Τετάρτη 23 Νοεμβρίου 2022

 

Η νέα έκθεση παρακολούθησης της εκπαίδευσης για τις τρεις βαθμίδες εκπαίδευσης στην Ελλάδα

Η Ελλάδα τελευταία στη συμμετοχή στην προσχολική εκπαίδευση
Δημοσίευση: 23/11/2022
ΡΕΠΟΡΤΑΖ ESOS

Εκδόθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση η νέα έκθεση παρακολούθησης της εκπαίδευσης και κατάρτισης 2022 για την Ελλάδα, σύμφωνα με την οποία:

  • Η Ελλάδα κατατάσσεται τελευταία στην ΕΕ όσον αφορά τη συμμετοχή στην προσχολική εκπαίδευση και φροντίδα (ηλικιακή ομάδα 3 ετών και άνω), αλλά σημειώνει καλύτερες επιδόσεις για την ηλικιακή ομάδα 4 ετών και άνω.
  • Περίπου οι μισοί από τους μειονεκτούντες μαθητές στην Ελλάδα έχουν χαμηλές επιδόσεις.
  • Τα εκπαιδευτικά αποτελέσματα των μαθητών Ρομά υπολείπονται κατά πολύ σε σχέση με εκείνα των συνομηλίκων τους.
  • Η Ελλάδα έχει τη δυνατότητα να δημιουργήσει ένα ισχυρό και χωρίς αποκλεισμούς εκπαιδευτικό σύστημα. Διαθέτει εξειδικευμένους και πολύ αφοσιωμένους εκπαιδευτικούς, μαθητές ηλικίας 15 ετών με ισχυρό αίσθημα ότι ανήκουν στο σχολείο (ΟΟΣΑ, 2019) και ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου στην ΕΕ.
  • Η Ελλάδα έχει ένα από τα χαμηλότερα8 ποσοστά πρόωρης εγκατάλειψης της εκπαίδευσης και της κατάρτισης στην ΕΕ
  • Τα αποτελέσματα των πανελλαδικών εξετάσεων εισαγωγής στα πανεπιστήμια για τα ακαδημαϊκά έτη 2020/2021 και 2021/2022 δείχνουν ότι σημειώθηκε σημαντική απώλεια μάθησης λόγω της πανδημίας.
  • Για την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών  παρότι η διαδικασία έχει παρεμποδιστεί από καθυστερήσεις, οι διαδικασίες φαίνεται να είναι σε καλή πορεία και η αξιολόγηση τ , που βρίσκεται στην κορυφή του εθνικού πολιτικού προγράμματος δράσης και θεματολογίου πολιτικής, αναμένεται να ξεκινήσει κατά τη διάρκεια του τρέχοντος σχολικού έτους.
  • Η Ελλάδα ευθυγραμμίστηκε με άλλα κράτη μέλη με την εισαγωγή του συστήματος της «τράπεζας θεμάτων» για τη σχολική αξιολόγηση των μαθητών.
  • Οι μαθητές στην Ελλάδα
  • περιορισμένη κατάρτιση σχετικά με τον τρόπο εντοπισμού μεροληπτικών πληροφοριών.
  • Το ποσοστό ολοκλήρωσης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης είναι υψηλό, αλλά εξακολουθεί να υπάρχει σημαντικό χάσμα μεταξύ των φύλων.
  • Η Ελλάδα είναι το μόνο κράτος μέλος που δεν έχει ακόμη κυρώσει τη «σύμβαση της Λισαβόνας για την αναγνώριση»

Πατήστε εδώ για να ανοίξετε ολόκληρη την έκθεση

Ειδικότερα στην έκθεση σημειώνονται τα εξής:

Προσχολική εκπαίδευση και φροντίδα

Η Ελλάδα κατατάσσεται τελευταία στην ΕΕ όσον αφορά τη συμμετοχή στην προσχολική εκπαίδευση και φροντίδα (ηλικιακή ομάδα 3 ετών και άνω), αλλά σημειώνει καλύτερες επιδόσεις για την ηλικιακή ομάδα 4 ετών και άνω.

Το 2020 μόνο το 71,3 % των παιδιών ηλικίας 3 ετών έως την ηλικία έναρξης της υποχρεωτικής πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης συμμετείχε στην προσχολική εκπαίδευση, πολύ κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ που είναι 93 % και τον στόχο του 96 % σε επίπεδο ΕΕ έως το 2030.

Αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο γεγονός ότι τα περισσότερα παιδιά αρχίζουν να φοιτούν στο σχολείο στην ηλικία των 4 ετών.

Το 2020 μόνο ένα στα τρία παιδιά συμμετείχε στην προσχολική εκπαίδευση στην ηλικία των 3 ετών, σε σύγκριση με τον μέσο όρο της ΕΕ που είναι 87,8 %.

Πολλά περισσότερα παιδιά φοιτούν στην προσχολική εκπαίδευση από την ηλικία των 4 ετών και άνω, που αποτελεί την έναρξη της υποχρεωτικής προσχολικής εκπαίδευσης (86,5 %).

Το 2020 η Ελλάδα σημείωσε μία από τις πιο αξιοσημείωτες βελτιώσεις6 στην ΕΕ, με αύξηση κατά 2,5 εκατοστιαίες μονάδες σε σύγκριση με το 2019 (ηλικίες 3+ και 4+).

Αυτό ήταν κυρίως το αποτέλεσμα της σταδιακής μείωσης της ηλικίας έναρξης της υποχρεωτικής εκπαίδευσης στην ηλικία των 4 ετών, η οποία ολοκληρώθηκε κατά τη διάρκεια του σχολικού έτους 2021/2022. Ωστόσο, εξακολουθούν να υφίστανται περιορισμοί χωρητικότητας και ελλείψεις εκπαιδευτικών.

Το Υπουργείο Παιδείας προσπάθησε να τις προβλέψει εγκαίρως και να διασφαλίσει την αποτελεσματική λειτουργία των σχολείων κατά το σχολικό έτος 2022/2023, διορίζοντας έγκαιρα 25 000 εκπαιδευτικούς για όλες τις βαθμίδες της υποχρεωτικής εκπαίδευσης, συμπεριλαμβανομένων των μόνιμων διορισμών για εκπαιδευτικούς ειδικής αγωγής.

Συμπερίληψη -ισότητα στην εκπαίδευση

Περίπου οι μισοί από τους μειονεκτούντες μαθητές στην Ελλάδα έχουν χαμηλές επιδόσεις, γεγονός που υποδηλώνει ότι η ποιότητα και η ισότητα της εκπαίδευσης πρέπει να βελτιωθούν.

Το χαμηλό ποσοστό συμμετοχής στην προσχολική εκπαίδευση και φροντίδα, ιδίως των μειονεκτούντων παιδιών κάτω των 4 ετών, οδηγεί σε εκπαιδευτικές ανισότητες.

Οι ανισότητες αυτές επηρεάζουν τις μελλοντικές εκπαιδευτικές προοπτικές και ανάπτυξη των παιδιών (diaΝΕΟsis 2021).

Ένας στους πέντε μαθητές παρουσίασε χαμηλές επιδόσεις και στα τρία μαθήματα που εξετάστηκαν στο πλαίσιο της έρευνας PISA 2018 — σοβαρή υποεπίδοση.

Όπως και σε άλλες χώρες της ΕΕ, τα εκπαιδευτικά αποτελέσματα επηρεάζονται σε μεγάλο βαθμό από το κοινωνικοοικονομικό υπόβαθρο.

Σχεδόν οι μισοί μαθητές στην Ελλάδα από το χαμηλότερο κοινωνικοοικονομικό τεταρτημόριο δεν διαθέτουν βασικές δεξιότητες κατανόησης κειμένου σε σύγκριση με μόλις έναν στους επτά μαθητές από το υψηλότερο τεταρτημόριο.

Εξίσου ανησυχητικό είναι το γεγονός ότι περίπου οι μισοί μαθητές που προέρχονται από οικογένειες μεταναστών επιτυγχάνουν χαμηλά αποτελέσματα σε σύγκριση με έναν στους τρεις μαθητές που έχουν γεννηθεί στην Ελλάδα.

Την ίδια ανησυχία προκαλεί και η πρόσβαση των παιδιών μεταναστών στη μεταδευτεροβάθμια και τριτοβάθμια εκπαίδευση.

Μόνο ένα στα πέντε άτομα ηλικίας 25-34 ετών που έχουν γεννηθεί εκτός της ΕΕ διαθέτει τίτλο προσόντων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (έναντι του μέσου όρου της ΕΕ που είναι 34,7 %).

Το ποσοστό των ατόμων που εγκαταλείπουν πρόωρα το σχολείο είναι ιδιαίτερα χαμηλό στην Ελλάδα, αλλά ο κίνδυνος πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου ήταν 7,8 φορές υψηλότερος μεταξύ των νέων που γεννήθηκαν εκτός της ΕΕ (30 %) απ’ ό,τι μεταξύ των νέων που γεννήθηκαν στην ΕΕ.

Ο αντίκτυπος της πανδημίας στην οικονομία είχε επίσης σοβαρές αλυσιδωτές επιπτώσεις στις προοπτικές των νέων ενηλίκων, ιδίως στις προοπτικές όσων εγκαταλείπουν πρόωρα το σχολείο.

Ρομά

Τα εκπαιδευτικά αποτελέσματα των μαθητών Ρομά υπολείπονται κατά πολύ σε σχέση με εκείνα των συνομηλίκων τους. Η Ελλάδα έχει σημαντικό πληθυσμό Ρομά

. Η πιο πρόσφατη έρευνα του Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων καταγράφει κάποια βελτίωση, αλλά οι μαθητές Ρομά εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν μεγάλες προκλήσεις στην εκπαίδευση. Μόνο το 16 % απ’ αυτούς ολοκληρώνει την ανώτερη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, σε σύγκριση με το 95,7 % του συνολικού πληθυσμού.

Περίπου το ένα τρίτο των παιδιών Ρομά φοιτούν σε σχολεία όπου το σύνολο ή σχεδόν το σύνολο των συμμαθητών τους είναι Ρομά (από 48% το 2016).

Καταβάλλονται προσπάθειες σε εθνικό επίπεδο, ιδίως για την ένταξη στο εκπαιδευτικό σύστημα μαθητών από ευάλωτες κοινωνικές ομάδες. Μεταξύ του διαστήματος 2020 και 2022, η Ελλάδα συμμετείχε σε ένα έργο Erasmus+ με τίτλο «Σχολεία χωρίς αποκλεισμούς για τους Ρομά».

Το έργο περιλάμβανε δραστηριότητες ανάπτυξης ικανοτήτων και εκπαιδευτικής διαμεσολάβησης, στο οποίο συμμετείχαν 200 εκπαιδευτικοί, 50 διαμεσολαβητές εκπαίδευσης Ρομά και 20 σχολεία.

Η Ελλάδα  διαθέτει εξειδικευμένους και πολύ αφοσιωμένους εκπαιδευτικούς

Η Ελλάδα έχει τη δυνατότητα να δημιουργήσει ένα ισχυρό και χωρίς αποκλεισμούς εκπαιδευτικό σύστημα. Διαθέτει εξειδικευμένους και πολύ αφοσιωμένους εκπαιδευτικούς, μαθητές ηλικίας 15 ετών με ισχυρό αίσθημα ότι ανήκουν στο σχολείο (ΟΟΣΑ, 2019) και ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου στην ΕΕ.

Όλοι οι μαθητές παρακολουθούν παρόμοιο πρόγραμμα σπουδών έως την ηλικία των 16 ετών και υπάρχει εκπαίδευση δεύτερης ευκαιρίας για όσους εγκαταλείπουν πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση. Η εκπαίδευση είναι δωρεάν, συμπεριλαμβανομένης της διανομής σχολικών βιβλίων.

Η Ελλάδα είναι μία από τις χώρες της ΕΕ3 που παρέχουν οικονομική στήριξη σε εκπαιδευτικούς σε μειονεκτούντα σχολεία.

Ωστόσο, η παρακολούθηση και η περαιτέρω βελτίωση της ποιότητας της εκπαίδευσης εξαρτάται από την πλήρη εφαρμογή της εξωτερικής αξιολόγησης των σχολείων και της αξιολόγησης των εκπαιδευτικών που βρίσκεται σε εξέλιξη.

Αυτό θα μπορούσε να είναι ιδιαίτερα επωφελές για τους μειονεκτούντες μαθητές.

Στην χώρα, παρατηρείται μέτρια ισότητα στα εκπαιδευτικά αποτελέσματα, όπως αξιολογήθηκε στο πρόγραμμα PISA 2015. Παρά τη γεωγραφία της Ελλάδας, μόνο το 3,5% των δημοτικών σχολείων και το 6 % των σχολείων δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης χαρακτηρίζονται ως «δυσπρόσιτα» από το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων (Υπουργείο Παιδείας) (Roussakis, 2017).

Πρόωρη   εγκατάλειψη της εκπαίδευσης και της κατάρτισης

Η Ελλάδα έχει ένα από τα χαμηλότερα8 ποσοστά πρόωρης εγκατάλειψης της εκπαίδευσης και της κατάρτισης στην ΕΕ.

Με ποσοστό 3,2 % το 2021, το ποσοστό των ατόμων που εγκαταλείπουν πρόωρα το σχολείο είναι ήδη πολύ χαμηλότερο από τον στόχο του 9% σε επίπεδο ΕΕ για το 2030. Το ποσοστό στις αγροτικές περιοχές είναι ελάχιστα υψηλότερο απ’ό,τι στις αστικές περιοχές, στο 4,1 % το 2021.

Η Ελλάδα καταφέρνει και διατηρεί αυτό το χαμηλό ποσοστό, στοιχείο που αποδεικνύει ότι αντιμετωπίζει αποτελεσματικά το πρόβλημα.

Οι πολιτικές που εφαρμόζονται διευκολύνουν τις μεταβάσεις στο πλαίσιο των συστημάτων εκπαίδευσης και κατάρτισης ή παρέχουν εναλλακτικές διαδρομές εκπαίδευσης και κατάρτισης.

Βοηθούν επίσης τα άτομα που εγκαταλείπουν πρόωρα το σχολείο να επανενταχθούν στο εκπαιδευτικό σύστημα μέσω της εκπαίδευσης δεύτερης ευκαιρίας και του επαγγελματικού προσανατολισμού.

Απόδειξη της αποτελεσματικότητας των πολιτικών που εφαρμόζει η Ελλάδα αποτελεί επίσης το γεγονός ότι το 2021 το 95,7 % των ατόμων ηλικίας 20 έως 24 ετών απέκτησαν τουλάχιστον διπλώματα ανώτερης δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, γεγονός που καθιστά την Ελλάδα την χώρα με την υψηλότερη επίδοση στον τομέα αυτόν9.

Αξιολόγηση

Παρατηρούνται σταθερά βήματα για την εισαγωγή της αξιολόγησης των εκπαιδευτικών.

Η Ελλάδα μόλις πρόσφατα εισήγαγε την αξιολόγηση των σχολείων και των εκπαιδευτικών, ενώ σε ολόκληρη την Ευρώπη η αξιολόγηση των σχολείων αποκτά συνεχώς μεγαλύτερη σημασία για την παρακολούθηση της συνολικής ποιότητας της εκπαίδευσης.

Η εσωτερική αξιολόγηση εφαρμόζεται από το σχολικό έτος 2020/2021. Προϋπόθεση για την εφαρμογή της αξιολόγησης των εκπαιδευτικών είναι η επιλογή των στελεχών της εκπαίδευσης.

Περιλαμβάνονται οι διευθυντές σχολείων πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, οι διευθυντές σε περιφερειακό και δημοτικό επίπεδο και οι σύμβουλοι εκπαίδευσης. Το Υπουργείο βρίσκεται στη διαδικασία διορισμού 800 συμβούλων από 2 800 υποψηφίους.

Παρότι η διαδικασία έχει παρεμποδιστεί από καθυστερήσεις, οι διαδικασίες φαίνεται να είναι σε καλή πορεία και η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, που βρίσκεται στην κορυφή του εθνικού πολιτικού προγράμματος δράσης και θεματολογίου πολιτικής, αναμένεται να ξεκινήσει κατά τη διάρκεια του τρέχοντος σχολικού έτους.

Τράπεζα Θεμάτων

Η Ελλάδα ευθυγραμμίστηκε με άλλα κράτη μέλη με την εισαγωγή του συστήματος της «τράπεζας θεμάτων» για τη σχολική αξιολόγηση των μαθητών.

Οι τράπεζες θεμάτων (τράπεζες εξεταστικών ερωτήσεων) στην εκπαίδευση μπορούν να θεωρηθούν χρήσιμα εργαλεία για τη βελτίωση της ποιότητας της εκπαίδευσης.

Οι μισές από τις ερωτήσεις στις ενδοσχολικές εξετάσεις πέρυσι, στις τρεις βαθμίδες της ανώτερης δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, προέρχονταν από την τράπεζα θεμάτων και ήταν διαβαθμισμένης δυσκολίας.

Οι υπόλοιπες μισές ορίστηκαν από τον/την καθηγητή/-ήτρια της τάξης. Στόχος είναι να εναρμονιστούν οι ενδοσχολικές εξετάσεις σε ολόκληρη τη χώρα και να καταστεί το σύστημα εξετάσεων πιο αντικειμενικό.

Αποτελέσματα Πανελλαδικών Εξετάσεων-Πανδημία

Τα αποτελέσματα των πανελλαδικών εξετάσεων εισαγωγής στα πανεπιστήμια για τα ακαδημαϊκά έτη 2020/2021 και 2021/2022 δείχνουν ότι σημειώθηκε σημαντική απώλεια μάθησης λόγω της πανδημίας.

Σε αντίθεση με το έτος πριν από το κλείσιμο των σχολείων, τα αποτελέσματα των εξετάσεων εισαγωγής στα πανεπιστήμια το καλοκαίρι του 2020 παρουσίασαν διαφορά 0,22 τυπικής απόκλισης (τ.α.) και εκείνων του καλοκαιριού 2021, διαφορά 0,405 τ.α.

Τα αποτελέσματα αυτά φαίνεται να επηρεάζουν τα πλέον ευάλωτα τμήματα του πληθυσμού, όπως οι φτωχοί και οι μετανάστες (Λαμπρόπουλος et al., 2022).

Επαγγελματική Εκπαίδευση και Κατάρτιση

Στην αρχική ΕΕΚ, τα προγράμματα σπουδών και το εκπαιδευτικό υλικό αναβαθμίζονται.

Το 2020 το 31,9% των μαθητών της ανώτερης δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης ήταν εγγεγραμμένοι σε προγράμματα ΕΕΚ19, σε σύγκριση με τον μέσο όρο της ΕΕ που ανερχόταν σε 48,7 %.

Η μετάβαση από το σχολείο στην εργασία διευκολύνεται από την τάξη μαθητείας στα σχολεία ΕΕΚ.

Η χρηματοδότηση για θέσεις μαθητείας θα εξακολουθήσει να παρέχεται μέσω του ΕΚΤ+.

Ο συνδυασμός της μαθητείας με την κατάρτιση στον χώρο εργασίας για τουλάχιστον το 50% της διάρκειας των προγραμμάτων ΕΕΚ και των εργαστηριακών μαθημάτων ειδικότητας αναμένεται να δημιουργήσει περισσότερες ευκαιρίες για τους αποφοίτους ΕΕΚ ώστε να αποκτήσουν πείρα και να βελτιώσουν τα προσόντα τους σε πραγματικές συνθήκες εργασίας.

Το 2021 η έκθεση των πρόσφατων αποφοίτων ΕΕΚ στη μάθηση στον χώρο εργασίας20 ήταν 16,7 % (κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ που ήταν 60,7 %).

Η δημιουργία και επέκταση πρότυπων και πειραματικών σχολείων ανώτερης δευτεροβάθμιας επαγγελματικής εκπαίδευσης, με τη συνεργασία των κοινωνικών εταίρων και της τοπικής κοινότητας, συμβάλλει στο να καταστεί η ΕΕΚ ελκυστικότερη μέσω της καλύτερης σύνδεσής της με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας.

Η μεγαλύτερη ενσωμάτωση των πράσινων δεξιοτήτων στο πρόγραμμα σπουδών και η παροχή ψυχοκοινωνικής στήριξης αναμένεται επίσης να βελτιώσουν σημαντικά το μοντέλο των σχολείων ΕΕΚ.

Η δημιουργία διεθνών εταιρικών σχέσεων και η πρωτοβουλία ALMA (από τα αρχικά των λέξεων Aim, Learn, Master, Achieve, δηλαδή στοχεύω, μαθαίνω, κατακτώ, επιτυγχάνω)21 είναι ιδιαίτερα χρήσιμες στο πλαίσιο αυτό. Κατά κανόνα, οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις πρέπει να συνοδεύονται από χαρτογράφηση των ελλείψεων.


Τριτοβάθμια εκπαίδευση

Σύμβαση της Λισαβόνας για την αναγνώριση

Η Ελλάδα είναι το μόνο κράτος μέλος που δεν έχει ακόμη κυρώσει τη «σύμβαση της Λισαβόνας για την αναγνώριση».

Μολονότι η απόφαση αυτή εμπίπτει στα όρια των εθνικών αρμοδιοτήτων, η σύμβαση παραμένει το βασικό νομικό μέσο για την αναγνώριση των ακαδημαϊκών προσόντων στις χώρες που την έχουν υπογράψει.

Η σύμβαση αποτελεί επίσης σημαντικό μέσο για τη διαδικασία της Μπολόνιας που θεσπίζει τον ευρωπαϊκό χώρο τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.

Ο φορέας ακαδημαϊκής αναγνώρισης τίτλων και προσόντων στην Ελλάδα είναι ο ελληνικός Διεπιστημονικός Οργανισμός Αναγνώρισης Τίτλων Ακαδημαϊκών και Πληροφόρησης (ΔΟΑΤΑΠ).

Βάσει του νόμου 4957/2022 που εκδόθηκε τον περασμένο Ιούλιο για την τριτοβάθμια εκπαίδευση, το Υπουργείο Παιδείας έχει απλουστεύσει σημαντικά τη διαδικασία αναγνώρισης, θέτοντας ως προϋπόθεση για την ακαδημαϊκή αναγνώριση την ένταξη σε δύο μητρώα που έχει δημιουργήσει ο φορέας, ένα για τα αναγνωρισμένα πανεπιστήμια του εξωτερικού και ένα για τους αναγνωρισμένους τίτλους.

Η Ελλάδα συμμετείχε επίσης στο πιλοτικό πρόγραμμα «Ευρωπαϊκό διαβατήριο επαγγελματικών προσόντων για πρόσφυγες», βάσει της Σύμβασης της Λισαβόνας.

Ο νέος νόμος για τα ΑΕΙ

Τον Ιούλιο εγκρίθηκε νέος νόμος για τη βελτίωση και τον εκσυγχρονισμό της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.

Ο νόμος διαρθρώνεται γύρω από τέσσερις πυλώνες: 1) αναβάθμιση της ποιότητας των ιδρυμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, 2) βελτίωση του τρόπου λειτουργίας τους, 3) δημιουργία στενότερων δεσμών μεταξύ αυτών και της κοινωνίας και 4) εκσυγχρονισμός του ΔΟΑΤΑΠ.

Ο νόμος ευθυγραμμίζεται με τους στόχους του Ευρωπαϊκού Χώρου Εκπαίδευσης.

Συνάδει επίσης με τη δέσμευση της Ελλάδας στο οικείο εθνικό σχέδιο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας (ΣΑΑ) για τη μεταρρύθμιση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.

Θα συσταθούν πανεπιστημιακά συμβούλια ως διοικητικά όργανα, τα οποία θα μοιράζονται στρατηγικές και ελεγκτικές αρμοδιότητες με το εκτελεστικό όργανο, αναθέτοντας αυτονομία στα ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.

Εισάγεται ένα νέο πλαίσιο για τον διορισμό των μελών του ακαδημαϊκού προσωπικού, ώστε να καταστεί πιο αξιοκρατικός και διαφανής.

Η πρόσληψη επισκεπτών καθηγητών και ερευνητών από το εξωτερικό, ένα έργο στο πλαίσιο του ελληνικού σχεδίου ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, έχει ως στόχο να καταστήσει τα ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης πιο διεθνή.

Τα μικροδιαπιστευτήρια θα συμβάλουν στη βελτίωση των επιπέδων δεξιοτήτων των ατόμων ενώ ο νέος νόμος θα ενισχύσει την προσέλκυση εγκεφάλων και θα προσελκύσει νέες πηγές χρηματοδότησης.

Χρηματοδότηση

Kριτήρια επιδόσεων εφαρμόζονται για το 20 % της χρηματοδότησης των πανεπιστημίων.

Για πρώτη φορά κατά τη διάρκεια του τρέχοντος οικονομικού έτους και σύμφωνα με τον νόμο 4653/2020, αντικειμενικά κριτήρια συνδέθηκαν με το 80 % της χρηματοδότησης των ιδρυμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και κριτήρια επιδόσεων με το υπόλοιπο 20 % (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 2020).

Όσον αφορά τις επιδόσεις (20 %), εφαρμόζεται ένα σύνολο κριτηρίων σε όλα τα ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης για τη βελτίωση των βασικών ακαδημαϊκών δραστηριοτήτων, και τα ιδρύματα επιλέγουν άλλα δύο κριτήρια από τα ακόλουθα: α) την αριστεία στην εκπαίδευση, στην έρευνα και στην καινοτομία, β) τους δεσμούς με την κοινωνία και την αγορά εργασίας και τη χρήση της παραγόμενης γνώσης, γ) τη διεθνοποίηση ή δ) την περιβαλλοντική βιωσιμότητα ενός ιδρύματος.

Αυτή η προσέγγιση με βάση τις επιδόσεις προσθέτει διαφάνεια στη διαδικασία χρηματοδότησης των ιδρυμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, αναδεικνύοντας τα συγκριτικά πλεονεκτήματά τους.

Η τριτοβάθμια εκπαίδευση υποχρηματοδοτείται εδώ και χρόνια στην Ελλάδα. Φέτος, η δημόσια χρηματοδότηση θα αυξηθεί κατά 14,5 εκατ.EUR, δηλαδή σε 105 εκατ. EUR.

Δεν υπάρχουν σχόλια: