Οι εξεταστικές πρακτικές παρουσιάζονται μέσα από την ιδεολογία της αξιοκρατίας
σαν διαγνωστική μέθοδος, που λειτουργώντας με βάση τα προκαθορισμένα
«αντικειμενικά» κριτήρια, καλείται να διαπιστώσει και παράλληλα να βραβεύσει ή
να απορρίψει τα διαφορετικά γνωστικά επίπεδα των μαθητών.
Στα πλαίσια αυτά η «αντιγραφή» ή «καταδολίευση των εξετάσεων» σύμφωνα με τον
Ευστάθιο Δημητρόπουλο, ορίζεται σαν η «ενέργεια εκείνη που
διαταράσσει τη σχέση ανάμεσα στην πραγματική γνώση του αντικειμένου και στο
βαθμό επίδοσης», κοντολογίς σημαίνει δυσλειτουργία της λεγόμενης «αξιοκρατικής
επιλογής». Με τον όρο «αντιγραφή κατά τις εξετάσεις» εννοούμε τη χρήση
σημειώματος ή βιβλίου, το κοίταγμα στο γραπτό άλλου εξεταζόμενου, την
προφορική συνεννόηση μεταξύ των εξεταζομένων, την πλαστοπροσωπία (αφορά κυρίως
τις εξετάσεις στις διάφορες Σχολές των ΑΕΙ-ΤΕΙ) κ.λπ.
Να τονίσουμε εδώ ότι η αντιγραφή δεν αποτελεί μια ακόμη «ιδιαιτερότητα» της
ελληνικής εκπαίδευσης, ούτε είναι η σημερινή γενιά των μαθητών ή των
σπουδαστών που διεκδικεί το μονοπώλιο της αντιγραφής. Πρόκειται για πανάρχαιο
φαινόμενο, συνηθισμένο, όπως σημειώνει ο Παναγιώτης Γεωργούσης, στα
εκπαιδευτικά συστήματα των ευρωπαϊκών χωρών και των ΗΠΑ.
Σε έρευνα που πραγματοποιήθηκε το 2020 σε 630 μαθητές Γυμνασίων και
Λυκείων του Πειραιά, του Μοσχάτου, της Νέας Σμύρνης, της Καλλιθέας, της Γλυφάδας, της Βέροιας, του Ηρακλείου Κρήτης και της Θεσσαλονίκης, αναδείχθηκε καθαρά αυτό που και η κοινή εμπειρία έχει καταγράψει.
Ο ένας στους δύο μαθητές έχει, σύμφωνα με δήλωσή του, αντιγράψει στη διάρκεια της εκπαιδευτικής του «ιστορίας» μία τουλάχιστον φορά. Τελικά το 69% των μαθητών που ρωτήθηκαν δήλωσαν ότι έχουν αντιγράψει ή έχουν προσπαθήσει να αντιγράψουν κατά τις εξετάσεις.
Το ότι οι μαθητές μας αντιγράφουν ή προσπαθούν να αντιγράψουν στη διάρκεια των
εξετάσεων, είναι γνωστό τόσο στην εκπαιδευτική κοινότητα όσο και σε όλη την
κοινωνία. Το να «φωτογραφίσουμε» όμως αυτή την πραγματικότητα, δεν είναι καθόλου
αρκετό. Το ζήτημα είναι να βρούμε τις πραγματικές αιτίες του φαινομένου της
αντιγραφής, έτσι ώστε να φύγουμε από την κατάσταση όπου «οι μαθητές θέλουν να
αντιγράψουν και οι εκπαιδευτικοί τούς αστυνομεύουν άλλοτε αποτελεσματικά,
άλλοτε όχι» και να περάσουμε στην κατάσταση όπου «οι μαθητές δεν θα θέλουν να αντιγράφουν»!
Το σημερινό σχολείο και ειδικά στη μεσαία του βαθμίδα, εξακολουθεί να
παραμένει ένα θλιβερό εξεταστικό κέντρο, με επίκεντρο τον παπαγαλισμό και τον
παράλογο ανταγωνισμό που ωθεί τους μαθητές όχι στη θετική επαφή τους με τη
γνώση και στην απόκτηση κριτικής σκέψης, αλλά στον καριερισμό και τον πρωτομαθητισμό.
Το σκονάκι είναι παιδί της παπαγαλίας, αφού το εκπαιδευτικό μας σύστημα
ωθεί στην παπαγαλία και αυτή με τη σειρά της στην αντιγραφή. Στο σχολείο και
ιδιαίτερα στις εξετάσεις, αυτό που βαθμολογείται είναι η απομνημονευτική
δυνατότητα του μαθητή. Το σκονάκι θεωρείται προέκταση της μνήμης και έρχεται
να καλύψει τα κενά της.
Σε παλιότερη έρευνα οι εκπαιδευτικοί σωστά επεσήμαιναν ως κυριότερους λόγους
της αντιγραφής το εξεταστικό άγχος, το φόβο της απόρριψης, την έλλειψη ηθικών
αξιών, τη γενικότερη αντίστοιχη νοοτροπία της κοινωνίας μας, τη βαθμοθηρική
συμπεριφορά των μαθητών και των γονέων τους.
Έχει διαπιστωθεί ότι όσο αυξάνουν οι εξεταστικές πρακτικές, όσο πιο «κρίσιμες»
για τη σχολική «καριέρα» του μαθητή θεωρούνται οι εξετάσεις, τόσο πιο πολύ
αυξάνεται η συχνότητα του φαινομένου της αντιγραφής!
Η μετατροπή του σχολείου σε εξεταστικό ναρκοπέδιο θα υφάνει αριστοτεχνικά την
απογείωση της βαθμοθηρίας και του «εξεταστικού άγχους» μαθητών και γονιών, που
με τη σειρά τους είναι σίγουρο ότι θα αποτελέσουν την μπαταρία που θα φορτίσει
ακόμη περισσότερο την «αντιγραφή»...
Η με κάθε τρόπο διεκδίκηση από την πιο τρυφερή ηλικία του «βαθμού», των
«μορίων», των «πόντων», των «μονάδων» δεν είναι παρά η προβολή στο
εκπαιδευτικό επίπεδο τής με κάθε τρόπο διεκδίκησης του χρήματος σε μια
κοινωνία που τα πάντα κύρος, θέση, γόητρο εξαρτώνται από αυτό.
Τα συμπεράσματα αυτά επιβεβαιώνονται δραματικά σε έρευνα του
πανεπιστημιακού Παναγιώτη Γεωργούση, ο οποίος στην προσπάθειά του να
ανιχνεύσει, μεταξύ άλλων, τους λόγους αντιγραφής των φοιτητών, ζήτησε να
απαντήσουν στην ερώτηση «εάν θεωρούν ως σημαντικότερη αιτία της αντιγραφής την
έμφαση που δίνεται στους υψηλούς βαθμούς».
Η ερώτηση απευθύνθηκε σε 476 τεταρτοετείς φοιτήτριες και φοιτητές των
Παιδαγωγικών Τμημάτων Νηπιαγωγών των Πανεπιστημίων Αθηνών, Θεσσαλονίκης,
Πατρών, Ιωαννίνων, Κρήτης, Θράκης, Θεσσαλίας και Αιγαίου.
Η απάντηση;
Το 59% των φοιτητών εξέφρασαν την άποψη ότι το κυνήγι όσο το δυνατόν
μεγαλύτερης βαθμολογίας λιπαίνει αριστοτεχνικά το έδαφος για την αντιγραφή
Το ότι η «αντιγραφή» με τις όποιες μορφές της χαρακτηρίζει αρνητική
συμπεριφορά που έχει τους λόγους και τις αιτίες της είναι σαφές και
καθαρό.
Το να αναγορεύεται όμως σαν το υπ' αριθμόν 1 πρόβλημα της αξιοκρατικής
επιλογής των μαθητών μακράν απέχει από την πραγματικότητα!
Είναι φανερό ότι πίσω από την εμφάνιση και καταγγελία του φαινομένου της
αντιγραφής, ως ενέργειας που «δημιουργεί ρήγματα στην αξιοκρατική επιλογή των
μαθητευομένων», κρύβεται επιμελώς η όλη λειτουργία των επιλεκτικών - εξεταστικών μηχανισμών του σχολείου που έχουν τη δυνατότητα να διαγράφουν νόμιμα και «αξιοκρατικά»
όλες εκείνες τις μη ευνοημένες καταστάσεις μαθητών (μαθητές λαϊκών στρωμάτων -
απομακρυσμένων περιοχών) που δεν «παίρνουν τα γράμματα».
Αλήθεια, ποιο «σκονάκι» μπορεί να αλλάξει τη ζωή σε αυτά τα παιδιά;
ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ ότι κατά τη διάρκεια των εξετάσεων για κατάληψη δημόσιας θέσης στην
αρχαία Κίνα, οι εξεταζόμενοι τοποθετούνταν σε ατομικούς θαλάμους, για να μη
μπορούν να βλέπουν τα γραπτά των άλλων, πριν εισέλθουν στο θάλαμο εξέτασης
ερευνούνταν εξονυχιστικά μην τυχόν και έφεραν μαζί τους σημειώματα και ίσχυε η
ποινή του θανάτου για τους εξεταστές και τους εξεταζόμενους αν κάποιος
αποδεικνυόταν ένοχος αντιγραφής. Αλλά, όμως, η αντιγραφή λάμβανε χώρα. Μάλιστα
στο Τμήμα Ανατολικών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Princeton των ΗΠΑ εκτίθεται
ένα «υποκάμισο αντιγραφής», χειροτέχνημα από την αρχαία Κίνα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου