιώνει τις τελευταίες τάξεις του Λυκείου, αντιθέτως ενισχύει το ενδιαφέρον για καλές επιδόσεις. (β) Δίνει δυνατότητα σε μαθήτριες/τές να εισαχθούν στην Γ’ βάθμια χωρίς προσφυγή σε φροντιστήρια. (γ) Αφήνει παράθυρο ευκαιρίας για καθεμιά /έναν να δοκιμάσει να εισαχθεί στην Γ’ βάθμια εκπαίδευση όποτε επιθυμήσει μέσα από απλή διαπιστωτική εξέταση χωρίς το άγχος των βάσεων, του ανταγωνισμού και τον αγριανθρωπισμό όπου η επιτυχία του ενός πατάει πάνω στην αποτυχία του άλλου, (δ) Τερματίζει το «τζογάρισμα». Κάθε μαθήτρια και μαθητής μπορούν να ονειρευτούν και να σχεδιάσουν το μέλλον τους, να ανταμειφθούν για την μελέτη που έκαναν, να προετοιμαστούν για την επαγγελματική προοπτική που επέλεξαν, ή να λάβουν τη μόρφωση που επιθυμούν ανεξάρτητα από το εάν θα την χρησιμοποιήσουν ή όχι επαγγελματικά. (ε) Τίθενται βάσεις για τη διαμόρφωση καλών επαγγελματιών, διότι ο τομέας της μελλοντικής τους απασχόλησης είναι αποτέλεσμα συνειδητής επιλογής και όχι της τύχης.
Μα θα μας πουν «όλοι θα γίνουν γιατροί, μηχανικοί και δικηγόροι; που θα τους χωρέσουμε;» κλπ. Η απάντηση είναι ότι η συσσώρευση επιθυμιών για κάποια επαγγέλματα (η οποία σε μεγάλο βαθμό αντανακλά τον φόβο της ανεργίας ή την ελπίδα καλύτερου εισοδήματος και όχι ταίριασμα της προσωπικότητας με το συγκεκριμένο επάγγελμα) δεν αντιμετωπίζεται με τη σφαγή των επιθυμούντων, αλλά με κατάλληλο σχεδιασμό της οικονομίας και της εκπαίδευσης. Σχεδιασμό που να ανταποκρίνεται στις πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας, την ανάπτυξη συστήματος στοχευμένων κινήτρων για την περιφερειακή ανάπτυξη και την αποκέντρωση, την καταπολέμηση της ανεργίας, τη δημιουργία συνθηκών αξιοπρεπούς εργασίας για κάθε εργαζόμενο/η. Δηλαδή πολιτικές και έννοιες απαγορευμένες εντός της ΕΕ και του ευρώ σε σύγκρουση με τη λογική της ελεύθερης αγοράς.
Τότε λοιπόν, πώς μπορεί να εφαρμοστεί η εναλλακτική πρόταση εισαγωγής στην Γ’ βάθμια εκπαίδευση χωρίς να προηγηθούν οι αναγκαίες πολιτικές ανατροπές; Πώς θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί η «συσσώρευση» φοιτητών σε συγκεκριμένες σχολές και το ελάχιστο ενδιαφέρον για άλλες, ακόμα και από μια κυβέρνηση που θα ήθελε να χαράξει μια διαφορετική κατεύθυνση, αλλά η αλλαγή των γενικότερων συνθηκών σίγουρα θα πάρει χρόνο;
Η διαχείριση της πιθανής συσσώρευσης φοιτητών/τριών είναι πρόβλημα κυρίως για τα εργαστηριακά μαθήματα και θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί με την εφαρμογή κριτηρίων προτεραιότητας για την εγγραφή στα εργαστήρια, η οποία θα οδηγεί προφανώς σε παράταση του χρόνου σπουδών. Όμως άλλο να καθυστερήσεις να τελειώσεις τη σχολή που διάλεξες και άλλο να μην μπορέσεις ποτέ να έχεις πρόσβαση. Τα κριτήρια πρέπει να είναι κυρίως κοινωνικού χαρακτήρα και δευτερευόντως ακαδημαϊκού. Δηλαδή οι φοιτήτριες/ες με χαμηλά οικογενειακά εισοδήματα, πολύτεκνες οικογένειες, άτομα με προβλήματα υγείας η/και άλλα χαρακτηριστικά που τα καθιστούν ευάλωτα θα έχουν προτεραιότητα. Επίσης προτεραιότητα θα έχουν όσοι/ες είναι πιο κοντά στην αποφοίτηση. Με ανάλογο τρόπο μπορεί να γίνει η διαχείριση της τοπικής συσσώρευσης δίνοντας τη δυνατότητα μετεγγραφών σε ομοειδή τμήματα όπου ο «χρόνος αναμονής» είναι μικρότερος με υποστήριξη της δωρεάν διαμονής.
Τα παραπάνω θα μπορούσαν να περιληφθούν σε μια πρόταση νόμου «από τα κάτω» που θα είχε ως αντικείμενο μια ευρεία δέσμη θεσμικών αιτημάτων όπως την κατάργηση όλων των αντιδραστικών μεταρρυθμίσεων (αξιολόγηση σχολείων και εκπαιδευτικών, τράπεζα θεμάτων κλπ). Στο ισχύον Σύνταγμα υπάρχει πρόβλεψη για κατάθεση πρότασης νόμου από πολίτες. Η πρόβλεψη παραμένει ανενεργή καθώς δεν υπάρχει εφαρμοστικός νόμος, όμως αποτελεί μια αφορμή ώστε μεγάλο μέρος της κοινωνίας ν’ αρχίσει να σκέφτεται διαφορετικά για τα ζητούμενα και τα προαπαιτούμενα του εκπαιδευτικού συστήματος.
i Η δυνατότητα πρόσβασης με δυο εναλλακτικούς τρόπους βαθμοί στο Λύκειο ή εξετάσεις μπορεί να εφαρμοστεί με διάφορες παραλλαγές π.χ. να εξετάζεται κανείς μόνο στο μάθημα που δεν έχει καλό βαθμό.
ii Βλ. άρθρο 73 Συντάγματος του 2019, παρ.6. «Με υπογραφή πεντακοσίων χιλιάδων πολιτών που έχουν δικαίωμα ψήφου, μπορούν να κατατίθενται έως δύο ανά κοινοβουλευτική περίοδο προτάσεις νόμων στη Βουλή, οι οποίες με απόφαση του Προέδρου της παραπέμπονται στην οικεία κοινοβουλευτική επιτροπή προς επεξεργασία και εν συνεχεία εισάγονται υποχρεωτικά προς συζήτηση και ψήφιση στην Ολομέλεια του Σώματος. Οι προτάσεις νόμων του προηγούμενου εδαφίου δεν μπορεί να αφορούν θέματα δημοσιονομικά, εξωτερικής πολιτικής και εθνικής άμυνας. Νόμος ορίζει τους όρους και τις προϋποθέσεις εφαρμογής της παρούσας παραγράφου».
*Βαγγελιώ Σωτηροπούλου, γονέας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου