Κυριακή 26 Ιουνίου 2022

 

Μια διευρυμένη κοινωνική κρίση βρίσκεται σε εξέλιξη και έχει κάνει όλο και πιο έντονη την απομάκρυνση των παιδιών και των οικογενειών τους που ζουν σε ευαλωτότητα, από την παραδοσιακή υποστήριξη τους, απ’ αυτή των εκπαιδευτικών, των κοινωνικών και των πολιτισμικών θεσμών...

Είναι επείγον να βάλουμε ένα όριο στα επιβεβλημένα εμπόδια των δράσεων που αξιοποιούν τον δρόμο ως πεδίο δράσης. Μια διευρυμένη κοινωνική κρίση βρίσκεται σε εξέλιξη και έχει κάνει όλο και πιο έντονη την απομάκρυνση των παιδιών και των οικογενειών τους που ζουν σε ευαλωτότητα, από την παραδοσιακή υποστήριξη τους, απ’ αυτή των εκπαιδευτικών, των κοινωνικών και των πολιτισμικών θεσμών.

Καταγγέλλουμε τις δυσκολίες να υπάρχουν και να χρηματοδοτούνται τέτοιες δράσεις. Πιο συχνά πρόκειται για δυσκολίες που συνδέονται με τη νομιμότητα, τα ιδεολογικά εμπόδια, τον αθέμιτο ανταγωνισμό των γιγάντιων δομών που αντιπροσωπεύονται από τις Εθνικές Ομοσπονδίες και που διαθέτουν σημαντικά οικονομικά μέσα. Στην πιο δύσκολη περίπτωση, αρκετοί λειτουργοί έρχονται αντιμέτωποι με ανοιχτούς διαπληκτισμούς με τους Δήμους, που φροντίζουν να φιμώσουν τις κοινωνικές ανάγκες. Αυτό επιδρά έντονα και περιορίζει την καθημερινή δουλειά των δομών αυτών.

Κυρίως, οι λειτουργοί καταγγέλλουν συγκεκριμένα:

  • Άρνηση χρηματοδότησης
  • Άρνηση αναγνώρισης της νομιμότητάς τους
  • Την  κατευθυντικότητα και την αυταρχικότητα στις οποίες οδηγούνται οι κοινωνικές πολιτικές και, ιδιαίτερα, της λογικής του «από πάνω προς τα κάτω» που αγνοεί τις κοινωνικές πραγματικότητες του πεδίου.
  • Τα ιδεολογικά εμπόδια, που αντιτίθενται στους λειτουργούς της Κοινωνικής Παιδαγωγικής, τα οποία επιβάλλουν μια ανάγνωση ανώδυνη και ψευδή στα κοινωνικά, εκπαιδευτικά και θεσμικά προβλήματα.
  • Μια σκληρή έλλειψη σε μέσα και, συνεπώς, και σε προσωπικό που να απαντάει στις κατεπείγουσες ανάγκες.
  • Μια επιβεβλημένη κατάσταση στους λειτουργούς οι οποίοι έχουν το κουράγιο και την εντιμότητα να εμπλακούν πάνω σε συγκεκριμένες δράσεις, οι οποίοι υφίστανται επιβεβλημένο εθελοντισμό ή πενιχρές αμοιβές.
  • Τον εξαναγκαστικό ανταγωνισμό αυταρέσκειας είτε των μεγάλων θεσμών που είναι αποκομμένοι από τις κοινωνικές πραγματικότητες, είτε των μικρών τοπικών συλλόγων που έχουν πελατειακές σχέσεις.
  • Μια διάθεση περιορισμού, μείωσης ή απαγόρευσης με κάθε τρόπο των εργαστηρίων και των κοινωνικών πρακτικών δρόμου.
  • Η διοικητική δυσπραγία και περιορισμός των αιτημάτων για αδειοδότηση εγκατάστασης στον δρόμο ωθούν καμιά φορά στο να μην ζητάς πια αδειοδότηση, προκειμένου να αποφύγεις την εγκατάλειψη της δράσης λόγω μιας άρνησης.
  • Το αμάλγαμα ανάμεσα στην κοινωνική παιδαγωγική και στον κοινοτικό ή κυβερνητικό μηχανισμό για «πρόληψη της παραβατικότητας» και της «κοινωνικής ηρεμίας».

Άρση των ιδεολογικών εμποδίων

Σήμερα η κοινωνική παρουσία στο πεδίο γύρω από πληθυσμούς που υφίστανται την κοινωνική, πολιτική, θεσμική, οικονομική και συμβολική βία, αποτελεί μια πράξη μείζονος σημασίας. Οι θεσμοί προσπαθούν να κερδίσουν χρόνο. Προκειμένου να μην βλέπουν την τεράστια κοινωνική κρίση που βρίσκεται σε εξέλιξη, αναδιπλώνονται στον εαυτό τους και πολλαπλασιάζουν τα εμπόδια απέναντι στο κοινό τους. Ένα κύμα τάξης και ασφάλειας κατακλύζει τη χώρα. Αυτή η άλλοτε υγειονομική και άλλοτε αστυνομική ασφάλεια, αφήνει στην ανασφάλεια τόσο κοινωνική όσο και καθολική τις οικογένειες και τα παιδιά των λαϊκών τάξεων.

Μια πολιτική της ποινικοποίησης προσπαθεί να αποσιωπήσει προβληματικές οι οποίες παραμένουν χωρίς λύση. Οι κοινωνικοί λειτουργοί που ασχολούνται με αυτά τα θέματα υφίστανται οι ίδιοι τα αποτελέσματα αυτής της «ασφάλειας», υπό τη μορφή εμποδίων, φρένων ή άρνησης πραγματοποίησης των δράσεών τους. Ωστόσο, οι κοινωνικές πραγματικότητες που αποσιωπούνται, επιστρέφουν πάντα φέροντας μαζί τους τις δικές τους τραγωδίες και βία κάθε είδους.

Πρέπει να επιβάλλουμε σήμερα έναν ρεαλισμό και έναν πραγματισμό για να αντιμετωπίσουμε την κατάσταση μιας κοινωνίας που υποβαθμίζεται. Το να βγουν από την αορατότητα πληθυσμοί και θεμελιώδεις προβληματικές έγινε αναγκαιότητα.

Η κοινωνική μεταμόρφωση: μια αναγκαιότητα

Προκειμένου να βγούμε από μια Κοινωνική Εργασία η οποία γραφειοκρατικοποιείται  και από μια Λαϊκή Εκπαίδευση θεσμοποιημένη από τις Δημόσιες Αρχές, είμαστε πεπεισμένοι ότι η Κοινωνική Παιδαγωγική μπορεί να αποτελέσει έναν πιθανό μοχλό προς την κοινωνική μεταμόρφωση, τον εκπαιδευτικό αγώνα και την κατασκευή μιας άλλης κοινωνίας. Κατασκευή μιας άλλης κοινωνίας γιατί οι παιδαγωγικές μας πρακτικές, που στηρίζονται σε ένα όραμα για τον κόσμο εμπνευσμένο από τα κοινά, το καθολικό και το συλλογικό, εγγράφονται σε αντίθεση με την κυρίαρχη νεοφιλελεύθερη εντολή. Η παιδαγωγική μας παραιτείται από  την υποδούλωση της εκπαίδευσης αρνούμενη τον διαχωρισμό της παιδαγωγικής εργασίας, τον κατακερματισμό των πρακτικών, την καρατόμηση της εκπαίδευσης σε διαθέσιμα μέσα τα οποία υπακούν στην δημόσια αγορά.

Η παιδαγωγική μας είναι αυτή της πραγματικότητας, της προσέγγισης  και της γνώσης του περιβάλλοντος, επιτρέποντάς μας έτσι να κάνουμε μια διαπίστωση των κοινωνικών συνθηκών διαβίωσης, των ανισοτήτων, των αδικιών που βιώνονται στις γειτονιές και στους άλλους δημόσιους χώρους. Η νομιμότητά μας προέρχεται από αυτή τη γνώση της πραγματικότητας, αυτή μας εμπνέει και μας οδηγεί καθώς η επιλογή μας είναι να την μεταμορφώσουμε παρά να την υποστούμε. Η εκπαιδευτική μοιρολατρία1 δεν αποτελεί επιλογή για εμάς.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, οι συλλογικές, πολιτικές και ελεύθερες πρωτοβουλίες θεωρούνται και γίνονται αντιληπτές ως απειλή ή δυσπιστία στην καθεστηκυία τάξη πραγμάτων. Αυτές οι συνθήκες εφαρμογής της δημοκρατίας αντιπροσωπεύουν σε εμάς έναν πραγματικό κίνδυνο για το κοινό μας μέλλον, όπου το ατομικό δικαίωμα παίρνει προβάδισμα έναντι των συλλογικών ελευθεριών.

Απέναντι σε αυτή την αυταρχικότητα, απαιτούμε μια εκπαίδευση της απελευθέρωσης, της αντιπαράθεσης και της αλληλοβοήθειας φιλοδοξώντας να επανανοηματοδοτηθούν οι αξίες της ζωντανής και μόνιμης δημοκρατίας. Αμφισβητούμε την ιδιωτικοποίηση του δημόσιου διαλόγου από ειδικούς και τεχνοκράτες που είναι αποκομμένοι από τις κοινωνικές και λαϊκές πραγματικότητες. Η δική μας Παιδαγωγική, λοιπόν, είναι αυτή της συνέλευσης, της ομάδας, της συζήτησης των ιδεών και της υπευθυνότητας, σημεία απαραίτητα για την εφαρμογή της ατομικής και της συλλογικής αυτονομίας.

Πέρα από το «ζούμε μαζί», η Κοινωνική Παιδαγωγική στοχεύει στο να δημιουργήσει κοινωνία από την επιλογή του κοινού: αυτού που μοιραζόμαστε και αυτού που ζούμε μαζί. Η διάδραση των ηλικιών και η άρνηση διαχωρισμού των πληθυσμών συγκρούονται με την σύγχρονη κοινωνία ωθώντας στον αγώνα των γενεών, τα φύλα και τις ταυτότητες. Ο δρόμος, ο οποίος αποτελεί τον κοινό μας τόπο, συγκεντρώνει όλους τους πληθυσμούς, τους απομονωμένους, τους αόρατους, τους ευάλωτους, τους ανυπότακτους. Η επιλογή μας, λοιπόν, είναι να είμαστε εκεί, ανάμεσα στα κοινά.

Μέσα σε μια κοινωνία που κατακερματίζεται, περιορίζεται και ψηφιοποιείται, η αφετηρία της Κοινωνικής Παιδαγωγικής να απαλλαχθεί από υλικά και πνευματικά εμπόδια δεν ήταν ποτέ άλλοτε τόσο επίκαιρη. Μέσα σε αυτό το συνεχές, επιθυμούμε επίσης να απαλλαχθούμε από πρακτικές κάθε είδους, χωρίς να περιορίζουμε τις κοινωνικές και παιδαγωγικές μας δράσεις. Στην Κοινωνική Παιδαγωγική, η εργασία του πολιτισμού2 έχει κεντρική θέση κυρίως μέσω της έκφρασης, της δημιουργίας και του καλλιτεχνικού πειραματισμού. Μέσα από αυτή την αυστηρή εργασία του πολιτισμού μπορεί να χαραχθεί το μονοπάτι της χειραφέτησης όχι μέσα από την ενατένιση, καθώς ο πολιτισμός χωρίς όραμα χειραφέτησης δεν είναι παρά μόνο ψυχαγωγία και διασκέδαση στην υπηρεσία των δυνατών. Αυτό είναι το ζήτημα στην Κοινωνική Παιδαγωγική: O πολιτισμός είναι επαναστατικός γιατί δεν υπόκειται στους κώδικες και τους περιορισμούς της εσωστρέφειας, του διαχωρισμού και του Εγώ.

         1  Πάουλο Φρέιρε, Παιδαγωγική της Αυτονομίας, Τουλούζη, Eres,  2006, σελ. 57+79

          2  Κριστιάν Μορέλ, Λαϊκή Παιδαγωγική και εργασία της     κουλτούρας, L’ Harmatan, 2006

Απευθύνουμε ένα μήνυμα

Σε κάποιες πόλεις και σε κάποιες συνοικίες υπάρχουν οργανώσεις που εμποδίζονται να δουλέψουν στον δρόμο. Σε άλλες περιπτώσεις και σε άλλα μέρη συμβαίνει το αντίθετο: οι προσταγές των χορηγών των οργανώσεων να υλοποιήσουν αυτή την προσέγγιση. Σε αυτή την περίπτωση, είναι σημαντικό να τίθενται ορισμένα όρια, ώστε να μην υπάρξει σύγχυση μεταξύ της «δουλειάς στον δρόμο» και της «θεσμοποίησης του δρόμου» ή ακόμα χειρότερα, του «αποικισμού του δημόσιου χώρου από την κυρίαρχη εξουσία».

  • Η προσέγγιση κατασκευάζεται παιδαγωγικά και απηχεί μια εκπαιδευτική φιλοδοξία και όχι πρόοδο στην ορατότητα και την επικοινωνία, δηλαδή προσέλευση πελατείας. Είναι μια συλλογική κατασκευή που οφείλει να απαντάει σε μια ξεκάθαρη πολιτική κατεύθυνση των βασικών οργανωτικών δομών. Αυτή η πολιτική μπορεί να μεταφραστεί ως επιθυμία δράσης στον χώρο στον οποίο διαβιούν παιδιά και οικογένειες, όχι με στόχευση συμμετοχής αλλά με μια δυναμική ιδιοποίησης του χώρου.
  • Η προσέγγιση δεν είναι μια απλή χωρική μετατόπιση των δραστηριοτήτων.
  • Η ιδέα δεν είναι να μεταφέρουμε στον δρόμο μια πρακτική η οποία προϋπήρχε στις εσωτερικές αίθουσες των θεσμών. Η προσέγγιση συνίσταται στην κατασκευή της δραστηριότητας και της πρακτικής μέσα από τις συναντήσεις στον χώρο διαβίωσης.
  • Η προσέγγιση δεν αρκεί για να μεταμορφώσει την πραγματικότητα αν δεν συνίσταται μια παιδαγωγική χειραφέτησης και κοινωνικής σύνδεσης. Στην Κοινωνική Παιδαγωγική, ο χώρος της δραστηριότητας είναι πρωταρχικός ώστε να δομηθεί από κοινού αυτή η διαδικασία χειραφέτησης. Η προσέγγιση είναι απλά το πρώτο βήμα, η συνέχεια ανήκει στο κεφάλαιο Παιδαγωγική.
  • Το «εκτός των τειχών» δεν εμποδίζει να είναι εκτός εδάφους. Η πρακτική του δρόμου χρειάζεται μια γνώση για το τι συμβαίνει εκεί και την αναγνώριση της υπάρχουσας αναγκαιότητας του να δράσεις εκεί ακριβώς που πρέπει. Η Κοινωνική Παιδαγωγική αποτελεί μια επιφάνεια επικοινωνίας με τους πληθυσμούς και τις κοινωνικές πραγματικότητες.

Στην Κοινωνική Παιδαγωγική δεν αντιλαμβανόμαστε τον δρόμο σαν μια «αγορά» ή ένα παζάρι αναπαραγωγής των ανισοτήτων και άλλων ειδών κυριαρχίας που βρίσκουμε συνήθως μέσα σε ορισμένες λειτουργίες της κοινωνικής εργασίας. Ο δρόμος από μόνος του δεν προστατεύει τους θεσμούς  εκτός εδάφους και τις δυναμικές της «κατάκτησης» δυστυχώς αποκομμένες από τις λαϊκές πραγματικότητες. Ο δρόμος δεν μπορεί να εγγυηθεί από μόνος του το χειραφετητικό όραμα της δραστηριότητας καθώς, αν εμψυχωθεί με τρόπο κατευθυνόμενο και αυταρχικό, αυτό δεν την κάνει ελεύθερη και απλά δανείζεται χειραφέτηση. Αυτή η δράση θα παραμείνει φορέας έλλειψης επιλογής, στην εσωστρέφεια, στην υποταγή και στην αδυναμία ακόμη κι αν εφαρμόζεται σε ανοιχτό χώρο. Το «έξω από τα τείχη», επομένως, δεν είναι από μόνο του εγγύηση ελευθερίας. Η προσέγγιση μπορεί εξίσου να γίνει παγίδα εάν πρόκειται να μεταφερθεί στον δρόμο το δηλητήριο της θεσμικής κυριαρχίας και των μηχανισμών αποκλεισμού προερχόμενων από γραφειοκρατικές λειτουργίες.

Στην Κοινωνική Παιδαγωγική, ο δρόμος πρέπει να ειδωθεί ως ένας χώρος όπου οι σχέσεις υποταγής καταπολεμούνται από τις δικές μας επιλογές και τις δικές μας παιδαγωγικές τοποθετήσεις.

Συνοψίζοντας

Η Κοινωνική Παιδαγωγική δεν είναι ένας μηχανισμός. Ως εκ τούτου, δεν μπορεί να είναι ούτε αξιολογήσιμη ούτε ποσοτικοποιήσιμη, ούτε μεταβιβάσιμη αλλά μεταδοτική, μετρήσιμη και ζωντανή. Είναι η αρχή μιας συνδιαμόρφωσης του γενικού ενδιαφέροντος στο πλαίσιο μιας προοπτικής βελτίωσης των συνθηκών ζωής.

Μανιφέστο που δημιουργήθηκε με διαβούλευση 9 οργανώσεων που δραστηριοποιούνται στην Κοινωνική Παιδαγωγική, συζητήθηκε και εγκρίθηκε στο Φεστιβάλ Κοινωνικής Παιδαγωγικής στο Τσίλυ-Μαζαρίν (Παρίσι, Γαλλία), στις 29 Μαΐου 2021.

Μεταφράστηκε στην Ελλάδα από το «Σκασιαρχείο» (Νάγια Κοκμοτού και Πόλυ Ρεντζεποπούλου Βουτσά τον Ιούνιο του 2022).

Δεν υπάρχουν σχόλια: