Του Βασίλη Πλατή, φιλόλογου στο Μουσικό Σχολείο Γιαννιτσών Πέλλας
«Γενικά, δε βρίσκω σωστό και χρήσιμο να εξηγώ σύμβολα και αναφορές που είναι ήδη ζωγραφισμένες, άρα μετουσιωμένες σε κάτι άλλο. Και βρίσκω πιο χρήσιμο να ανακαλύπτει κάποιος με τα δικά του κριτήρια και τις δικές του αναφορές, τον ζωγραφικό κόσμο που βλέπει. Φυσικά έχω τεράστια περιέργεια τι αισθάνεται ο άλλος μπροστά στα έργα μου, αλλά είναι υποχρέωσή μου να σέβομαι τον δικό του εσωτερικό κόσμο».
Οι παραπάνω φράσεις αποτελούν απόσπασμα από το εισαγωγικό κείμενο του ζωγράφου Κυριάκου Κατζουράκη στην έκθεσή του με τίτλο «Αναφορά στη Γκουέρνικα», που πραγματοποιείται αυτό το διάστημα έως 3 Απριλίου 2019 στη Δημοτική Πινακοθήκη Λάρισας-Μουσείο Γ.Ι. Κατσίγρα.
Περιδιαβαίνοντας την έκθεση, κοντοστάθηκα σε ένα πίνακα που έφερε τον τίτλο «Η σφαγή των αθώων». Οι μορφές που απεικονίζονταν στον πίνακα, μου φάνηκαν ακαθόριστες, ασχημάτιστες, αλλόκοτες. Πρόστρεξα στο εισαγωγικό κείμενο του ζωγράφου και θέλοντας να ικανοποιήσω την περιέργειά του, αποφάσισα να «ξεκλειδώσω» τον εσωτερικό κόσμο και να ενεργοποιήσω τη φαντασία δεκαπεντάχρονων παιδιών, μαθητών της Γ΄ Γυμνασίου, στο πλαίσιο βιωματικής και εξατομικευμένης διδασκαλίας, σύμφωνα με τις νέες οδηγίες του Υπουργείου Παιδείας.
Η αφόρμηση δόθηκε από το μάθημα της Νεοελληνικής Γλώσσας και συγκεκριμένα την πέμπτη ενότητα του σχολικού εγχειριδίου, που πραγματεύεται τον πόλεμο και την ειρήνη. Ένα από τα κείμενα της ενότητας αυτής μάλιστα καταπιάνεται με τη «Γκουέρνικα» και αναπαριστά τον αυθεντικό πίνακα του Πικάσο.
Από τις απαντήσεις τους ενδιαφέρον παρουσιάζει η «ανάγνωση» του πίνακα και η «αποκάλυψη» των μορφών, καθώς αναφορικά με τα χρώματα (μουντά, κυριαρχία άσπρου και γκρι) και τα συναισθήματα που τους προκάλεσε ο πίνακας δεν υπήρξε διαφοροποίηση: θλίψη, πόνος, οδύνη, μελαγχολία, κατάθλιψη, άγχος, απόγνωση, οργή.
Αντίθετα, μέσα στην «ακαταστασία», τη «σύγχυση» και «διαρκή κίνηση» του ζωγραφικού πίνακα που δεν «αφήνει να ξεχωρίσουμε φιγούρες και την κίνησή τους στο χώρο», οι μαθητές μπόρεσαν να διακρίνουν «μορφές ζώων ή αστροναυτών», «ανθρώπους που τους έχουν φερθεί σαν ζώα», «δύτες με σκάφανδρα», «κομμένα κεφάλια», «ατάκτως εριμμένα κομμάτια σανίδων».
Επιπλέον, στην περιγραφή του πίνακα οι μαθητές χρησιμοποίησαν λέξεις ή φράσεις που φαίνεται να προσεγγίζουν «την αλήθεια του» και να αποδίδουν τη φρικτή πραγματικότητα του εμφυλίου πολέμου: «χάος», «συνωστισμός», «έκρηξη», «σωρός, στοίβα από πτώματα», «απεγνωσμένος αγώνας για επιβίωση».
Πράγματι, μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι η φαντασία των παιδιών οργιάζει. Ωστόσο, η ερμηνεία που δίνουν στις εικόνες έργων τέχνης σε πολλές περιπτώσεις εντυπωσιάζει. Γενικά, πιστεύω ότι όταν προκαλούμε τα παιδιά σε ενδοσκόπηση και «βύθισμα» στον εσωτερικό τους κόσμο, η διδασκαλία αποβαίνει μια λιγότερο απωθητική διαδικασία. Παράλληλα, προσφέρουν πολύτιμες υπηρεσίες στους δημιουργούς ώστε να «φωτιστούν» καλύτερα τα έργα τους.
Γενικότερα, η διαθεματικότητα στη διδασκαλία και η αξιοποίηση των θεωρούμενων καλών τεχνών (θεάτρου, μουσικής, κινηματογράφου, χορού) ακόμη και σε σχολεία που δεν είναι εστιασμένα σε αυτές, κινητοποιεί τη φαντασία και τη δημιουργική σκέψη των μαθητών, ζητούμενα σε ένα πραγματικά σύγχρονο σχολείο.
(Κ. Κατζουράκη, Η σφαγή των αθώων, 2017. Ο πίνακας αναπαράγεται από σημείωμα με τίτλο «Συνεχίζεται η έκθεση «Αναφορά στην Γκουέρνικα» του Κ. Κατζουράκη», που δημοσιεύτηκε τον ιστότοπο https://6days.gr/culture/22-3-2019).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου