Tα παιδιά με προβλήματα συμπεριφοράς αποτελούν μία «ανομοιογενή» ομάδα, η οποία απαρτίζεται από παιδιά που είναι κοινωνικά απομονωμένα μέχρι εκείνα που αρνούνται το σχολείο και παρουσιάζουν έλλειψη εκπαιδευτικής και κοινωνικής προόδου. Όλη αυτή η κατάσταση δημιουργεί .... αρνητικά συναισθήματα στους εκπαιδευτικούς και τους γονείς, όπως «θυμό», «απογοήτευση» και αίσθημα «ανεπάρκειας»
. Οι γύρω τους μπορεί να βιώνουν την αίσθηση ότι «έχω δοκιμάσει τα πάντα», να έχουν φτάσει στο τέλος του δρόμου και το τέλος να είναι η αίσθηση της αποτυχίας, της ματαίωσης ή της πλήρης απόρριψης του παιδιού με τη μορφή της αποβολής ή της τιμωρίας. Ωστόσο, οι αποβολές, οι αποκλεισμοί από το σχολείο και οι τιμωρίες στο σπίτι δεν οδηγούν στην αντιμετώπιση των συναισθηματικών και συμπεριφορικών δυσκολιών. Τα παιδιά με προβλήματα συμπεριφοράς δεν είναι «κακά» παιδιά. Είναι παιδιά με δυσκολίες, για τις οποίες δεν ευθύνονται αυτά, αλλά πληρώνουν τις συνέπειές τους.
Ορισμός:
Μια συμπεριφορά είναι προβληματική ή διαταραγμένη ή ανεπιθύμητη, όταν ενοχλεί το ίδιο το παιδί ή τα πρόσωπα του περιβάλλοντός του και προκαλεί δυσάρεστα συναισθήματα στο ίδιο ή στα πρόσωπα του περιβάλλοντός του (Καλαντζή-Αzizi, 1985).
Οι Cooper και Upton (1990) υποστηρίζουν ότι η προβληματική συμπεριφορά είναι αποτέλεσμα κοινωνικής αλληλεπίδρασης και δεν δημιουργείται μόνο από το μαθητή που επιδεικνύει τη συμπεριφορά. Επίσης, υπογραμμίζουν ότι η αιτία για την εμφάνιση της προβληματικής συμπεριφοράς κατανοείται στο πλαίσιο των δράσεων και αλληλεπιδράσεων μεταξύ των συμμετεχόντων στο συγκεκριμένο περιβάλλον.
Προσεγγίζοντας τις προβληματικές συμπεριφορές των μαθητών, ο Durant (1995) υιοθετεί την οικοσυστημική προσέγγιση, η οποία βασίζεται στις εξής παραδοχές:
1. Η προβληματική συμπεριφορά κατανοείται καλύτερα μέσα σε ένα πλαίσιο αλληλεπιδράσεων που συντηρούν αυτή την συμπεριφορά. Αυτό συμβαίνει χωρίς οι εμπλεκόμενοι (π.χ. εκπαιδευτικοί) να το συνειδητοποιούν. Ενθαρρύνουν δηλαδή οι εκπαιδευτικοί ή οι γονείς την προβληματική συμπεριφορά των μαθητών με κάποιες από τις δικές τους συμπεριφορές (π.χ. απειλές, προσβολές προς τους μαθητές κλπ).
2. Η προβληματική συμπεριφορά συνήθως συνεχίζει να υφίσταται γιατί οι γονείς ή/και οι εκπαιδευτικοί συνεχίζουν να αντιδρούν με τον ίδιο τρόπο απέναντι στην προβληματική συμπεριφορά, και χωρίς να το επιδιώκουν, συμβάλλουν στη διατήρηση του προβλήματος.
3. Μια αλλαγή στην προβληματική συμπεριφορά μπορεί να οδηγήσει και σε άλλες αλλαγές και μακροχρόνιες θετικές επιπτώσεις σε πολλές πλευρές της συμπεριφοράς του μαθητή.
Συνήθως όταν υπάρχουν προβληματικές συμπεριφορές μαθητών, οι ειδικοί και οι παιδαγωγοί επικεντρώνονται σε ατομικό επίπεδο επίλυσης των προβλημάτων και αγνοούν το συστημικό επίπεδο.
Επομένως οι αλλαγές αυτές είναι ασυντόνιστες, βραχυπρόθεσμες και χωρίς συνέπεια (Borgelt & Conoly,1999).
Προβλήματα συμπεριφοράς:
Τα κοινά χαρακτηριστικά γνωρίσματα που μπορούν να διακριθούν (χωριστά ή σε διαφορετικούς σχεδιασμούς) είναι: έλλειψη αυτοελέγχου, έλλειψη ενδιαφέροντος για τη σχολική εργασία, πολεμική διάθεση, καταστροφικότητα, αμέλεια για τα αισθήματα και τις ανάγκες των άλλων, βραδύτητα στη μάθηση. Επιπρόσθετες μορφές συναισθηματικών και συμπεριφορικών δυσκολιών περιλαμβάνουν περιθωριοποίηση, κατάθλιψη ή τάσεις αυτοκτονίας, αντικοινωνικές τάσεις και απογοήτευση, θυμό και απειλή για πραγματική βία Τα παιδιά με συναισθηματικές και συμπεριφορικές δυσκολίες έχουν θεμελιώδη προβλήματα στη διαμόρφωση και διάκριση ουσιαστικών ενισχυτικών σχέσεων. Ίσως οδηγηθούν σε άρνηση ή απομόνωση στη σχολική τάξη.
Διαταραγμένες συμπεριφορές είναι οι συμπεριφορές εκείνες που γενικά οι εκπαιδευτικοί αναφέρουν ως ενοχλητικές και εμποδίζουν τη φυσιολογική πρόοδο της εργασίας στην τάξη ή της κανονικής εργασίας του ατόμου. Αυτές εκτείνονται από έλλειψη προσοχής στο χαμηλότερο επίπεδο έως την απορριπτική επιθετικότητα και τη βία στο υψηλότερο. Με άλλα λόγια μια γενική ανικανότητα του μαθητή να ενταχθεί στην ομάδα, να ακολουθήσει τους
κανόνες, να σχετιστεί με τον εκπαιδευτικό και τους συμμαθητές και να εργαστεί στις εργασίες στην τάξη. Οι ελαφρές διαταραχές της συμπεριφοράς των μαθητών συχνά μπορεί να οξυνθούν από πολλούς και ποικίλους παράγοντες και μπορεί να εξελιχθούν σε πολύ σοβαρότερες με κίνδυνο την εξαίρεση του μαθητή από το σχολείο. Η προκλητική συμπεριφορά εμποδίζει τη μάθηση και τις ευκαιρίες των άλλων μαθητών, ενώ προκαλεί υπερβολικό άγχος και στον εκπαιδευτικό, σ’ ένα σχολικό περιβάλλον που εφαρμόζεται συγκεκριμένο πρόγραμμα για όλους.
Στο κανονικό σχολείο δύο είναι οι συχνότερες κατηγορίες προβλημάτων συμπεριφοράς που εμφανίζουν οι μαθητές:
Υπερβολική ενεργητικότητα και
Απόσυρση-απομόνωση και παθητικότητα.
Και οι δύο αυτές περιπτώσεις σχετίζονται και με την ανάπτυξη συναισθηματικών διαταραχών, με χαμηλή αυτοεκτίμηση. Όσο σοβαρότερες οι διαταραχές της συμπεριφοράς τους τόσο και χαμηλότερος ο βαθμός αυτοεκτίμησής τους.
Στην πρώτη κατηγορία που είναι και η πιο διαδεδομένη και ενοχλητική οι δυσκολίες ξεκινούν από την ιδιοσυγκρασία του ατόμου και εμφανίζονται με αναλογία 5 αγόρια προς 1 κορίτσι. Εδώ παρατηρούμε τις παρακάτω συμπεριφορές:
Ο μαθητής προσπαθεί να τραβήξει την προσοχή: Μιλώντας συνέχεια, φωνάζοντας, κάνοντας ανόητους θορύβους σφυρίζοντας, τρίζοντας τα έπιπλα, σηκώνοντας τα χέρια, στριφογυρίζοντας στο πάτωμα, κάνοντας τον κλόουν, ενοχλώντας λεκτικά. Περιφέρεται, απορρίπτει, χτυπά, επιτίθεται λεκτικά και φυσικά σε ανθρώπους και σε περιουσία, τεμπελιάζει, κλέβει, αρνείται, δε δέχεται συστάσεις, δεν έχει κίνητρα, δεν έχει αναπτύξει τον αυτοέλεγχό του, παρουσιάζει έλλειψη προσοχής και είναι ανίκανος να καθίσει
ήρεμος. Είναι άυπνος και κάνει το μωρό. Στα διαλείμματα είναι εξαιρετικά ζωηρός, γίνεται επικίνδυνος για τους άλλους μαθητές ή κινδυνεύει και ο ίδιος, είναι συνήθως επιθετικός ,δεν εντάσσεται στην ομάδα και δεν είναι αποδεκτός απ’ αυτήν. Αυτός ο τύπος μαθητή απασχολεί και περισσότερο χρόνο τον εκπαιδευτικό μέσα στην τάξη και αν δεν είναι έμπειρος και ενημερωμένος αυτό μπορεί να γίνεται εις βάρος της εκπαιδευτικής διαδικασίας και των άλλων μαθητών.
Στη δεύτερη περίπτωση, ο μαθητής μένει αδιάφορος ή κάνει τον αδιάφορο, είναι απομονωμένος, μελαγχολικός, δεν παίζει, δεν κοινωνικοποιείται δεν είναι στην τάξη. Συχνά οι περιπτώσεις αυτές των μαθητών είναι σοβαρότερες των πρώτων.
Πρέπει να σημειώσουμε ότι όλα τα παιδιά και αυτά που χαρακτηρίζονται ως φυσιολογικά, άλλα λιγότερο και άλλα περισσότερο, παρουσιάζουν προβλήματα προσαρμογής και δυσκολίες στη σχολική τους καριέρα. Η διαφορά έγκειται στο βαθμό που παρουσιάζονται οι δυσκολίες αυτές. Γι’ αυτό και είναι δύσκολος ο χαρακτηρισμός τους.
Για να γίνει η συμπεριφορά πρόβλημα πρέπει να έχει 3 χαρακτηριστικά: Επιμονή, Διαχυτικότητα και Νοσηρότητα.
Για όλες , τις συμπεριφορές αυτές στο σχολείο τα αίτια μπορεί να είναι:
1. Το φτωχό και προβληματικό οικογενειακό περιβάλλον και οι κοινωνικές ανισότητες. Οι κακές οικογενειακές σχέσεις, ένα διαζύγιο, η κληρονομικότητα, οι ασθένειες, η καταπίεση από ένα αυταρχικό γονέα, ο ξυλοδαρμός, η γέννηση ενός μωρού, ο θάνατος ενός αγαπημένου προσώπου.
2. το σχολικό περιβάλλον και ο ίδιος ο εκπαιδευτικός ή οι συμμαθητές. Εχθρότητα, κακή στάση, κακή εκτίμηση των ικανοτήτων του μαθητή, κατηγορίες, απόρριψη, πίεση, στέρηση, καταναγκασμός, σκληρή πειθαρχία, κακό κλίμα στην τάξη.
Όλες αυτές οι αιτίες αν παρατηρηθούν σωστά από τον εκπαιδευτικό σε συνεργασία οπωσδήποτε με τους ειδικούς, αλλά και τους γονείς που πρέπει να βοηθήσουν το παιδί τους, εντοπιστούν οι πραγματικές αιτίες και οργανωθεί ένα κατάλληλο πρόγραμμα παρέμβασης, τότε οι συμπεριφορές αυτές μπορούν να βελτιωθούν πολύ μέχρι και να εκλείψουν και με την ηλικιακή ωρίμανση του ατόμου. Γιατί κάθε παιδί είναι μια ξεχωριστή προσωπικότητα και όταν παρουσιάζει δυσκολίες χρειάζεται η εξατομικευμένη διερεύνηση των αιτίων, που προϋποθέτει τη συνεργασία δασκάλων του σχολείου, ειδικών και γονέων. Χωρίς συντονισμένες προσπάθειες δε θα έχουμε σωστά και γρήγορα αποτελέσματα. Επιπλέον, όσο πιο γρήγορα παρέμβουμε, τόσο και πιο επιτυχημένη θα είναι η βοήθειά μας προς το παιδί που εξάλλου αποτελεί και τον κοινό στόχο σχολείου και οικογένειας.
Βιβλιογραφία:
Cooper, P. & Upton, G. (1990) An ecosystemic approach to emotional and behaviourial difficulties in schools,Educational Psychology, 10 (4) 301-322.
Apter, S. J., & Conoley, J. (1984)Childhood behavior disorders and emotional disturbance: An introduction to teaching troubled children. Englewood Cliffs, NJ: Prentice Hall.
Durant, M. (1995) Creative Strategies for School Problems: Solutions for Psychologists and Teachers. New York: W. W. Norton & Co.
Molnar, A. & Linquist, B. (1989) Προβλήματα Συμπεριφοράς στο Σχολείο. Οικοσυστημική Προσέγγιση(Επιμέλεια Α. Καλαντζή-Αζίζι). Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.
Καλαντζή - Azizi, Α. (1η έκδ. 1985, 5η έκδ. 1995). "Εφαρμοσμένη Κλινική Ψυχολογία στο χώρο του σχολείου". Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.
ΓΙΑ ΤΟ ΚΕΝΤΡΟ ΠΡΟΛΗΨΗΣ «ΟΡΙΖΟΝΤΕΣ»
Κατσαρού Μαρία
Ψυχολόγος-Συστημική Οικογενειακή Ψυχοθεραπεύτρια
Ορισμός:
Μια συμπεριφορά είναι προβληματική ή διαταραγμένη ή ανεπιθύμητη, όταν ενοχλεί το ίδιο το παιδί ή τα πρόσωπα του περιβάλλοντός του και προκαλεί δυσάρεστα συναισθήματα στο ίδιο ή στα πρόσωπα του περιβάλλοντός του (Καλαντζή-Αzizi, 1985).
Οι Cooper και Upton (1990) υποστηρίζουν ότι η προβληματική συμπεριφορά είναι αποτέλεσμα κοινωνικής αλληλεπίδρασης και δεν δημιουργείται μόνο από το μαθητή που επιδεικνύει τη συμπεριφορά. Επίσης, υπογραμμίζουν ότι η αιτία για την εμφάνιση της προβληματικής συμπεριφοράς κατανοείται στο πλαίσιο των δράσεων και αλληλεπιδράσεων μεταξύ των συμμετεχόντων στο συγκεκριμένο περιβάλλον.
Προσεγγίζοντας τις προβληματικές συμπεριφορές των μαθητών, ο Durant (1995) υιοθετεί την οικοσυστημική προσέγγιση, η οποία βασίζεται στις εξής παραδοχές:
1. Η προβληματική συμπεριφορά κατανοείται καλύτερα μέσα σε ένα πλαίσιο αλληλεπιδράσεων που συντηρούν αυτή την συμπεριφορά. Αυτό συμβαίνει χωρίς οι εμπλεκόμενοι (π.χ. εκπαιδευτικοί) να το συνειδητοποιούν. Ενθαρρύνουν δηλαδή οι εκπαιδευτικοί ή οι γονείς την προβληματική συμπεριφορά των μαθητών με κάποιες από τις δικές τους συμπεριφορές (π.χ. απειλές, προσβολές προς τους μαθητές κλπ).
2. Η προβληματική συμπεριφορά συνήθως συνεχίζει να υφίσταται γιατί οι γονείς ή/και οι εκπαιδευτικοί συνεχίζουν να αντιδρούν με τον ίδιο τρόπο απέναντι στην προβληματική συμπεριφορά, και χωρίς να το επιδιώκουν, συμβάλλουν στη διατήρηση του προβλήματος.
3. Μια αλλαγή στην προβληματική συμπεριφορά μπορεί να οδηγήσει και σε άλλες αλλαγές και μακροχρόνιες θετικές επιπτώσεις σε πολλές πλευρές της συμπεριφοράς του μαθητή.
Συνήθως όταν υπάρχουν προβληματικές συμπεριφορές μαθητών, οι ειδικοί και οι παιδαγωγοί επικεντρώνονται σε ατομικό επίπεδο επίλυσης των προβλημάτων και αγνοούν το συστημικό επίπεδο.
Επομένως οι αλλαγές αυτές είναι ασυντόνιστες, βραχυπρόθεσμες και χωρίς συνέπεια (Borgelt & Conoly,1999).
Προβλήματα συμπεριφοράς:
Τα κοινά χαρακτηριστικά γνωρίσματα που μπορούν να διακριθούν (χωριστά ή σε διαφορετικούς σχεδιασμούς) είναι: έλλειψη αυτοελέγχου, έλλειψη ενδιαφέροντος για τη σχολική εργασία, πολεμική διάθεση, καταστροφικότητα, αμέλεια για τα αισθήματα και τις ανάγκες των άλλων, βραδύτητα στη μάθηση. Επιπρόσθετες μορφές συναισθηματικών και συμπεριφορικών δυσκολιών περιλαμβάνουν περιθωριοποίηση, κατάθλιψη ή τάσεις αυτοκτονίας, αντικοινωνικές τάσεις και απογοήτευση, θυμό και απειλή για πραγματική βία Τα παιδιά με συναισθηματικές και συμπεριφορικές δυσκολίες έχουν θεμελιώδη προβλήματα στη διαμόρφωση και διάκριση ουσιαστικών ενισχυτικών σχέσεων. Ίσως οδηγηθούν σε άρνηση ή απομόνωση στη σχολική τάξη.
Διαταραγμένες συμπεριφορές είναι οι συμπεριφορές εκείνες που γενικά οι εκπαιδευτικοί αναφέρουν ως ενοχλητικές και εμποδίζουν τη φυσιολογική πρόοδο της εργασίας στην τάξη ή της κανονικής εργασίας του ατόμου. Αυτές εκτείνονται από έλλειψη προσοχής στο χαμηλότερο επίπεδο έως την απορριπτική επιθετικότητα και τη βία στο υψηλότερο. Με άλλα λόγια μια γενική ανικανότητα του μαθητή να ενταχθεί στην ομάδα, να ακολουθήσει τους
κανόνες, να σχετιστεί με τον εκπαιδευτικό και τους συμμαθητές και να εργαστεί στις εργασίες στην τάξη. Οι ελαφρές διαταραχές της συμπεριφοράς των μαθητών συχνά μπορεί να οξυνθούν από πολλούς και ποικίλους παράγοντες και μπορεί να εξελιχθούν σε πολύ σοβαρότερες με κίνδυνο την εξαίρεση του μαθητή από το σχολείο. Η προκλητική συμπεριφορά εμποδίζει τη μάθηση και τις ευκαιρίες των άλλων μαθητών, ενώ προκαλεί υπερβολικό άγχος και στον εκπαιδευτικό, σ’ ένα σχολικό περιβάλλον που εφαρμόζεται συγκεκριμένο πρόγραμμα για όλους.
Στο κανονικό σχολείο δύο είναι οι συχνότερες κατηγορίες προβλημάτων συμπεριφοράς που εμφανίζουν οι μαθητές:
Υπερβολική ενεργητικότητα και
Απόσυρση-απομόνωση και παθητικότητα.
Και οι δύο αυτές περιπτώσεις σχετίζονται και με την ανάπτυξη συναισθηματικών διαταραχών, με χαμηλή αυτοεκτίμηση. Όσο σοβαρότερες οι διαταραχές της συμπεριφοράς τους τόσο και χαμηλότερος ο βαθμός αυτοεκτίμησής τους.
Στην πρώτη κατηγορία που είναι και η πιο διαδεδομένη και ενοχλητική οι δυσκολίες ξεκινούν από την ιδιοσυγκρασία του ατόμου και εμφανίζονται με αναλογία 5 αγόρια προς 1 κορίτσι. Εδώ παρατηρούμε τις παρακάτω συμπεριφορές:
Ο μαθητής προσπαθεί να τραβήξει την προσοχή: Μιλώντας συνέχεια, φωνάζοντας, κάνοντας ανόητους θορύβους σφυρίζοντας, τρίζοντας τα έπιπλα, σηκώνοντας τα χέρια, στριφογυρίζοντας στο πάτωμα, κάνοντας τον κλόουν, ενοχλώντας λεκτικά. Περιφέρεται, απορρίπτει, χτυπά, επιτίθεται λεκτικά και φυσικά σε ανθρώπους και σε περιουσία, τεμπελιάζει, κλέβει, αρνείται, δε δέχεται συστάσεις, δεν έχει κίνητρα, δεν έχει αναπτύξει τον αυτοέλεγχό του, παρουσιάζει έλλειψη προσοχής και είναι ανίκανος να καθίσει
ήρεμος. Είναι άυπνος και κάνει το μωρό. Στα διαλείμματα είναι εξαιρετικά ζωηρός, γίνεται επικίνδυνος για τους άλλους μαθητές ή κινδυνεύει και ο ίδιος, είναι συνήθως επιθετικός ,δεν εντάσσεται στην ομάδα και δεν είναι αποδεκτός απ’ αυτήν. Αυτός ο τύπος μαθητή απασχολεί και περισσότερο χρόνο τον εκπαιδευτικό μέσα στην τάξη και αν δεν είναι έμπειρος και ενημερωμένος αυτό μπορεί να γίνεται εις βάρος της εκπαιδευτικής διαδικασίας και των άλλων μαθητών.
Στη δεύτερη περίπτωση, ο μαθητής μένει αδιάφορος ή κάνει τον αδιάφορο, είναι απομονωμένος, μελαγχολικός, δεν παίζει, δεν κοινωνικοποιείται δεν είναι στην τάξη. Συχνά οι περιπτώσεις αυτές των μαθητών είναι σοβαρότερες των πρώτων.
Πρέπει να σημειώσουμε ότι όλα τα παιδιά και αυτά που χαρακτηρίζονται ως φυσιολογικά, άλλα λιγότερο και άλλα περισσότερο, παρουσιάζουν προβλήματα προσαρμογής και δυσκολίες στη σχολική τους καριέρα. Η διαφορά έγκειται στο βαθμό που παρουσιάζονται οι δυσκολίες αυτές. Γι’ αυτό και είναι δύσκολος ο χαρακτηρισμός τους.
Για να γίνει η συμπεριφορά πρόβλημα πρέπει να έχει 3 χαρακτηριστικά: Επιμονή, Διαχυτικότητα και Νοσηρότητα.
Για όλες , τις συμπεριφορές αυτές στο σχολείο τα αίτια μπορεί να είναι:
1. Το φτωχό και προβληματικό οικογενειακό περιβάλλον και οι κοινωνικές ανισότητες. Οι κακές οικογενειακές σχέσεις, ένα διαζύγιο, η κληρονομικότητα, οι ασθένειες, η καταπίεση από ένα αυταρχικό γονέα, ο ξυλοδαρμός, η γέννηση ενός μωρού, ο θάνατος ενός αγαπημένου προσώπου.
2. το σχολικό περιβάλλον και ο ίδιος ο εκπαιδευτικός ή οι συμμαθητές. Εχθρότητα, κακή στάση, κακή εκτίμηση των ικανοτήτων του μαθητή, κατηγορίες, απόρριψη, πίεση, στέρηση, καταναγκασμός, σκληρή πειθαρχία, κακό κλίμα στην τάξη.
Όλες αυτές οι αιτίες αν παρατηρηθούν σωστά από τον εκπαιδευτικό σε συνεργασία οπωσδήποτε με τους ειδικούς, αλλά και τους γονείς που πρέπει να βοηθήσουν το παιδί τους, εντοπιστούν οι πραγματικές αιτίες και οργανωθεί ένα κατάλληλο πρόγραμμα παρέμβασης, τότε οι συμπεριφορές αυτές μπορούν να βελτιωθούν πολύ μέχρι και να εκλείψουν και με την ηλικιακή ωρίμανση του ατόμου. Γιατί κάθε παιδί είναι μια ξεχωριστή προσωπικότητα και όταν παρουσιάζει δυσκολίες χρειάζεται η εξατομικευμένη διερεύνηση των αιτίων, που προϋποθέτει τη συνεργασία δασκάλων του σχολείου, ειδικών και γονέων. Χωρίς συντονισμένες προσπάθειες δε θα έχουμε σωστά και γρήγορα αποτελέσματα. Επιπλέον, όσο πιο γρήγορα παρέμβουμε, τόσο και πιο επιτυχημένη θα είναι η βοήθειά μας προς το παιδί που εξάλλου αποτελεί και τον κοινό στόχο σχολείου και οικογένειας.
Βιβλιογραφία:
Cooper, P. & Upton, G. (1990) An ecosystemic approach to emotional and behaviourial difficulties in schools,Educational Psychology, 10 (4) 301-322.
Apter, S. J., & Conoley, J. (1984)Childhood behavior disorders and emotional disturbance: An introduction to teaching troubled children. Englewood Cliffs, NJ: Prentice Hall.
Durant, M. (1995) Creative Strategies for School Problems: Solutions for Psychologists and Teachers. New York: W. W. Norton & Co.
Molnar, A. & Linquist, B. (1989) Προβλήματα Συμπεριφοράς στο Σχολείο. Οικοσυστημική Προσέγγιση(Επιμέλεια Α. Καλαντζή-Αζίζι). Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.
Καλαντζή - Azizi, Α. (1η έκδ. 1985, 5η έκδ. 1995). "Εφαρμοσμένη Κλινική Ψυχολογία στο χώρο του σχολείου". Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.
ΓΙΑ ΤΟ ΚΕΝΤΡΟ ΠΡΟΛΗΨΗΣ «ΟΡΙΖΟΝΤΕΣ»
Κατσαρού Μαρία
Ψυχολόγος-Συστημική Οικογενειακή Ψυχοθεραπεύτρια
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου